Τον τελευταίο χρόνο, οι επιθετικές αγορές ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι ενθαρρυντικές ενδείξεις οικονομικής ανάπτυξης σε όλη την Ευρώπη έχουν βοηθήσει την ευρωζώνη να ξεπεράσει μια σειρά πολιτικών εμποδίων, συμπεριλαμβανομένης της ψήφου της Βρετανίας για την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και της απόρριψης από τους ιταλούς ψηφοφόρους των προτάσεων μιας μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης.
Ωστόσο, με την κεντρική τράπεζα να αναμένεται κάποια στιγμή να σταματήσει τις αγορές κρατικών ομολόγων και άλλων περιουσιακών στοιχείων, οι επενδυτές ανησυχούν όλο και περισσότερο για το πώς η Ευρώπη – και η Γερμανία, συγκεκριμένα – θα διαχειριστεί τις αυξανόμενες πιέσεις χρέους στην Ιταλία και την Ελλάδα.
Ως αποτέλεσμα έχει επικρατήσει ένα ξεπούλημα ευρωπαϊκών κρατικών ομολόγων, καθώς τα επενδυτικά ιδρύματα επανεξετάζουν τον κίνδυνο που συνοδεύει αυτά τα περιουσιακά στοιχεία. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, κάποια hedge funds στοιχηματίζουν άμεσα πως οι τιμές των ιταλικών ομολόγων θα καταρρεύσουν.
Η απόδοση του βασικού δεκαετούς ομολόγου της Ιταλίας – η οποία κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση με την τιμή του – έχει διπλασιαστεί στο 2,3% από το περασμένο φθινόπωρο. Η απόδοση του αντίστοιχου ελληνικού τίτλου έχει αναρριχηθεί κοντά στο 8% από το 6,7% των αρχών του έτους.
Ο Μάριο Ντράγκι, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, υποσχέθηκε το καλοκαίρι του 2012 να κάνει ό,τι χρειαστεί για να σώσει το ευρώ, όμως τα βάρη του χρέους της Ιταλίας και της Ελλάδας έχουν σταδιακά επιδεινωθεί, εν μέσω στασιμότητας των οικονομιών τους.
Το χρέος της Ιταλίας ως ποσοστό της οικονομικής της παραγωγής έχει ανέλθει στο 133% από το 123% σε αυτήν την περίοδο. Στην Ελλάδα, το χρέος έχει ανέβει στο 183% της συνολικής οικονομίας της χώρας από το 159%.
Αυτοί οι αριθμοί αναδεικνύουν μια σκληρή οικονομική πραγματικότητα: όπως ένας ιδιώτης θα δυσκολευτεί να αποπληρώσει έναν τιμωρητικό λογαριασμό για την πιστωτική του κάρτα εάν ο μισθός του μείνει σταθερός ή πέσει, μια χώρα δεν μπορεί να μειώσει τον όγκο του χρέους της χωρίς να επεκτείνει την οικονομία της.
Και με την Ιταία και την Ελλάδα να περιορίζονται από τα δημοσιονομικά εμπόδια που απαιτούν οι κανόνες του ευρώ, και χωρίς να αναμένεται να παράξουν αρκετή ανάπτυξη στο μέλλον, οι μόνες εναλλακτικές είναι η αναδιάρθρωση του χρέους ή η έξοδος από το κοινό νόμισμα.
«Τα κοινά μοτίβα εδώ είναι το υψηλό χρέος, η χαμηλή ανάπτυξη και τα δυσλειτουργικά τραπεζικά συστήματα» είπε ο Ασόκα Μόντι, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ο οποίος γράφει βιβλίο για τη γέννηση της νομισματικής συμφωνίας. «Τώρα αυτά τα προβλήματα δεν είναι μόνο πρόβλημα της Ευρώπης, είναι παγκόσμιο πρόβλημα.»
Παρ’ ότι αυτά τα θέματα δεν ήταν μυστικά – βρίσκονταν στην καρδιά της κρίσης χρέους της ευρωζώνης το 2010 και το 2011 – τραβούν τώρα περισσότερη προσοχή λόγω των αναφορών που κυκλοφορούν ανάμεσα σε χρηματομεσίτες και οικονομολόγους.
Για τους επενδυτές που ενδιαφέρονται για συγκεκριμένα στοιχήματα κατά της Ιταλίας, δύο εκθέσεις που συμπεραίνουν πως η χώρα πιθανότατα δε θα μπορέσει να αποπληρώσει τα χρέη της πλήρως έχει τραβήξει την περισσότερη προσοχή.
Η Astellon Capital, hedge fund με έδρα στο Λονδίνο, υποστηρίζει στην ανάλυσή της πως κάποιου είδους αναδιάρθρωση είναι απαραίτητη για την Ιταλία, δεδομένης της αδυναμίας της οικονομίας της χώρας να αναπτυχθεί. Η έκθεση της Astellon υπογραμμίζει το γεγονός πως το μεγαλύτερο μέρος του χρέους της Ιταλίας διέπεται από τον τοπικό νόμο, κάτι που, στη θεωρία, θα έκανε πιο εύκολη την αναδιάρθρωση.
Όπως απέδειξε η Ελλάδα το 2011, εάν έχεις το χρέος σου σε τοπικό νόμο – αντί να υπόκειται σε δικαστήρια στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη – είναι πιο εύκολο να πετύχεις όρους αναδιάρθρωσης χρέους που ευνοούν την κυβέρνηση και όχι τους διεθνείς επενδυτές.
