Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού της Ισπανίας Μαριάνο Ραχόι ήταν απολύτως δικαιολογημένη να απαντήσει στην ανακοίνωση της Παρασκευής, απορρίπτοντας την κυβέρνηση της περιοχής, διαλύοντας το κοινοβούλιό της και θέτοντας τη δημόσια διοίκησή της κάτω από κεντρικό έλεγχο.
Ωστόσο, είναι σαφές ότι μια διευθέτηση διαρκείας του καταλανικού ζητήματος θα απαιτήσει γενναιόδωρες, προσεγμένες πολιτικές πρωτοβουλίες καθώς και την εφαρμογή ήπιων νομικών μέσων. Οι επικριτές του κ. Ραχόι παρατηρούν ότι πολύ συχνά υιοθέτησε μια αυστηρά νομικιστική προσέγγιση στην κρίση και ότι η χρήση της αστυνομικής δύναμης από τη κυβέρνησή του για να εμποδίσει την ψηφοφορία της 1ης Οκτωβρίου ήταν λανθασμένη. Ωστόσο, ο κ. Ραχόι φαίνεται να μαθαίνει από αυτά τα σφάλματα. Έχει πάρει τη σωστή απόφαση προκηρύσσοντας εκλογές για το Κοινοβούλιο της Καταλονίας στις 21 Δεκεμβρίου.
Σε αυτό το στάδιο είναι αδύνατο να είναι κανείς σίγουρος ποιος θα κερδίσει τις εκλογές. Δεν είναι καν βέβαιο ότι θα συμμετάσχουν κάθε κόμμα και κίνημα υπέρ της ανεξαρτησίας, ειδικά όσα ανήκουν στη ριζοσπαστική αριστερά. Οι πιο ριζοσπαστικοί εθνικιστές θα συνεχίσουν να κατοικούν, στο μυαλό τους, στο ανύπαρκτο κράτος που διακηρύχθηκε την περασμένη εβδομάδα. Συνεπώς, οι εκλογές δεν μπορούν να εκκαθαρίσουν τον πολιτικό αέρα στην Καταλονία όσο κι αν το επιθυμούν το κυβερνών συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα της Ισπανίας, και οι Σοσιαλιστές και Ciudadanos, τα δύο βασικά κόμματα της αντιπολίτευσης στη Μαδρίτη, τα οποία προς το παρόν υποστηρίζουν τον κ. Ραχόι.
Ωστόσο, οι εκλογές μπορούν και πρέπει να εξυπηρετήσουν έναν πιο θεμελιώδη σκοπό. Οι ισπανοί πολιτικοί πρέπει να τις χρησιμοποιήσουν για να προωθήσουν την υπόθεση στην κοινή γνώμη της Καταλανίας ότι οι τελευταίες ενέργειες της Μαδρίτης κατά των αποσχιστών δεν αποσκοπούν στην καταστολή της δημοκρατίας και της αυτοδιοίκησης της περιοχής. Αντίθετα, οι εκλογές είναι ένας τρόπος να υποστηριχθεί η πρωτοκαθεδρία των νομικών, δημοκρατικών διαδικασιών και να ανοίξει ο δρόμος για την αποκατάσταση της αυτονομίας της Καταλονίας υπό το σύνταγμα της Ισπανίας το 1978.
Ελπίζουμε ότι οι κεντρικές αρχές της Ισπανίας δεν θα περιμένουν πολύ μετά τις εκλογές για να αποκαταστήσουν την αυτονομία της Καταλονίας. Φυσικά, ένα τέτοιο βήμα πρέπει να είναι συμβατό με τη δημόσια τάξη. Ωστόσο, η υπερβολική καθυστέρηση θα προκαλέσει υποψίες ότι το μοντέλο κεντρικής κυβέρνησης που χαρακτήριζε την Ισπανία τον 18ο και 19ο αιώνα, για να μην αναφέρουμε την εποχή του Φράνκο, ρίχνει και πάλι τη σκιά του σε περιοχές με πλούσιες παραδόσεις αυτοδιοίκησης. Υπάρχουν ήδη σημαντικές ανησυχίες στη Χώρα των Βάσκων, η οποία απολαμβάνει εκτεταμένη αυτονομία, σχετικά με την καταστολή της ισπανικής κυβέρνησης στην Καταλονία.
Η μαζική διαδήλωση που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή στη Βαρκελώνη για τη στήριξη της ενότητας της Ισπανίας ήταν μια χρήσιμη υπενθύμιση ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού των 7,5 εκατομμυρίων της Καταλονίας είναι εντελώς αντίθετο με την απόσχιση. Ο αυτονομισμός είναι εξίσου μη ελκυστικός για τις εκατοντάδες επιχειρήσεις, μεγάλες και όχι τόσο μεγάλες, που τις τελευταίες εβδομάδες έχουν μεταφέρει τις έδρες τους εκτός της Καταλονίας. Ωστόσο, η μεγάλη πλειοψηφία των καταλανών αγαπά την αυτονομία της περιοχής τους. Θα θελήσουν να αποκατασταθεί το συντομότερο δυνατό. Πολλοί θα επιθυμούν να επεκταθεί.
Αυτά τα συναισθήματα αξίζουν ιδιαίτερη προσοχή από το Λαϊκό Κόμμα και την αντιπολίτευση στη Μαδρίτη. Ο κ. Ραχόι και ο Πέδρο Σάντσες, ο αρχηγός των Σοσιαλιστών, υποσχέθηκαν στις αρχές Οκτωβρίου να συγκροτήσουν κοινοβουλευτική επιτροπή που θα μελετήσει τρόπους για την τροποποίηση του ισπανικού συντάγματος και την επικαιροποίηση του καθεστώτος αυτονομίας της Καταλονίας. Πρέπει να πραγματοποιήσουν την υπόσχεσή τους. Είναι ο καλύτερος τρόπος για να θεραπεύσουν τις πληγές ενός αγώνα που έχει ήδη προκαλέσει μεγάλο κακό στην Καταλονία και την υπόλοιπη Ισπανία.