Οι αποταμιευτές μπορούν τώρα να εξασφαλίσουν υψηλότερα έσοδα από τόκους, οι υποψήφιοι δανειολήπτες βλέπουν κόστη χρηματοδότησης που είχαν να δουν πολλά χρόνια, οι επενδυτές μπορούν να επωφεληθούν λίγο περισσότερο από τη διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου με την κατοχή τίτλων σταθερής απόδοσης, και όσο για αυτούς που επιλέγουν τις μετοχές, o χρηματοπιστωτικός κλάδος έχει επωφεληθεί, ενώ ο κατασκευαστικός έχει δεχτεί πλήγμα.
Ωστόσο, όσον αφορά τη συστημική σημασία, αυτές οι εξελίξεις θα μπορούσαν να χάσουν τη σημαντικότητά τους σε σύγκριση με την επίδραση των πρόσφατων κινήσεων στα επιτόκια των ΗΠΑ στο πρότυπο καθορισμού των επιτοκίων στον προηγμένο κόσμο. Υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις πιθανής ανατροπής της αιτιώδους συνάφειας στη σχέση μεταξύ οικονομικών συνθηκών μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης.
Για αρκετό διάστημα, η άφθονη ρευστότητα της Ευρώπης άσκησε πτωτική πίεση στα επιτόκια των ΗΠΑ συνολικά και συνέβαλε σε μια αξιοσημείωτη ισοπέδωση της καμπύλης αποδόσεων των κρατικών ομολόγων, περιλαμβανομένου του spread μεταξύ ομολόγων διάρκειας δύο ετών και 10 ετών που έπεσε ακόμη και κάτω από τις 20 μονάδες βάσης. Αλλά τώρα, οι ευρωπαϊκές νομισματικές συνθήκες δεν μπορούν πλέον να αντικατοπτρίζουν τη συνολική αύξηση των αποδόσεων των ΗΠΑ και συσφίγγονται από τα γεγονότα στην αντιπέρα όχθη του Ατλαντικού. Αυτό έχει συνέπειες όχι μόνο για την Ευρώπη, η οποία δεν έχει υιοθετήσει ακόμη επαρκώς φιλοαναπτυξιακή προσέγγιση, αλλά και για τον αναδυόμενο κόσμο.
Τις τελευταίες εβδομάδες, οι αποδόσεις των ομολόγων των ΗΠΑ μικρής διάρκειας έχουν ενισχυθεί σε επίπεδα που δεν είχαν παρατηρηθεί εδώ και πολλά χρόνια. Αυτό συνοδεύτηκε από δύο άλλες αξιοσημείωτες εξελίξεις: Αυτή τη φορά, η καμπύλη αποδόσεων τείνει να παίρνει μεγάλη κλίση, παρά να παραμένει σταθερή. Και σε διεθνές επίπεδο, αντί να διευρύνεται η διαφορά των αποδόσεων μεταξύ των αμερικανικών ομολόγων και των γερμανικών ομολόγων αναφοράς σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα (το spread για 10ετή ομόλογα έφτασε τις 260 μονάδες βάσης στο τέλος της περασμένης εβδομάδας), οι γερμανικές αποδόσεις έχουν υποχωρήσει περισσότερο και, στο μεταξύ, έχουν ξεπεράσει ορισμένα σημεία – ορόσημο (συμπεριλαμβανομένης της αύξησης άνω των -50 μονάδων βάσης για τους διετείς τίτλους).
Αυτή η συνεχιζόμενη αλλαγή στο καθεστώς των αποδόσεων έχει νόημα λόγω της απόκλισης μεταξύ των Η.Π.Α. και της Ευρώπης που έχει γίνει πιο πολυδιάστατη. Για παράδειγμα:
-Η ανάπτυξη των ΗΠΑ έχει επιταχυνθεί, υποκινούμενη τόσο από την κατανάλωση όσο και από τις επενδύσεις, ενώ η Ευρώπη αντιμετωπίζει ισχυρότερα εμπόδια.