Η έκθεση της Astellon επισημαίνει επίσης πως η ΕΚΤ και οι αδύναμες ιταλικές τράπεζες υπήρξαν οι κύριοι αγοραστές των ιταλικών κρατικών ομολόγων τα τελευταία τρία χρόνια. Αυτές η αγορές έχουν οδηγήσει τις τιμές υψηλότερα, ρίχνοντας τις αποδόσεις στα χαμηλά του 1% από το 6%.
Πολλοί αμερικανικοί επενδυτές συμμετείχαν επίσης στις αγορές και για μια περίοδο τα ιταλικά ομόλογα ήταν ανάμεσα στα πιο δημοφιλή επενδυτικά παιχνίδια για τις πεινασμένες για αποδόσεις εταιρείες στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τώρα, ακόμη και με την πρόσφατη άνοδο στις αποδόσεις, επικρατεί η άποψη πως μια απόδοση 2% δεν είναι αρκετή δεδομένου του κινδύνου η Ιταλία να αναγκαστεί στο μέλλον να επιβάλει κούρεμα στους πιστωτές της στον ιδιωτικό τομέα – ή, σε ένα πιο ακραίο σενάριο, να βγει από το ευρώ.
«Υπάρχει μόνο ένας αγοραστής αυτών των ομολόγων, και αυτή είναι η ΕΚΤ» είπε ο Μπερντ Όντρουχ, διευθύνων στέλεχος της Astellon. «Το σενάριο ρίσκου-απόδοσης των ιταλικών ομολόγων αυτή τη στιγμή είναι αποτρεπτικό.»
Επίσης τραβά την προσοχή των επενδυτών με αμφιβολίες για την ευρωζώνη και έκθεση που εξέδωσε η Mediobanca, η ιταλική επενδυτική τράπεζα.
Όπως και η έρευνα της Astellon, η έκθεση της Mediobanca υπογραμμίζει πόσο λίγο έχει επωφεληθεί η Ιταλία από τη συμμετοχή της στο ευρώ: η ανάπτυξη υπήρξε κυριολεκτικά μηδενική, και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας ως εξαγωγέας μειώθηκε.
Την ίδια στιγμή, τα χρέη της Ιταλίας εκτινάχτηκαν, με μόνο την Ελλάδα να πληρώνει περισσότερα στους πιστωτές της ως ποσοστό της ευρύτερης οικονομίας (6,1% έναντι του 5,5% για την Ιταλία).
«Το συμπέρασμά μας είναι πως μια εθελοντική αναδιάρθρωση του χρέους, ένα σενάριο ιταλικής εξόδου, ή ένας συνδυασμός των δύο, αναπόφευκτα θα αποκτήσει απήχηση στους επενδυτές, δεδομένης της έλλειψης ανάπτυξης και της σημαντικής ασυνέχειας στην μακροοικονομική πολιτική της ευρωζώνη» ανέφεραν οι συντάκτες της έκθεσης στη σύνοψη των ευρημάτων τους.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επίσης δημοσίευσε μια πολυαναμενόμενη ανάλυση των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία.
Η έκθεση έχει υπάρξει κεντρικό σημείο σε μια ένθερμη διαφωνία ανάμεσα στο ταμείο και την Ευρώπη για τους όρους που χρειάζεται η Ελλάδα για να επανέλθει στον σωστό δρόμο. Το ταμείο έχει υποστηρίξει πως, πέραν των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, οι ευρωπαϊκές κυβέρνησης θα πρέπει να προσφέρουν ελάφρυνση χρέους στην Ελλάδα για να ανακάμψει πλήρως η οικονομία της χώρας.
«Η ανάπτυξη, η ανταγωνιστικότητα και η βιωσιμότητα του χρέους δεν έχουν αποκατασταθεί» καταλήξει το ταμείο στην αξιολόγησή του – ένα ισχυρό κατηγορητήριο δεδομένου πως έχουν περάσει επτά χρόνια από την πρώτη ελληνική διάσωση.
Οι ευρωπαίοι, και η Γερμανία συγκεκριμένα, απορρίπτουν αυτή τη σκέψη, ισχυριζόμενοι πως η οικονομία της Ελλάδας βελτιώνεται και πως όσο περιορίζει τις δαπάνες της, η κυβέρνηση θα μπορεί να καλύπτει τα χρέη της.
Όμως ο Μαρτσέλο Μινένα, χρηματοπιστωτικός οικονομολόγος και ένας από τους συντάκτες της έκθεσης της Mediobanca, λέει πως η διαφωνία ανάμεσα στην Ευρώπη και το ΔΝΤ χάνει ένα μεγαλύτερο ζήτημα.
Όπως επισημαίνει με τους συναδέλφους του στην έρευνά τους, είναι η ιστορική αδυναμία των φτωχότερων χωρών της νομισματικής ένωσης να αναπτυχθούν και να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές τους που κρύβεται στη ρίζα του συνεχούς δράματος για το ιταλικό και το ελληνικό χρέος.
«Αυτές οι χώρες δεν αναπτύσσονται λόγω έλλειψης επενδύσεων – έχουν πιαστεί σε μια ποντικοπαγίδα» είπε ο κ. Μινένα. «Χωρίς μια σημαντική αναδιάρθρωση της ευρωζώνης, δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να γίνει υπό αυτούς τους κανόνες.»