Τα χθεσινά γεγονότα στην Καταλονία υποδηλώνουν ότι, όπως και με τις επιθέσεις του Λονδίνου που πραγματοποιήθηκαν στα τέλη της άνοιξης, η αστυνομία βελτιώνει την ανταπόκρισή της σε τέτοια χτυπήματα. Η ταχεία ανέγερση φραγμών και η συνοπτική εξολόθρευση των υπόπτων της Καμπρίλ, θα αναζωογονήσουν τις εκκλήσεις για περισσότερα οδοστρώματα και περισσότερη ένοπλη αστυνόμευση. Βραχυπρόθεσμα, θα είναι δύσκολο να αντισταθούμε σε κάτι τέτοιο, όπως και στις απαιτήσεις για ολοένα και πιο βαθιά εισβολή στην ψηφιακή επικοινωνία.
Ωστόσο, πρέπει να διατηρηθεί η ισορροπία μεταξύ της προσωπικής ελευθερίας και αυτού που είναι στην πραγματικότητα πολύ σπάνια απειλή. Ότι οι δράστες της είναι εξ ορισμού απρόσβλητοι στην αποτροπή καθιστά την απειλή πιο τρομακτική, αλλά και σχεδόν αδύνατο να μειωθεί. Θα πρέπει ίσως να θυμόμαστε ότι ενέργειες «σοκ και δέους» έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί ως όπλα από τις δυτικές κυβερνήσεις, από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο μέχρι το Ιράκ. Κατά μία έννοια, το λευκό φορτηγό είναι ο κατευθυνόμενος πύραυλος του φτωχού.
Θα υπάρξει μεγάλη συζήτηση για το κατά πόσο θέλουμε να προχωρήσουμε στην προστασία του δημόσιου χώρου χωρίς να τον «τρομοκρατούμε». Τμήματα του κεντρικού Λονδίνου φαίνονται ήδη δειλά και φοβισμένα, καθώς άσχημα εμπόδια στοιβάζονται γύρω από τουριστικούς χώρους. Για δεκαετίες δεν έχουμε διαχωρίσει τους πεζούς από τους βιαστικούς και τους μεθυσμένους οδηγούς, παρά τους θανάτους που έχουν προκύψει. Δε θα πρέπει να βανδαλίσουμε τους δρόμους και να παραμορφώσουμε τις πόλεις για να αποτρέψουμε τον μικρό κίνδυνο του σκόπιμου και όχι τυχαίου θανάτου.
Η προφανής απάντηση είναι να επαναλάβουμε ότι μια κακή πράξη της οποίας η εκτέλεση δεν μπορεί να αποφευχθεί θα πρέπει να θεωρείται αναπόφευκτη. Το Λονδίνο στη δεκαετία του ’70 και του ’80 έφτασε να θεωρεί τις βόμβες του IRA ως σχεδόν μέρος της ζωής στην πρωτεύουσα. Θα βοηθούσε αν δε δινόταν τόση γραφική δημοσιότητα σε αυτές τις πράξεις τρομοκρατίας. Διαστρεβλώνει τον κίνδυνο, ενθαρρύνει τη μίμηση και υπονομεύει την ελευθερία από τον φόβο. Πώς να ενημερώσεις χωρίς να «προωθήσεις», πώς να εκφράσεις τη συμπάθεια χωρίς να διαδώσεις τον φόβο, είναι μια ικανότητα για την οποία τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν σύγχυση.
Σε διαφορετικό επίπεδο, αυτές οι πράξεις πρέπει να μας υπενθυμίζουν την εύθραυστη σύμβαση στην οποία βασίζεται μια ειρηνική κοινωνία. Όπως είδαμε αυτή την εβδομάδα στο Σάρλοτσβιλ, η βία δεν είναι ποτέ μακριά από την επιφάνεια του ομαδικού μίσους και του φόβου, το άσχημο πρόσωπο της «πολιτικής ταυτοτήτων». Είναι μια κοινοτοπία ότι οι κοινότητες πρέπει να είναι πιο επαγρυπνησμένες, πρέπει να αναφέρουν τα περίεργα, πρέπει να είναι επιφυλακτικές. Η μόνη πραγματική πρόληψη του εγκλήματος είναι στην πηγή, γι’ αυτό και η χλευασμένη στρατηγική της πρόληψης πρέπει να είναι σωστή επί της αρχής.
Το δυσάρεστο γεγονός είναι ότι σχεδόν κάθε τρομοκρατική ενέργεια έχει μια πολιτική συνιστώσα. Η πολιτική των συγκρούσεων δεν μπορεί να κρυφτεί εντελώς κάτω από το χαλί του εγκλήματος. Είμαστε ακόμα στρατιωτικά εμπλεκόμενοι σε μουσουλμανικά κράτη – κάτι που πολλοί αναγκαστικά θα δουν ως πόλεμο κατά του Ισλάμ – και δείχνουμε ανίκανοι να σταματήσουμε τον εαυτό μας. Τραγικά, όλοι οι πόλεμοι έχουν θύματα.