Των Mark Gilbert και Marcus Ashworth
Με την πανδημία να απειλεί να καταστρέψει την παγκόσμια οικονομία, οι κυβερνήσεις έχουν ανοίξει τις δημοσιονομικές “κάνουλες” και οι κεντρικές τράπεζες έχουν διοχετεύσει ακόμη περισσότερα χρήματα στο νομισματικό σύστημα.
Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, από τις μετοχές και τα ομόλογα έως το Bitcoin, έχουν ανταποκριθεί εκτινασσόμενα σε ιστορικά υψηλά. Οι ελπίδες ότι οι εμβολιασμοί μπορούν να αντικαταστήσουν τα lockdown ως η καλύτερη άμυνα απέναντι στον κορονοϊό τροφοδοτούν τις προσδοκίες ότι η ανοδική – ως επί το πλείστον – τάση είναι πιθανό να συνεχιστεί και το 2021.
Σοκ για το σύστημα
Ένα δεύτερο κύμα lockdown βάζει “λουκέτο” στον μισό ανεπτυγμένο κόσμο κατά την περίοδο των εορτών. Από την αρχή της πανδημίας, διαφορετικά τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας βίωσαν διαφορετικές ή και αποκλίνουσες εμπειρίες.
Η Κίνα έχει ανακτήσει όλη τη χαμένη της ορμή και η παραγωγική δραστηριότητα στην πραγματικότητα αυξάνεται. Δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για τις μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης ή για την οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ, η οποία αναμένεται να αυξηθεί έντονα το επόμενο έτος, ωστόσο είναι προφανές ότι οι επιπτώσεις της καταστροφικής “μπάλας κατεδάφισης” του 2020 θα παραμείνουν για κάποιο διάστημα μαζί μας, με πλήρη επιστροφή στα προ Covid επίπεδα όχι νωρίτερα από το 2022.
Η “βαριοπούλα”
Κανείς δεν μπορεί να παραπονεθεί ότι οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο δεν έχουν αφομοιώσει τα διδάγματα της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης. Όλα τα υπάρχοντα μη συμβατικά εργαλεία – με αρκετές νέες και πρωτότυπες ερμηνείες και μορφές – χρησιμοποιήθηκαν ταχύτατα.
Οι κεντρικές τράπεζες δεν έδειξαν έλλειψη φαντασίας ως προς τη συντονισμένη ανταπόκρισή τους σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής. Από τον Μάρτιο, μόνον η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve) έχει αγοράσει 3,3 τρισεκατομμύρια δολάρια κρατικών ομολόγων και ενυπόθηκων τίτλων, ενώ έχει προσθέσει στη λίστα αγορών της εταιρικά ομόλογα, χρέος κάτω της επενδυτικής βαθμίδας και ETFs. Η ανοδική πορεία ανέβασε τις τιμές όλων των περιουσιακών στοιχείων.
Μην τα βάζετε με τη Fed
Η πανδημία αρχικώς σάρωσε τα χρηματιστήρια τον Μάρτιο και οδήγησε τη συνολική αξία των μετοχών παγκοσμίως στο χαμηλότερο επίπεδο εδώ και σχεδόν τέσσερα χρόνια. Το ράλι έκτοτε ήταν “αδυσώπητο”, με τους δείκτες παγκοσμίως να σημειώνουν άνοδο άνω του 60% από το χαμηλό τους για το 2020.
Οι παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές αξίζουν πλέον ένα αθροιστικό ποσό κοντά στα 100 τρισ. δολ., για πρώτη φορά στην ιστορία τους. Με τους αναλυτές της Wall Street να ανταγωνίζονται για το ποιος θα κάνει τις υψηλότερες και πλέον αισιόδοξες προβλέψεις σε σχέση με τους χρηματιστηριακούς δείκτες αναφοράς για το επόμενο έτος, η επιτακτική ανάγκη αγοράς μετοχών μοιάζει ακαταμάχητη.
Πόσο μακριά μπορούν να φτάσουν;
Οι αγορές ομολόγων έχουν επίσης δημιουργήσει νέα ρεκόρ, αν και με τρόπο που απειλεί να κάνει τη ζωή ακόμα πιο δύσκολη για τους αποταμιευτές που προσπαθούν να βρουν ένα ασφαλές μέρος για να αποθηκεύσουν τα συνταξιοδοτικά τους κεφάλαια.
Το παγκόσμιο απόθεμα χρέους το οποίο δίνει αρνητικές αποδόσεις έχει αυξηθεί πέραν των 18 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, υπερδιπλάσιο του αντίστοιχου ποσού στις αρχές του 2019.
Έχουν περάσει λιγότερο από τέσσερα χρόνια από τότε που οι επενδυτές χρεώναν την Πορτογαλία περισσότερο από 4% για τα 10ετή της ομόλογα. Νωρίτερα αυτό τον μήνα, άρχισαν να πληρώνουν για το προνόμιο της κατοχής κρατικών τίτλων της χώρας.
