O κόσμος πρέπει να φαίνεται πολύ μπερδεμένος αν κάθεσαι στην καρέκλα της Άνγκελα Μέρκελ. Η καγκελάριος έχει δεχθεί συνεχιζόμενη διεθνή κριτική για την αστρική απόδοση των γερμανικών εταιρειών στις παγκόσμιες αγορές. Τώρα, οι επικριτές της κας Μέρκελ την κατηγορούν ότι παρατάει πρόωρα τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που στήριξαν αυτή την επιτυχία. Εδώ και αρκετά χρόνια, η Γερμανία έχει καθιερωθεί ως ο «κακός» της υπόθεσης του ενιαίου νομίσματος. Σύμφωνα με τη λαϊκή (ή μήπως λαϊκίστικη) άποψη που επικρατεί, το Βερολίνο έχει αρνηθεί να διασώσει την ταραγμένη περιφέρεια της ευρωζώνης. Δεν δίνει επίσημη έγκριση σε μία νέα κατηγορία ευρωομολόγων. Το υπέρογκο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας έχει ωθήσει την Ελλάδα, την Ισπανία, την Πορτογαλία και άλλες χώρες σε άγριο αποπληθωρισμό. Οι πιέσεις που δέχεται η νομισματική ένωση δεν είναι εξαιτίας των αδύναμων οικονομιών, αλλά εξαιτίας της υπερ-ανταγωνιστικότητας της Γερμανίας.
Υπάρχουν αρκετά λάθη σε αυτά τα επιχειρήματα. Τα προβλήματα της Ελλάδας έχουν να κάνουν περισσότερο με την απουσία αποτελεσματικής διακυβέρνησης στην Αθήνα από ό,τι με το γεγονός ότι η Mercedes και η BMW παράγουν πολύ ωραία αυτοκίνητα. Οι ακραίες διακυμάνσεις (εξάρσεις-υφέσεις) στις αγορές ακινήτων της Ισπανίας και της Ιρλανδίας μπορούν να συνδεθούν μονάχα επιφανειακά με τις τεχνικές ικανότητες της βιομηχανίας εργαλειομηχανών της Γερμανίας. Για την Ιταλία φταίει, όπως πάντα, η ίδια η Ιταλία. Και, η Γαλλία εξακολουθεί να φοβάται να αφήσει πίσω της το παρελθόν.
Η Γερμανία μπορούσε και θα έπρεπε να είχε κάνει περισσότερα για την τόνωση της εγχώριας οικονομίας της. Η λιτότητα είναι μερικές φορές ένα αναγκαίο κακό, αλλά δεν πρέπει να μετατρέπεται σε θρησκεία. Η συνήθεια της κας Μέρκελ να πιέζει στα άκρα κάθε επιχείρηση διάσωσης έχει προσθέσει σε μεγάλο βαθμό στο κόστος της σταθεροποίησης του ενιαίου νομίσματος. Γενικότερα, οι ανισορροπίες στο διεθνές σύστημα αντιμετωπίζονται καλύτερα αν οι πιστώτριες χώρες μοιράζονται το βάρος με τις χώρες-οφειλέτες.
Τούτου λεχθέντος, ο αντίκτυπος μίας πιο ισχυρής γερμανικής οικονομίας θα ήταν ιδιαίτερα περιορισμένος. Λίγη επιπλέον ανάπτυξη στη Γερμανία δεν θα μείωνε σημαντικά τον πόνο της δημοσιονομικής και διαρθρωτικής προσαρμογής στο νότο της ευρωζώνης. Ακόμη και οι Βρετανοί πολιτικοί, οι οποίοι συγχαίρουν τους εαυτούς τους για το γεγονός ότι έμειναν εκτός ευρώ, έχει χρειαστεί να μοιραστούν τη δυστυχία μετά το κραχ.
