Οι επενδύσεις στην Τουρκία είναι πραγματικά η πατρίδα των γενναίων. Το νόμισμα έχει χάσει το ένα τέταρτο της αξίας του έναντι του δολαρίου φέτος, καθώς ο Erdogan συγκέντρωσε εξουσία και στέρησε από τους φορείς χάραξης νομισματικής πολιτικής την ανεξαρτησία που χρειαζόταν για να περιορίσουν την άνοδο του πληθωρισμού. Επομένως, ενώ η νίκη του απομάκρυνε κάποια επενδυτική αβεβαιότητα, οι οικονομικές του ανακοινώσεις αυτό το Σαββατοκύριακο θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν μια πραγματική καμπή.
Η αποδυνάμωση της λίρας είναι ιδιαίτερα επώδυνη, δεδομένου ότι το μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών την αφήνει εξαρτημένη σε μεγάλο βαθμό από τη χρηματοδότηση του δολαρίου. Ενδεχόμενη επανάληψη των προεκλογικών του δεσμεύσεων για την “αντιμετώπιση των επιτοκίων” κατά την επανεκλογή του, θα ήταν καταστροφική.
Αυτή η σημείωση, που έγινε ημέρες πριν από τις εκλογές της 24ης Ιουνίου, ανέτρεψε τη λίγη καλή πίστη που είχε χτίσει με τους επενδυτές, επιτρέποντας στην κεντρική τράπεζα να αυξήσει το επιτόκιο κατά 500 μονάδες βάσης από τα τέλη Απριλίου, στο 17,75%, και να υιοθετήσει ένα επιθετικό bias στη συνεδρίαση της 7ης Ιουνίου. Αυτό ήταν πολύ λίγο, και ήρθε πολύ αργά. Ο πληθωρισμός τον Ιούνιο αυξήθηκε περισσότερο ό,τι ανέμεναν οι οικονομολόγοι, στο 15,4%, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν τη Δευτέρα. Ενώ το επιτόκιο της κεντρικής τράπεζας είναι υψηλότερο, πρέπει να είναι ακόμη πιο υψηλό για να χαλιναγωγήσει τις τιμές –ο πληθωρισμός είναι πιθανό ότι θα αυξηθεί, δεδομένου ότι οι τιμές παραγωγού αυξάνονται με ρυθμό σχεδόν 24%.
Ο Erdogan πρέπει να επιλέξει εάν θα χρησιμοποιήσει την εντολή του και τις κατά πολύ αυξημένες εξουσίες του για να γίνει δικτάτορας ή θα σοβαρευτεί. Ας ελπίσουμε ότι θα επιλέξει το τελευταίο –για να εξασφαλίσει την κληρονομιά του χρειάζεται να ανακόψει την επιδείνωση της οικονομίας, και αυτό σημαίνει να την παραδώσει σε χέρια επαγγελματιών.
Αν ναι, τότε υπάρχουν κάποιες σημαντικές αποδόσεις για τους άπληστους, ή εάν προτιμάτε, για τους θαρραλέους. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου (εκπεφρασμένου σε τουρκικές λίρες) διαμορφώνεται στο 16,7%, πολύ μακριά για παράδειγμα από το γερμανικό bund στο 0,3% ή ακόμη και από το ρωσικό ομόλογο (σε ρούβλι), στο 7,7%. Εάν η λίρα παραμείνει σταθερή ή ακόμη και εάν υποχωρήσει με ήπιο ρυθμό, οι αποδόσεις θα εξακολουθούν να είναι σημαντικές.
Και εάν το νόμισμα ανακτήσει μέρος των απωλειών του, αυτό θα ενίσχυε τις εν δυνάμει αποδόσεις. Μια άνοδος της λίρας κατά 5%, θα αύξανε τις επενδυτικές αποδόσεις κατά το ίδιο ποσοστό –και θα οδηγούσε τη λίρα στο επίπεδο που βρισκόταν κατά την προεκλογική εκστρατεία. Μια ανακοίνωση από τον Erdogan αυτό το Σαββατοκύριακο για την ενίσχυση της κεντρικής τράπεζας και για να δώσει στην οικονομία την στήριξη που χρειάζεται, θα μπορούσε να είναι αρκετό για να φέρει τέτοια αποτελέσματα.
Το πρόβλημα είναι, ότι δεν μπορείς να στηριχτείς πάνω του. Από τη μια πλευρά, μιλάει χωρίς να καταλαβαίνει οικονομικά, αλλά από την άλλη, είναι θύμα των εκρήξεων λογικής του. Ένα παράδειγμα είναι ότι επέτρεψε στην κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια κατά 500 μονάδες βάσης. Θα ήταν τολμηρό να πούμε ότι έχοντας την εξουσία, η λογική θα κυριαρχήσει, θα αναγνωρίσει την αδυναμία του, και θα αφήσει ήσυχους τους φορείς χάραξης πολιτικής. Είναι μεγάλο ρίσκο να στοιχηματίσει κανείς σε αυτό –κάτι που είναι συνήθης πρακτική στις αναδυόμενες αγορές.
Αλλά θα μπορούσε να συμβεί. Μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα που να αυξάνει και πάλι τα επιτόκια, υποδηλώνει ότι η Τουρκία ίσως να έχει περάσει το χειρότερο της νομισματικής κρίσης. Η μοίρα της λίρας εξαρτάται από το ποιον θα επιλέξει ο Erdogan να τεθεί επικεφαλής της νομισματικής πολιτικής. Θα ήταν πολύ καλύτερα εάν δεν ήταν αυτός.