Ποιος θα στοιχημάτιζε εναντίον της Ιταλίας και της Ελλάδας, των οποίων τα 10ετή ομόλογα έχουν απόδοση περί το 0,5%, ποντάροντας ότι δεν θα ενταχθούν και εκείνες μέσα στο 2021 στο κλαμπ των χωρών που δανείζονται με αρνητικά επιτόκια για τα 10ετή τους;
Τα αρνητικά επιτόκια αποτελούν “βάρος” για τις τράπεζες
Πολλά έχουν γραφτεί για τα πλεονεκτήματα ή τα μειονεκτήματα της συμπίεσης του κατώτατου ορίου των επίσημων επιτοκίων κάτω από το μηδέν, την οποία εφάρμοσε – μεταξύ άλλων – η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Μέχρι στιγμής, η Federal Reserve και η κεντρική τράπεζα του Ηνωμένου Βασιλείου (Bank of England) έχουν αντισταθεί.
Απλώς κοιτάζοντας, ωστόσο, τις αποτιμήσεις των αντίστοιχων τραπεζικών τομέων, είναι σαφές ότι η συμπίεση των καθαρών περιθωρίων επιτοκίου έχει μακροπρόθεσμα επιβλαβείς επιπτώσεις στον χρηματοπιστωτικό κλάδο.
Ακόμη και οι ισχυρότερες ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν απτές λογιστικές αξίες που αποτελούν κλάσμα εκείνων των αμερικανικών ομολόγων τους. Η χαμηλότερη κερδοφορία τους εμφανίζεται με τη μέση απόδοση ιδίων κεφαλαίων να είναι μικρότερη από το μισό από σε σχέση με εκείνη που προσφέρει ο χρηματοπιστωτικός τομέας των ΗΠΑ.
Ο ανταγωνισμός είναι έντονος στην ασφυκτικά γεμάτη με τραπεζικά ιδρύματα Ευρώπη, όπου οι εταιρείες βασίζονται σε τραπεζικά δάνεια και όχι στις κατακερματισμένες κεφαλαιαγορές για εταιρική χρηματοδότηση, ωστόσο οι τράπεζες δεν μπορούν να χρεώσουν μεγάλο επιτόκιο για τα χρήματα που δανείζουν. Υπάρχουν επίσης ανησυχίες ότι το φάντασμα της κρίσης χρέους της ζώνης του ευρώ – ένα “βουνό” μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) – θα μπορούσε να επανεμφανιστεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας ή μετά τη λήξη της.
Μπορεί η Ευρωζώνη να αποφύγει τον αποπληθωρισμό;
Η μάστιγα του πληθωρισμού συνήθιζε να κρατά τους κεντρικούς τραπεζίτες ξύπνιους τις νύχτες – τώρα όμως συμβαίνει το αντίθετο. Κοιτάζοντας το πιο μακροπρόθεσμο διάγραμμα για τον ευρωπαϊκό πληθωρισμό και τα επίσημα ποσοστά, έχει κανείς μια αίσθηση νοσταλγίας όχι μόνο για την εποχή που τα ποσοστά αυτά είχαν θετικό πρόσημο, αλλά και για την περίοδο που άλλαζαν κατά 25 μονάδες βάσης τη φορά.
Μολονότι η ώθηση των επιτοκίων της βαθύτερα στην αρνητική επικράτεια είχαν κάποια αρχική επίδραση για την ΕΚΤ, το συγκεκριμένο αποτέλεσμα έχει εξασθενίσει, με τις κυριότερες τιμές καταναλωτή να σηματοδοτούν πια αποπληθωρισμό. Είναι δύσκολο να δει κανείς πώς η κεντρική τράπεζα μπορεί να επιτύχει τον στόχο ενός πληθωρισμού που θα “τρέχει” κάτω από – αλλά κοντά στο – 2%. Η επίσημη πρόβλεψη για το 2023 είναι για πληθωρισμό μόλις στο 1,4%.
Η “Πράσινη Επανάσταση”
Το τρέχον έτος έχει επιφέρει σημαντική επιτάχυνση στην έκδοση πράσινων ομολόγων, από τράπεζες και εταιρείες έως κυβερνήσεις. Το επόμενο έτος θα υπάρξει μεγαλύτερη διαφοροποίηση ως προς την προσφορά κοινωνικών ομολόγων και ομολόγων στήριξης της αειφορίας.
Μόνον η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει να εκδώσει 70 δισεκατομμύρια ευρώ κοινωνικών ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος SURE για τη στήριξη της εργασίας, με άλλα 240 δισεκατομμύρια ευρώ πωλήσεων πράσινων ομολόγων για το Ταμείο Ανάκαμψης.
Το - Intelligence εκτιμά ότι το απόθεμα περιβαλλοντικού, κοινωνικού και κυβερνητικού χρέους θα μπορούσε να φθάσει τα 53 τρισεκατομμύρια δολάρια έως το 2025 – το ένα τρίτο όλων των περιουσιακών στοιχείων υπό διαχείριση παγκοσμίως.