Ας εξετάσουμε τώρα τη διεθνή αντίδραση στη συμφωνία των κυβερνόντων Χριστιανοδημοκρατών της κας Μέρκελ με τους αντιπολιτευόμενους Σοσιαλδημοκράτες. Υποθέτοντας ότι έχει κερδίσει την υποστήριξη των μελών του SPD –το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ακτιβιστών του κόμματος αναμένεται αυτό το Σαββατοκύριακο- η συμφωνία υποτίθεται ότι θα παρέχει πυξίδα πολιτικής για τον μεγάλο συνασπισμό.
Ακόμη και οι πιο φανατικοί θαυμαστές της Γερμανίας θα δυσκολεύονταν να περιγράψουν τη συμφωνία αυτή ως ένα εμπνευσμένο έγγραφο. Τα στοιχεία της συμφωνίας που έχουν γεμίσει τα πρωτοσέλιδα έχουν μια χαρακτηριστικά «ρετρό» αίσθηση. Με την επιμονή του SPD, η Γερμανία θα εξασφαλίσει έναν κατώτατο μισθό, η ηλικία συνταξιοδότησης θα μειωθεί για αυτούς που παραμένουν περισσότερο καιρό στην απασχόληση, οι μητέρες μεγαλύτερης ηλικίας θα πάρουν καλύτερες συντάξεις και οι εργαζόμενοι θα διατηρήσουν την προστασία απασχόλησής τους.
Στο βαθμό που τα μέτρα αυτά θα έχουν αναγνωρίσιμες επιπτώσεις –και το σύμφωνο έχει αφήσει τις δεσμεύσεις πολύ πιο αόριστες από ότι θέλουν να παραδεχθούν τα πρωτοσέλιδα των μέσων ενημέρωσης- είναι πιθανό να χαλαρώσουν κάπως τα φορολογικά ηνία και να οδηγήσουν σε αύξηση των μισθών. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να αυξήσουν την εγχώρια ζήτηση και να κάνουν τη γερμανική βιομηχανία κάπως λιγότερο ανταγωνιστική από ό,τι θα ήταν διαφορετικά.
Το πακέτο έλαβε προβλέψιμα σκληρές κριτικές από την Bundesbank και τους Γερμανούς εργοδότες, αλλά η κα Μέρκελ μπορεί να περίμενε ένα σεμνό χειροκρότημα από το διεθνές κοινό, το οποίο έχει κάνει έκκληση για μία πιο επεκτατική πολιτική. Το χειροκρότημα δεν ήρθε ποτέ.
Ο Economist «έπιασε» τέλεια το κλίμα, με ένα κύριο άρθρο που αγόρευε επί μακρόν τις παραχωρήσεις της κυρίας Μέρκελ σε αυτήν που αποκάλεσε «αριστερίστικη ατζέντα» του SPD. Η γερμανική παραγωγικότητα, τόνισε το περιοδικό, έχει αυξηθεί με λιγότερο από το μισό ρυθμό από ό,τι στην Ισπανία. Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει πραγματοποιήσει λιγότερες μεταρρυθμίσεις από ό,τι η Γερμανία τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με το άρθρο, το Βερολίνο θα πρέπει να δρομολογήσει νέες μεταρρυθμίσεις για να ανοίξει εκ νέου το χάσμα ανταγωνιστικότητας με τα άλλα κράτη της ευρωζώνης. Όπως είπαμε και πριν, η κα Μέρκελ θα πρέπει να είναι πολύ μπερδεμένη.
Στην πραγματικότητα, η σημασία της συμφωνίας συνασπισμού δεν έγκειται στο τι προβλέπει για τη Γερμανία, αλλά στο τι λέει για την ευρύτερη κακουχία. Η Ευρώπη πάσχει από υπερβολική επιφυλακτικότητα. Η παγκοσμιοποίηση έχει φέρει τα πάνω κάτω στον πλανήτη. Η στάση της Ευρώπης είναι να προσποιείται το αντίθετο.
