Οι επιθέσεις του Ισλαμικού Κράτους στο Παρίσι τον Νοέμβριο ήταν η τελευταία κρίση που ανέβαλε την προσπάθεια της Βρετανίας να επαναδιαπραγματευτεί τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πριν από το προγραμματισμένο δημοψήφισμα για το εάν θα διατηρήσει αυτή τη σχέση. Πρώτα η Ελλάδα, μετά οι πρόσφυγες, και τώρα οι τρομοκρατία, κυριάρχησαν στη διπλωματική ατζέντα αντ’ αυτού.
Στις 3 Δεκεμβρίου, ο συντηρητικός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον εγκατέλειψε επισήμως τις ελπίδες οριστικοποίησης μιας συμφωνίας με τους άλλους ηγέτες της ΕΕ στη σύνοδο κορυφής τους στις 17-18 Δεκεμβρίου. Πλέον στοχεύει σε συμφωνία τον Φεβρουάριο. Η καθυστέρηση αντικατοπτρίζει ένα σοβαρό χτύπημα: παρ’ ότι η συμφωνία από μόνη της δεν είναι πιθανό να πείσει πολλούς αναποφάσιστους βρετανούς να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής στην ΕΕ, είναι απαραίτητη ώστε ο Κάμερον να μπορέσει να ξεκινήσει την εκστρατεία υπέρ αυτού του αποτελέσματος. Οι καλά χρηματοδοτημένες εκστρατείες κατά της ΕΕ, οι οποίες έχουν και αρκετούς συμμάχους στον Τύπο, έχουν κατά συνέπεια δύο επιπλέον μήνες, στην ουσία χωρίς αντίπαλο, για να κερδίσουν τους αναποφάσιστους συντηρητικούς. Με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν τις δύο πλευρές να ισοφαρίζουν, ο κίνδυνος του Brexit μεγαλώνει καθημερινά.
Αδιαμφισβήτητα, οι φόβοι για την ασφάλεια ύστερα από τις επιθέσεις στο Παρίσι θα μπορούσαν να πείσουν κάποιους ψηφοφόρους να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής στην ΕΕ. Όταν οι άνθρωποι φοβούνται, τείνουν να αποφεύγουν τους κινδύνους και είναι πιο πιθανό να διαφυλάξουν το status quo. Η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας εκτός συνόρων είναι επίσης ένας τομέας όπου η αξία της συνεργασίας της ΕΕ θα πρέπει να είναι αυταπόδεικτη. Σε μια ομιλία του στις 10 Νοεμβρίου στο Chatham House, ο Κάμερον τόνισε τα οφέλη της συμμετοχής στην ΕΕ για την εθνική ασφάλεια της Βρετανίας.
Η σύγχυση ωστόσο της τρομοκρατίας, της μετανάστευσης, και της συμμετοχής στην ΕΕ θα μπορούσε επίσης να πείσει τους βρετανούς ψηφοφόρους να απορρίψουν την Ευρώπη. Οι δημοσκοπήσεις υποδεικνύουν πως η μετανάστευση είναι ανάμεσα στις μεγαλύτερες ανησυχίες των βρετανών ψηφοφόρων, και το γεγονός πως τουλάχιστον ένας από τους τρομοκράτες του Παρισιού πιθανώς να εισήλθε στην ΕΕ μέσω της Ελλάδας παριστάνοντας τον σύρο πρόσφυγα έχει εντείνει τους φόβους του κόσμου.
Αυτός δεν είναι ιδιαίτερα λογικός λόγος να φύγει κανείς από την ΕΕ. Το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται εκτός της ζώνης Σένγκεν, και κατά συνέπεια διατηρεί τον έλεγχο των συνόρων του, και έχει επιλέξει να μη συμμετάσχει στην πολιτική ασύλου της ΕΕ, οπότε δε θα λάβει μέρος στην επανεγκατάσταση των σύρων προσφύγων της Ένωσης. Ωστόσο, ο φόβος μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους να ρίξουν τις γέφυρες. Σε ένα δυσοίωνο δημοψήφισμα αυτού του μήνα, οι δανοί ψηφοφόροι, πεπεισμένοι από παρόμοιες ανησυχίες για τους πρόσφυγες και την τρομοκρατία, απέρριψαν προτάσεις για στενότερη συνεργασία με την ΕΕ για την αστυνόμευση πέρα από τα σύνορα.
Μέσα από μια συσσώρευση μπερδεμένων συναισθημάτων, οι περιορισμένοι στόχοι του Κάμερον προς επαναδιαπραγμάτευση, τους οποίους περιέγραψε σε γράμμα του προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ στις 10 Νοεμβρίου, φαίνονται σχεδόν αδιάφοροι. Ο Κάμερον θέλει να κρατήσει τη Βρετανία στην ΕΕ, και το ίδιο ισχύει και για τους ομολόγους του στην ΕΕ, όχι όμως με οποιοδήποτε κόστος. Αναγνωρίζοντας τα όρια των μοχλών πίεσης στη διάθεσή του, ο Κάμερον έχει αποφασίσει να επιδιώξει σχετικά μικρές αλλαγές σε τέσσερις τομείς: στην ανταγωνιστικότητα, την κυριαρχία, διασφαλίσεις για τα μέλη εκτός ευρώ, και τη μετανάστευση.