Το Ηνωμένο Βασίλειο θα συμμετάσχει καθυστερημένα στο “πάρτι” με τα πρώτα του πράσινα χρεόγραφα το επόμενο έτος, ωστόσο η μεγάλη έκπληξη θα μπορούσε να έρθει από τις ΗΠΑ. Η Fed έχει ενταχθεί στο Δίκτυο για ένα πιο Πράσινο Χρηματοοικονομικό Σύστημα, μια παγκόσμια πρωτοβουλία κεντρικών τραπεζών με 75 μέλη. Υπό την επερχόμενη κυβέρνηση του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ Joe Biden, μήπως βρισκόμαστε στα πρόθυρα των πράσινων αμερικανικών κρατικών ομολόγων;
Η “μόδα” των ETFs
Η αγορά χαμηλού κόστους ETFs συνεχίζει να “εκρήγνυται”, με την παγκόσμια αξία αυτών των εργαλείων να φτάνει τα 6,6 τρισεκατομμύρια δολάρια φέτος, καθώς τα χαμηλά τέλη τους συνεχίζουν να προσελκύουν επενδυτές οι οποίοι ανησυχούν για ζητήματα κόστους.
Ο Eric Balchunas του - Intelligence εκτιμά ότι οι εισροές των ΗΠΑ στον κλάδο θα μπορούσαν να φθάσουν τα 600 δισ. δολάρια το επόμενο έτος. Και δεν είναι μόνο οι παραδοσιακοί “ιχνηλάτες” του χρηματιστηρίου που είναι “της μόδας”. Τα ETFs ενεργής διαχείρισης, καθώς και εναλλακτικές μορφές σταθερού εισοδήματος του προϊόντος, αναμένεται να “σαρώσουν” την αγορά.
Η “δίψα” για αποδόσεις
Οι διαχειριστές προγραμμάτων σταθερού εισοδήματος που διψούν για αποδόσεις στην Ευρώπη έχουν αγοράσει περίπου 86 δισεκατομμύρια ευρώ νέου χρέους υψηλών αποδόσεων φέτος, σύμφωνα με τη συνάδελφό μας στο - News, Irene García Pérez. Πρόκειται για τις μεγαλύτερες τοποθετήσεις από το 2017, παρόλο που η πανδημία στην πραγματικότητα “έκλεισε” για δύο μήνες την αγορά νέων εκδόσεων νωρίτερα μέσα στο έτος. Η αμερικανική αγορά προϊόντων με αξιολόγηση “junk” απολαμβάνει τον πιο “πολυσύχναστο” Δεκέμβριό της τουλάχιστον το 2006, με πωλήσεις 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ανέφερε ο Davide Scigliuzzo.
Η ανάληψη μεγαλύτερου ρίσκου αποδείχθηκε κερδοφόρα φέτος, με τις αποδόσεις σε όλο το φάσμα βαθμίδων αξιολόγησης είτε σε ιστορικό χαμηλό είτε κοντά σε αυτό.
Η τύχη θα μπορούσε να συνεχίσει να ευνοεί τους “γενναίους” τον επόμενο χρόνο. Η Υπηρεσία Επενδυτών της Moody’s προβλέπει ότι το μέσο επιτόκιο μεταξύ των Ευρωπαίων δανειστών μη επενδυτικής βαθμίδας θα κορυφωθεί σε 5,7% το επόμενο έτος, λιγότερο από το μισό σε σχέση με εκείνο που επετεύχθη κατά τη διάρκεια του ναδίρ επί της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης πριν από μια δεκαετία. Την ίδια ώρα, οι κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν να ενισχύουν ισχυρά την παγκόσμια ρευστότητα.
Κάτι “λάμπει”, αλλά δεν είναι χρυσός
Αφού σημείωσε άνοδο περισσότερο από 270% φέτος, το ψηφιακό νόμισμα άφησε πίσω του, καταϊδρωμένο, τον χρυσό. Το Bitcoin “λαμβάνει μεγάλο μέρος του ενδιαφέροντος και της προσοχής από εκείνο που αποτελούσε κάποτε χώρο αποθήκευσης αξίας που προοριζόταν κυρίως για πολύτιμα μέταλλα”, σύμφωνα με τον Mike McGlone του - Intelligence.
Η άνοδος του Bitcoin το είδε να σκαρφαλώνει σε επίπεδα – ρεκόρ 20.000 δολ., παρόλο που η χρήση του στον πραγματικό κόσμο παραμένει σχεδόν ανύπαρκτη.
Στην πλέον πρόσφατη έρευνα της Bank of America, το νόμισμα θεωρήθηκε το τρίτο πιο πολυσύχναστο πεδίο trading από το 15% των διαχειριστών κεφαλαίων που εποπτεύουν assets συνολικής αξίας 534 δισ. δολ., κερδίζοντας μόνο από την κατοχή μετοχών εταιρειών του κλάδου της τεχνολογίας και στοιχήματα εναντίον του δολαρίου.
Μια προειδοποίηση, ωστόσο: όταν το Bitcoin έφτασε για τελευταία φορά σε αυτά τα επίπεδα, τον Δεκέμβριο του 2017, το επόμενο έτος το είδε να χάνει το 80% της αξίας του.