Η ομιλία της Merkel έλαβε χώρα μόλις 13 ημέρες μετά από την τρομοκρατική επίθεση στο Βερολίνο που προκάλεσε τον θάνατο σε 12 ανθρώπους και τον τραυματισμό δεκάδων, πολλών εξ αυτών σε κρίσιμη κατάσταση. Τότε και στην ομιλία της για το νέο έτος, η Merkel προειδοποίησε ότι η Γερμανία θα γινόταν στόχος για ισλαμιστές τρομοκράτες.
Η ομιλία της εστιάστηκε στην Ευρώπη –όχι στον Vladimir Putin, τον Ρώσο πρόεδρο ούτε στον Donald Trump, το νέο Αμερικανό πρόεδρο. Και οι δύο ηγέτες έχουν ελάχιστη σχέση με τις φιλελεύθερες αξίες της Δύσης. Ακριβώς λόγω αυτών των απόψεών τους, η Merkel επέλεξε να εστιάσει στην Ευρώπη και στην χώρα της.
Το κύριο σημείο της ομιλίας της ήταν πως οι Γερμανοί, πρώτα και κύρια, και οι Ευρωπαίοι γενικότερα, πρέπει να στηριχθούν στον εαυτό τους για να υπερασπιστούν τις αξίες τους, τον τρόπο ζωής τους και τη δημοκρατία τους. Δεν έχει και πολύ νόημα να κατηγορούμε τους άλλους για την αδυναμία της Ευρώπης, περιμένοντας από τις ΗΠΑ να διατηρήσουν την ήπειρο ασφαλή ή να αμφισβητούμε τις προθέσεις του Putin. Η εποχή της άρνησης έχει τελειώσει.
“Πολλοί άνθρωποι συνδέουν το 2016 με μια αίσθηση ότι όλος ο κόσμος έχει σπάσει σε κομμάτια ή ότι τα πράγματα που εδώ και καιρό θεωρούνται ολοκληρωμένα επιτεύγματα, τώρα αμφισβητούνται. Η Ευρωπαϊκή ένωση για παράδειγμα”, δήλωσε η Merkel. Επίσης, υπό επίθεση βρίσκεται και η κοινοβουλευτική δημοκρατία, “η οποία λέγεται ότι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολιτών της, αλλά εξυπηρετεί τα συμφέροντα λίγων. Τι διαστρεβλωμένη εικόνα”, πρόσθεσε η Merkel.
Η Merkel δεν έχει κανένα μαγικό ραβδί για τη διάσωση της Ευρώπης από τους λαϊκιστές που υπονομεύουν την κοινοβουλευτική δημοκρατία ή από τρομοκράτες που μέσω των επιθέσεών τους επιδιώκουν να δημιουργήσουν φόβο στις ανοιχτές κοινωνίες, με στόχο να αποδυναμώσει τις αξίες της ανεκτικότητας και της αξιοπρέπειας, που υποστηρίζουν τη δημοκρατία.
Σε απάντηση και προς τις δύο απειλές, η Merkel δήλωσε πως το κράτος έπρεπε να κάνει οτιδήποτε δυνατό για να εγγυηθεί την ασφάλεια και την ελευθερία των πολιτών της. “Όλα αυτά αντανακλώνται στη δημοκρατία μας, στην κυβέρνησή μας που βασίζεται στο κράτος δικαίου, και στις αξίες μας”, πρόσθεσε.
Και εδώ είναι η πρώτη πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ευρώπη το 2017: οι ηγέτες της πρέπει να βρουν τρόπους να συνδυάσουν την ασφάλεια με τις αξίες και να μην υποκύψουν σε μια κουλτούρα πολιτικής ορθότητας που αμφισβητεί την ανάγκη για περισσότερη ασφάλεια.
