Οι δανειολήπτες έχουν σταματήσει να πληρώνουν περιμένοντας ευνοϊκές ρυθμίσεις με το νέο θεσμικό πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού. Ομως, η «στάση πληρωμών» πληγώνει τα ταμεία των τραπεζών.
Ο τραπεζικός κλάδος ισορροπεί ξανά σε τεντωμένο σκοινί και χωρίς δίχτυ ασφαλείας, καθώς βασικά οικονομικά μεγέθη επιδεινώνονται καθημερινά. Σύμφωνα με υπολογισμούς τραπεζικών στελεχών, αν η διαπραγμάτευση οδηγηθεί προς τα τέλη Μαΐου, από τα ταμεία των τραπεζών θα έχουν «χαθεί» περί τα 10 δισ. ευρώ, χειροτερεύοντας έτσι τη ρευστότητα.
Συγκεκριμένα:
Οι απώλειες στις καταθέσεις υπολογίζονται μέχρι σήμερα στα 3,5 με 4 δισ. ευρώ και εκφράζονται φόβοι για απόσυρση ακόμη 1 με 1,5 δισ. μέχρι τον Μάιο κι εφόσον δεν υπάρξει άρση της αβεβαιότητας και αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην οικονομία και το σύστημα.
Περί τα 3 δισ. εκτιμάται ότι θα φτάσει συνολικά η αύξηση των «κόκκινων» δανείων. Ηδη έχουν μείνει περί το 1,5 δισ. απλήρωτα νέα δάνεια μέχρι τα μέσα Μαρτίου, ενώ άλλα τόσα θα προστεθούν στον «κουβά» των 108 δισ. που υπολογίζονται τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς τις τράπεζες.
Για δεύτερη εβδομάδα ανακοινώνεται αύξηση του δανεισμού των τραπεζών μέσω του Εκτακτου Μηχανισμού, του ELA.
Την προηγούμενη εβδομάδα ανακοινώθηκε για πρώτη φορά μετά από μήνες αύξηση κατά 300 εκατ. ευρώ και χθες νέο αίτημα για επιπλέον 400 εκατ. ευρώ. Είναι εμφανές ότι η ρευστότητα των τραπεζών είναι στο «κόκκινο» και γι’ αυτό αυξάνεται η εξάρτηση από τον ELA. Μάλιστα, τραπεζικές πηγές επισημαίνουν ότι και τον Απρίλιο και τον Μάιο θα υπάρξει αύξηση του ELA, ίσως και πάνω από 500 εκατ. μηνιαίως.
Ολα τα παραπάνω δείχνουν ότι οι τράπεζες κάνουν αγώνα δρόμου προκειμένου να μη χειροτερεύσει η κατάσταση των οικονομικών μεγεθών τους και κυρίως να μην ανακοπεί η καλή πορεία σε έσοδα και κέρδη του 2016. Κάτι τέτοιο, όμως, υπό τις παρούσες συνθήκες αβεβαιότητας είναι δύσκολο να επιτευχθεί και γι’ αυτό φαίνονται και τα πρώτα σημάδια στις καθημερινές συναλλαγές.
Η υπόθεση με την εξάντληση νωρίτερα απ’ ό,τι συνήθως του ορίου για τα εμβάσματα στο εξωτερικό που έχει κάθε τράπεζα, δείχνει την ανησυχία που επικρατεί και στους απλούς καταθέτες και στις επιχειρήσεις. Είτε δηλαδή κάποιοι βγάζουν περισσότερα χρήματα στο εξωτερικό, είτε οι εταιρείες σπεύδουν να κάνουν τις συναλλαγές τους νωρίτερα φοβούμενες ότι δεν θα προλάβουν την εξάντληση του ορίου. Παράλληλα, επαγγελματίες τονίζουν ότι δυσκολεύονται το τελευταίο διάστημα με ορισμένες συναλλαγές τους, όπως με την έκδοση νέων μπλοκ επιταγών. Σε κάθε περίπτωση οι τραπεζίτες αλλά και η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι ιδιαίτερα ανήσυχοι για τις επιπτώσεις από τη μακρόσυρτη διαπραγμάτευση και γι’ αυτό ζητούν επιτακτικά να κλείσει η αξιολόγηση προτού να είναι αργά.
Ως πρώτο, και βασικό κίνδυνο για τις τράπεζες θεωρούν, πηγές της αγοράς, το σενάριο να χρειαστεί νέα ανακεφαλαιοποίηση. Το ΔΝΤ έχει άλλωστε μιλήσει για την ανάγκη κεφαλαίων ύψους 10 δισ. Το στοίχημα είναι να αποσοβηθεί αυτός ο κίνδυνος, καθώς δεν αποκλείεται η ανακεφαλαιοποίηση να χρειαστεί πριν από τα stress tests που θα γίνουν το 2018.
Ο δεύτερος και πιο άμεσος κίνδυνος είναι το «σφίξιμο» των capital controls αντί για τη χαλάρωση που όλοι ανέμεναν στις αρχές του χρόνου. Με τη ρευστότητα των τραπεζών να έχει μειωθεί δραματικά δεν αποκλείεται από την ΤτΕ, μια κίνηση – ασπίδα στο σύστημα ώστε να μη φύγουν περισσότερες καταθέσεις. Ενα τέτοιο ενδεχόμενο θα οδηγούσε σε μείωση των εμβασμάτων στο εξωτερικό για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις αλλά και σε μείωση του ορίου αναλήψεων που είναι σήμερα 420 ευρώ εβδομαδιαίως ή συνολικά 1.680 ευρώ τον μήνα.