-Οι εμπορικές εντάσεις, τόσο οι άμεσες όσο και οι έμμεσες, είναι λιγότερο επιβλαβείς για τις ΗΠΑ λόγω της πιο διαφοροποιημένης και επιχειρηματικής οικονομίας, η οποία είναι επίσης λιγότερο ανοικτή στο εμπόριο σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά έθνη.
-Οι ΗΠΑ ακολουθούν μια σημαντικά πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.
-Η Federal Reserve αύξησε τα επιτόκια των ΗΠΑ την Τετάρτη για όγδοη φορά από τον Δεκέμβριο του 2015 και η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να υπερβεί τις προσδοκίες των αγορών.
Ο στασιμοπληθωριστικός αντίκτυπος των υψηλότερων τιμών του πετρελαίου είναι πιθανό να είναι λιγότερο έντονος για τις ΗΠΑ συγκριτικά με πολλές άλλες προηγμένες χώρες. Αυτό έχει οδηγήσει τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι να δώσει σήμα για τις προσδοκίες του για υψηλότερο πληθωρισμό.
Χωρίς πιο αποφασιστικά μέτρα υπέρ της ανάπτυξης από την πλευρά της Ευρώπης, είναι δύσκολο να παρατηρηθεί σύντομα κάποια από αυτές τις τάσεις. Ως αποτέλεσμα, η Ευρώπη θα μπορούσε να αντιμετωπίσει πιο δυσμενείς οικονομικές συνθήκες που θα υπερβαίνουν τις προβλέψεις της ΕΚΤ.
Εάν οι τρέχουσες τάσεις ενταθούν, η μεταβολή των προοπτικών θα μπορούσε να υπονομεύσει ακόμη και τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΚΤ για ποσοτική χαλάρωση (συμπεριλαμβανομένης μιας ακόμη μείωσης των αγορών την 1η Οκτωβρίου, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα την ολοκλήρωση του προγράμματος αγοράς ομολόγων τρεις μήνες αργότερα). Θα υπονόμευε επίσης το guidance της τράπεζας για την πρώτη αύξηση των επιτοκίων (στο τέλος του καλοκαιριού). Αυτό αυξάνει την πολυπλοκότητα των προκλήσεων πολιτικής που αντιμετωπίζει η ΕΚΤ.
Αν και αυτό το μοτίβο της μεγαλύτερης απόκλισης είναι πιο άμεσα εφαρμοστέο στις προηγμένες χώρες, ο αναδυόμενος κόσμος έχει επίσης ένα μερίδιο σε αυτό που φαίνεται να αποτελεί μια αλλαγή στο καθεστώς των επιτοκίων διεθνώς.
Ο συνδυασμός των υψηλότερων επιτοκίων και της πιθανής ανατίμησης του δολαρίου θα ασκούσε μεγαλύτερη πίεση στις εύθραυστες οικονομίες – εκείνες με μεγάλες ανάγκες χρηματοδότησης, υψηλό βραχυπρόθεσμο χρέος, μεγάλες αναντιστοιχίες των νομισμάτων και ευαισθησία στις νέες εκροές επενδύσεων χαρτοφυλακίου.
Και όσο περισσότερο διαταράσσονται, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος δυσμενούς μεταδοτικότητας για άλλες αναδυόμενες οικονομίες.
Η απάντηση σε όλα αυτά δεν είναι να σταματήσει η Fed να αυξάνει τα επιτόκια ή, ακόμα χειρότερα, οι ΗΠΑ να σημειώσουν πιο αργούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αντίθετα, η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στις πολιτικές υπέρ της ανάπτυξης. Διαφορετικά, η ήπειρος θα μπορούσε να βρεθεί στο τέλμα μιας νομισματικής σύσφιγξης που η ΕΚΤ θα μπορούσε να αντιμετωπίσει με τον κίνδυνο πρόσθετων απρόβλεπτων συνεπειών και παράπλευρων ζημιών.