Δεν μπορεί να υπάρξει ποτέ 100% ασφάλεια. Αλλά όλες οι χώρες της ΕΕ μαζί, μπορεί να συγκεντρώσουν πολλούς περισσότερους πόρους για να προστατεύσουν τα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης. Μπορούν επίσης να κάνουν περισσότερα για να συγκεντρώσουν πληροφορίες. Εάν μετανάστες έχουν μπει στην Ευρώπη αφού διέπραξαν εγκλήματα στις χώρες τους ή έχουν διαπράξει εγκλήματα σε ένα κράτος-μέλος της ΕΕ, τέτοιες πληροφορίες πρέπει να μοιράζονται. Η περίπτωση του Anis Amri, του Τυνήσιου που είναι υπεύθυνος για τις επιθέσεις στο Βερολίνο τον Δεκέμβριο, ανέδειξε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι μυστικές επιχειρήσεις σε όλη την Ευρώπη και τη Γερμανία.
Εάν δεν αναδιαρθρωθούν οι μυστικές υπηρεσίες, το αναπόφευκτο αποτέλεσμα θα είναι η επαναφορά των συνοριακών ελέγχων, ή τουλάχιστον, έλεγχοι στα τρένα.
Ορισμένα πολιτικά κόμματα θα αντιδράσουν σε αυτούς τους ελέγχους. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς η αστυνομία της Κολωνίας σταματούσε και ήλεγχε ομάδες Βορειοαφρικανών ανδρών που πήγαιναν στις εκδηλώσεις. Το τελευταίο πράγμα που ήθελε η αστυνομία ήταν μια επανάληψη των όσων έγιναν το περασμένο έτος, όταν οι αρχές έδρασαν πολύ αργά για να προστατεύσουν τις γυναίκες που είχα δεχθεί σεξουαλικές επιθέσεις από ομάδες ανδρών, πολλοί εξ αυτών βορειοαφρικανικής καταγωγής, σύμφωνα με την αστυνομία. Αλλά όταν η αστυνομία έδρασε αυτή τη φορά, υπήρξε μία κατακραυγή από μέρος της αντιπολίτευσης, από το κόμμα των Πρασίνων και από οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ορισμένοι κατηγόρησαν την αστυνομία για ρατσιστικό profiling. Εδώ υπήρξε μια σύγκρουση μεταξύ πολιτικής ορθότητας, υπεράσπισης των αξιών, και προστασίας των πολιτών.
Η δεύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η Γερμανία, όπως και η Ολλανδία και η Γαλλία, σε αυτό το εκλογικό έτος, είναι πώς να αντιμετωπίσει την ύπουλη προπαγάνδα που προέρχεται από το Κρεμλίνο. Οι υπηρεσίες ασφάλειας της Γερμανίας είχαν αρκετή εμπειρία από τους Ρώσους χάκερς και τις εκστρατείες παραπληροφόρησης του Κρεμλίνου με στόχο την δυσφήμιση της Merkel ειδικότερα και της δημοκρατίας γενικότερα. Και επειδή η Merkel είναι ένας από τους λίγους εναπομείναντες ηγέτες στην Ευρώπη που θέλουν να διατηρηθούν οι οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία, είναι ο κύριος στόχος της προπαγανδιστικής μηχανής του Putin. Αυτό είναι κίνδυνος για την γερμανική δημοκρατία.
Για αυτό όλα τα γερμανικά πολιτικά κόμματα θα πρέπει να ενωθούν για να αντιμετωπίσουν την ρωσική προπαγάνδα και παραπληροφόρηση. Τα κορυφαία κλιμάκια των Σοσιαλδημοκρατών και του Αριστερού κόμματος νοσταλγούν ακόμη τις λεγόμενες παλιές καλές ημέρες της ειδικής γερμανό-ρωσικής σχέσης, αλλά αυτή η σχέση εξαρτάται από την αμερικανική ασφάλεια. Επιπλέον, η ευρωπαϊκή δημοκρατία ήταν ισχυρή και γεμάτη αυτοπεποίθηση. Σήμερα είναι το αντίθετο. Τα πολιτικά κόμματα και τα ΜΜΕ θα πρέπει να ενωθούν και να εκθέσουν τους στόχους και τα ψέματα του Κρεμλίνου.
Ο τρόπος με τον οποίο οι ηγέτες θα απαντήσουν αυτές τις δύο προκλήσεις –την υπεράσπιση των πολιτών εναντίον της τρομοκρατίας και της αντιμετώπισης της παραπληροφόρησης- θα δείξει τη δύναμη και την αντοχή της δημοκρατίας και των αξιών της Ευρώπης. Η Merkel δεν μπορεί να το κάνει μόνη της.