Η πρώτη απαίτηση – για μια Ευρώπη που ενισχύει την «ανταγωνιστικότητα» και μειώνει τις επιχειρηματικές ρυθμίσεις – θα είναι η πιο εύκολη να εξασφαλιστεί. Η πρότασή του ταιριάζει με τον τρόπο σκέψης των αξιωματούχων της ΕΕ (ως το σημείο που, δυστυχώς, αντηχεί τη μερκαντιλιστική τους γλώσσα).
Ούτε και οι αιτήσεις του για διασφάλιση της κυριαρχίας θα πρέπει να αποτελέσουν μεγάλο πρόβλημα. Κάποιες από αυτές είναι μόνο συμβολικές. Για παράδειγμα, η δέσμευση των Συνθηκών της ΕΕ για «όλο και στενότερη ένωση» ξεκάθαρα δεν αφορά τη Βρετανία, η οποία έχει μόνιμη εξαίρεση από το ευρώ και πολλά άλλα, το να αποτυπωθεί αυτό και γραπτώς είναι κάτι εφαρμόσιμο. Οι ουσιαστικές διασφαλίσεις, όπως η παροχή σε ομάδες εθνικών κοινοβουλίων τη δυνατότητα να ασκούν βέτο σε ανεπιθύμητες προτάσεις της ΕΕ, είναι λίγο πιο περίπλοκες, όμως και εδώ, οι διαπραγματευτές θα μπορέσουν να βρουν μια λύση.
Ο πιο σημαντικός στόχος του Κάμερον είναι να εξασφαλίσει πως τα μέλη του ευρώ δε θα μπορούν να επιβληθούν στο Ηνωμένο Βασίλεια και άλλες χώρες της ΕΕ εκτός ευρώ. Σε σημαντικά ζητήματα όπου οι αποφάσεις της ΕΕ δεν απαιτούν ομοφωνία – για παράδειγμα, την κοινή αγορά – οι 19 χώρες της ευρωζώνης έχουν τη δυνατότητα να συγκεντρώνουν την απαραίτητη πλειοψηφία για να υπερισχύσουν των 9 χωρών εκτός ευρώ. Αυτό δεν έχει ως τώρα συμβεί – εν μέρει και επειδή χώρες όπως η Γερμανία και η Ελλάδα συμφωνούν ελάχιστα. Ωστόσο, εάν η ευρωζώνη ενοποιηθεί περαιτέρω, με κοινούς θεσμούς, μπορεί να προσπαθήσει να επιβάλει τη βούλησή της στα μέλη εκτός ευρώ. Μία λύση θα μπορούσε να είναι ένα σύστημα διπλής πλειοψηφίας, που θα απαιτεί την έγκριση των χωρών εντός και εκτός του ευρώ, όπως αυτό που υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια της δημιουργίας της τραπεζικής ένωσης της ευρωζώνης.
Οι πιο αμφιλεγόμενες απαιτήσεις του Κάμερον αφορούν τη μετανάστευση. Η Βρετανία θέλει να αρνηθεί στους μετανάστες από την ΕΕ την πρόσβαση σε κοινωνικές παροχές – συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών ελαφρύνσεων για τους χαμηλόμισθους εργάτες – για τέσσερα χρόνια. Ωστόσο, η Γερμανία και άλλοι φέρουν αντιρρήσεις επί της αρχής της διάκρισης κατά των πολιτών της ΕΕ, και χώρες όπως η Πολωνία και η Τσεχία διαφωνούν κάθετα με μέτρα που θα έβλαπταν δυσανάλογα τους πολίτες τους. Μία λύση θα ήταν η κατάργηση της πρόσβασης σε εργασιακές παροχές, όπως οι φορολογικές ελαφρύνσεις, και για τους βρετανούς για τέσσερα χρόνια.
Μία συμφωνία είναι εφικτή. Όμως ακόμη και αν ο Κάμερον πετύχει όλους τους στόχους του, οι επικριτές που αναζητούν μεγάλες αλλαγές, όπως όρια στους μετανάστες από την ΕΕ, θα παραμείνουν ανικανοποίητοι. Και τα τεχνικά ζητήματα, όπως οι διασφαλίσεις για τις χώρες εκτός ευρώ, δεν είναι πιθανό να πείσουν πολλούς ψηφοφόρους.
Με αυτά τα δεδομένα, η προτεραιότητα του Κάμερον θα πρέπει να είναι να ολοκληρώσει την επαναδιαπραγμάτευση όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, να ανακηρύξει τη νίκη και να ξεκινήσει μια δραστήρια εκστρατεία προβάλλοντας τους ευρύτερους λόγους για τους οποίους η Βρετανία θα πρέπει να παραμείνει στην ΕΕ.
Οι υπόλοιποι ηγέτες της ΕΕ επίσης δεν έχουν περιθώρια εφησυχασμού. Η ΕΕ βρίσκεται ήδη υπό διάλυση και ο κίνδυνος του Brexit είναι πραγματικός. Πρέπει να κλείσουν μια πειστική συμφωνία μέχρι τον Φεβρουάριο.