Η χρόνια αποστροφή προς τον κίνδυνο «μουδιάζει» τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε ολόκληρη την ήπειρο. Αυτό είναι εμφανές στη Γερμανία από τα υψηλά ποσοστά αποταμιεύσεων ή το κλείσιμο των πυρηνικών εργοστασίων. Είναι εμφανές και στο επίκεντρο της ακινησίας στη Γαλλία, όπου πολιτικοί και ψηφοφόροι συμπεριφέρονται λες και μπορούν να σταματήσουν το τρένο της παγκοσμιοποίησης και να κατέβουν. Γιατί να δώσουν προσοχή οι Γάλλοι σε ό,τι συμβαίνει οπουδήποτε αλλού;
Η ψυχολογία του «εμείς κι εσείς» τροφοδοτεί τα εθνικιστικά συναισθήματα κατά των μεταναστών που «κλέβουν τις δουλειές». Η υποτιθέμενα φιλελεύθερη Βρετανία παραμένει δέσμια της απαρχαιωμένης πολεοδομικής νομοθεσίας και των κατεστημένων συμφερόντων. Η κυβέρνηση του Ντέιβιντ Κάμερον φοβάται ακόμη και να επεκτείνει τα κατάμεστα αεροδρόμια του Λονδίνου.
Το ευρώ δεν έχει κάνει τη ζωή πιο εύκολη στην Ευρώπη αλλά, κατά περίεργο τρόπο, έχει αποσαφηνίσει την επιλογή μεταξύ του εκσυγχρονισμού και της στασιμότητας. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα έχουν σημασία· το ίδιο και το κόστος εργασίας ανά μονάδα. Αυτό που λείπει πραγματικά από την Ευρώπη, ωστόσο, είναι ο οικονομικός δυναμισμός που έρχεται με την προθυμία να ανοιχτείς προς νέες κατευθύνσεις.
Είναι εύκολο να εξηγήσει κανείς την αποστροφή προς τον κίνδυνο. Η στάση αυτή είναι επακόλουθη του σχετικά υψηλού βιοτικού επιπέδου και της δημογραφικής γήρανσης. Παρόλα αυτά, παραμένει επικίνδυνη. Το να μην κάνεις τίποτα αποτελεί επιλογή πολιτικής, όπως το να κάνεις κάτι. Η καλύτερη ελπίδα της Ευρώπης να κρατήσει την ευημερία της και τη φιλελεύθερη πολιτική της τάξη είναι να αγκαλιάσει την ανάγκη για αλλαγή. Η κα Μέρκελ είναι μια επιφυλακτική ηγέτης, αλλά η Γερμανία τα έχει πάει καλύτερα από τους περισσότερους ως προς την προσαρμογή στην παγκοσμιοποίηση. Η μεγαλύτερη απειλή για την Ευρώπη είναι ο ίδιος της ο εαυτός.
Trending
- Παραιτήθηκε ο Αρίστος Δοξιάδης από υφυπουργός Ανάπτυξης
- Ανασχηματισμός: Ανανέωση με το βλέμμα στο 2027
- Αιφνιδιαστική επίσκεψη αναπληρωτή υπουργού Μεταφορών, Κωνσταντίνου Κυρανάκη στον Σταθμό Λαρίσης (Φωτογραφίες)
- Π. Μαρινάκης: Το ΠΑΣΟΚ αποφάσισε να διαβάσει την έκθεση της Moody’s επιλεκτικά και να πει 7 ψέματα και όχι 7 αλήθειες
- Μ. Χρυσοχοΐδης: Θα μας φοβούνται οι παράνομοι, οι μπράβοι, οι εγκληματίες
- Στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών την Δευτέρα στις 10.00 ο Μητσοτάκης
- Χούθι: Εξαπολύσαμε επίθεση κατά του αεροπλανοφόρου USS Harry Truman στην Ερυθρά Θάλασσα
- Αλουμύλ: Προχωρά με ξένο fund μεγάλη επένδυση στην Ινδία
Μια μεγαλύτερη απειλή για την Ευρώπη από την επιφυλακτικότητα των Γερμανών
Πρώτο Θέμα
6 Mins Read
Keep Reading
Add A Comment