Κατά τη διάρκεια της επιτυχημένης εκστρατείας επανεκλογής της, το μήνυμα της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ ήταν ότι οι Γερμανοί διανύουν μία περίοδο οικονομικής ευημερίας χωρίς κίνδυνο κρίσης και ότι τα προβλήματα της ευρωζώνης είναι υπό έλεγχο.
Ωστόσο, η οικονομική δύναμη και η χρηματοπιστωτική ισχύς της Γερμανίας έχουν υπερεκτιμηθεί.
Η Γερμανία παραμένει εξαρτημένη από τους γείτονές της, με 69 τοις εκατό του συνόλου των εξαγωγών προς ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένου ενός 57 τοις εκατό προς κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το 2012, η Γερμανία είχε εμπορικό έλλειμμα €27 δις με τη Ρωσία, τη Λιβύη και τη Νορβηγία, κυρίως για εισαγωγές ενέργειας. Η Γερμανία είχε, επίσης, εμπορικό έλλειμμα με την Ιαπωνία (€4,7 δις) και την Κίνα (€11,7 δις). Αντιθέτως, η Γερμανία είχε εμπορικό πλεόνασμα με χώρες της ευρωζώνης (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα, Πορτογαλία, Κύπρο και Ιρλανδία) το οποίο αντιστοιχούσε σε €54,6 δις.
Η συνεχιζόμενη αδυναμία αυτών των προβληματισμένων χωρών θα επηρεάσει τις γερμανικές οικονομικές προοπτικές. Οι υψηλές τιμές της ενέργειας και η αύξηση των πιέσεων στις αναδυόμενες αγορές θα επιδεινώσουν τα προβλήματά της.
Τα μέλη της ευρωζώνης παραμένουν δεσμευμένα στην αποφυγή των άγνωστων κινδύνων της αθέτησης και της εξόδου χωρών από το ευρώ.
Οι κυβερνήσεις στις πληγείσες οικονομίες είναι απίθανο να πετύχουν τους προσυμφωνημένους στόχους για το έλλειμμα του προϋπολογισμού ή το επίπεδο του χρέους. Οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν αύξηση των απωλειών και θα χρειαστούν εγχύσεις κεφαλαίου. Για τις πιο αδύναμες χώρες και τράπεζες, η πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα παραμείνει περιορισμένη. Το κόστος της εμπορικής χρηματοδότησης θα παραμείνει πάνω από τα προσιτά επίπεδα, πράγμα που σημαίνει ότι θα χρειαστούν βοήθεια.
Μεγαλύτερη εξάρτηση από τον ΕΜΣ
Οι χώρες της περιφέρειας θα αναγκαστούν να στηριχτούν στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την παροχή χρηματοδότησης είτε άμεσα είτε έμμεσα, μέσω φτηνών κεφαλαίων προς τις τράπεζες για να αγοράσουν κρατικά ομόλογα τα οποία θα χρησιμοποιηθούν ως εγγύηση για τα δάνεια των κεντρικών τράπεζων.
Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες θα χρησιμοποιήσουν το σύστημα πληρωμών Target 2 για τον διακανονισμό των διασυνοριακών ροών κεφαλαίων μεταξύ χωρών της ευρωζώνης που χρηματοδοτούν χώρες της περιφέρειας οι οποίες δεν έχουν πρόσβαση στις αγορές χρήματος για να χρηματοδοτήσουν τα ελλείμματα του εμπορικού ισοζυγίου και τη φυγή κεφαλαίων.
Με την πάροδο του χρόνου, η χρηματοδότηση θα συγκεντρώνεται όλο και περισσότερο σε επίσημα σώματα, την ΕΚΤ και τις εθνικές κυβερνήσεις ή τις κεντρικές τράπεζες. Ο κίνδυνος θα μετατοπιστεί από τις χώρες της περιφέρειας στον πυρήνα της ευρωζώνης, ιδιαίτερα στη Γερμανία και τη Γαλλία.
Για παράδειγμα, ο ΕΜΣ βασίζεται κυρίως στην στήριξη τεσσάρων χωρών: της Γερμανίας (27,1 τοις εκατό), της Γαλλίας (20,4 τοις εκατό), της Ιταλίας (17,9 τοις εκατό) και της Ισπανίας (11,9 τοις εκατό). Αν η Ισπανία ή η Ιταλία χρειαστεί βοήθεια, τότε θα αυξηθεί και η ενδεχόμενη δέσμευση των υπόλοιπων χωρών, ιδιαίτερα της Γαλλίας και της Γερμανίας.
Αυτό αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα ότι η ισχυρότερες χώρες υποστηρίζουν τους μηχανισμούς στήριξης.
Οι γερμανικές εγγυήσεις του υφιστάμενου ταμείου διάσωσης αντιστοιχούν σε €211 δις. Ο ΕΜΣ θα χρειαστεί εισφορά κεφαλαίου από τη Γερμανία. Αν ο ΕΜΣ δανείσει την πλήρη δέσμευσή του των €500 δις και οι αποδέκτες αθετήσουν την πληρωμή, η ευθύνη της Γερμανίας θα μπορούσε να φτάσει μέχρι και τα €280 δις. Υπάρχει επίσης και ο κίνδυνος έμμεσης έκθεσης μέσω της ΕΚΤ και των αξιώσεων του Target 2.
Το μέγεθος αυτών των εκθέσεων είναι μεγάλο, σε σχέση με το ΑΕΠ της Γερμανίας το οποίο κυμαίνεται στα €2,5 τρις, και τα γερμανικά περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών τα οποία εκτιμώνται σε €4,7 τρις.
Η Γερμανία έχει επίσης σημαντικά επίπεδα δικού της χρέους (πάνω από 80 τοις εκατό του ΑΕΠ). Τα γερμανικά δημογραφικά στοιχεία, με τη γήρανση του πληθυσμού και την επιδείνωση των δεικτών εξάρτησης, προσθέτουν στα προβλήματά της.
Αν ληφθούν υπόψη και οι απώλειες από τη μη χρηματοδοτούμενη κοινωνική ασφάλιση, τότε το επίπεδο του γερμανικού χρέους αυξάνεται σε πάνω από 190 τοις εκατό του ΑΕΠ.
Μεταβίβαση του κινδύνου
Στην καλύτερη περίπτωση, η αύξηση των δεσμεύσεων για στήριξη των ευρωπαϊκών της εταίρων θα απορροφήσει τις γερμανικές αποταμιεύσεις, παραλύοντας την οικονομία. Στη χειρότερη περίπτωση, η αθέτηση πληρωμών μίας από τις πιο αδύναμες χώρες ή μία αναδιάρθρωση του ευρώ θα οδηγήσει σε μεγάλες απώλειες για τη Γερμανία. Οι καλύτερες εκτιμήσεις είναι μεταξύ €750 δις και €1.500 δις.
Οι ψηφοφόροι φαίνεται να αγνοούν το γεγονός ότι κάθε βήμα της κρίσης έχει οδηγήσει σε μεταβίβαση των κινδύνων, των ευθυνών και των απωλειών στη Γερμανία. Με δεδομένη την έντονη αντίθεση στη συγκέντρωση του χρέους και τις θεσμοθετημένες διαρθρωτικές μεταβιβάσεις πλούτου, η αντίδρασή τους στην τελική αποκάλυψη αυτής της αυξανόμενης δέσμευσης και τους καθεστώτος τους ως «μόνιμου πιστωτή» της Ευρώπης, παραμένει άγνωστη.
Η ιστορία της Γερμανίας είναι γεμάτη ακραία παραδείγματα και μνημειώδεις αντιστροφές. Οι ανακρίβειες και τα λάθη στην αντιμετώπιση της κρίσης χρέους της ευρωζώνης την έχουν αφήσει ευάλωτη σε ένα ακόμη παρόμοιο γεγονός.
Στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν τη σχετική τους ευημερία και την κεντρική τους θέση στην Ευρώπη, οι Γερμανοί έχουν προσπαθήσει να αποφύγουν την πραγματικότητα της μοίρας τους. Ωστόσο, όπως συμβούλεψε και ο C.S. Lewis: «Αν ψάχνεις για αλήθεια, μπορείς στο τέλος να βρεις την άνεση· αν ψάχνεις την άνεση δεν θα βρεις ούτε αλήθεια ούτε άνεση, μόνο μαλακό σαπούνι και ευσεβείς πόθους αρχικά και, στο τέλος, απελπισία.»