Μειωμένη κατά 14,6% εμφανίζεται η αγορά πετρελαιοειδών καυσίμων, σε όγκο κατανάλωσης, το 2012 σύμφωνα με τα αποτελέσματα κλαδικής μελέτης της Icap Group.
Ειδικότερα, όσον αφορά στα καύσιμα εσωτερικής αγοράς (δηλ. βενζίνες, πετρέλαιο θέρμανσης- κίνησης, μαζούτ, υγραέρια, κηροζίνη και άσφαλτος) υπήρξε μείωση κατά 20,2%, με την αγορά της βενζίνης να εμφανίζει υποχώρηση κατά 13,2%.
Η κατανάλωση πετρελαίου θέρμανσης κατέγραψε μεγάλη πτώση (κατά 44,1%), ενώ ελαφρά ενισχυμένη εμφανίζεται η κατανάλωση πετρελαίου κίνησης (κατά 3,7%). Η συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου κορυφώθηκε το 2011 και παρουσίασε μείωση 8,0% το 2012 σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Τα τελευταία χρόνια (2005-2012) η εν λόγω κατανάλωση παρουσιάζει διαχρονική αύξηση με μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής 6,5%. Στην αυξητική αυτή πορεία συνέβαλε τόσο η απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου όσο και οι νέες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο.
Τα πετρελαιοειδή καύσιμα κατέχουν τη σημαντικότερη θέση στο ενεργειακό ισοζύγιο της Ελλάδας, καταλαμβάνοντας διαχρονικά το υψηλότερο μερίδιο στην εγχώρια κατανάλωση ενέργειας. Ο τομέας των μεταφορών (οδικές, ακτοπλοϊκές και αεροπορικές) αποτελεί τον κυριότερο “καταναλωτή” του κλάδου των πετρελαιοειδών, ενώ σημαντικά μερίδια απορροφώνται από τον κλάδο της βιομηχανίας, τον οικιακό τομέα και τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής.
Αναφορικά με τα καύσιμα οχημάτων (βενζίνη και πετρέλαιο κίνησης), το μέγεθος και η σύνθεση του στόλου των κυκλοφορούντων οχημάτων, οι τιμές καυσίμων και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, προσδιορίζουν σε σημαντικό βαθμό την εξέλιξη της ζήτησης στην εγχώρια αγορά. Επιπλέον, η βιομηχανική δραστηριότητα, οι καιρικές συνθήκες, η κίνηση αεροσκαφών στους ελληνικούς αερολιμένες και η κίνηση των επιβατικών και εμπορικών πλοίων στις ελληνικές θάλασσες καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό την πορεία του κλάδου.
Τα υγρά καύσιμα αποτελούν τυποποιημένα προϊόντα και δεν υπάρχει ουσιαστική διαφοροποίηση, με συνέπεια ο ανταγωνισμός στην αγορά να εστιάζεται στην ανάπτυξη του δικτύου διανομής, στην εξυπηρέτηση και στην τιμολογιακή πολιτική της κάθε εταιρείας.
Η εγχώρια αγορά πετρελαιοειδών ουσιαστικά λειτουργεί σε τρία επίπεδα (Διύλιση, Χονδρική και Λιανική Εμπορία). Οι δύο εγχώριες εταιρείες διύλισης προμηθεύουν με έτοιμα καύσιμα τις εταιρείες χονδρικής εμπορίας καυσίμων.
Αναφορικά με τα καύσιμα “Διεθνούς Αγοράς” (ναυτιλιακά και αεροπορικά καύσιμα) η κατανάλωση διαμορφώθηκε το 2012 στα ίδια περίπου επίπεδα με το προηγούμενο έτος (με πτώση 13,2% στα αεροπορικά και 1,4% στο ναυτιλιακό μαζούτ και ενίσχυση κατά 53,1% στο ναυτιλιακό πετρέλαιο).
Στο πλαίσιο της μελέτης έγινε και χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων (διύλισης/χονδρικής εμπορίας) του κλάδου, βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος εταιρειών.
Με βάση τον ομαδοποιημένο ισολογισμό των δύο εταιρειών διύλισης για την περίοδο 2011-2012 προέκυψε αύξηση των συνολικών τους πωλήσεων κατά 15,3% το 2012, ενώ τα μικτά κέρδη μειώθηκαν κατά 20,7%. Στην ίδια κατεύθυνση, τα κέρδη προ φόρου εισοδήματος διαμορφώθηκαν σε 247,5 εκατ. ευρώ το 2012, μειωμένα κατά 25,9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος ενώ τα κέρδη EBITDA υποχώρησαν κατά 11,6% το 2012/2011.
Όσον αφορά τις εταιρείες χονδρικής εμπορίας (για την περίοδο 2011-2012), προκύπτει ότι οι συνολικές πωλήσεις των 33 εταιρειών του δείγματος κατέγραψαν μείωση 7,2% και διαμορφώθηκαν σε 12.855 εκατ. ευρώ το 2012. Το μικτό κέρδος υποχώρησε με υψηλότερο ρυθμό και συγκεκριμένα κατά 17%. Χαρακτηριστικό είναι τα υψηλά λειτουργικά έξοδα των επιχειρήσεων τα οποία υπερβαίνουν τα μικτά κέρδη και τα δύο εξεταζόμενα έτη. Σε επίπεδο λειτουργικού αποτελέσματος υπήρξε διεύρυνση των ζημιών το 2012 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, γεγονός που με σειρά του οδήγησε στην εμφάνιση συνολικών ζημιών ύψους 61,1 εκατ. ευρώ το 2012 έναντι 23,4 εκατ. ευρώ το 2011. Τέλος, τα κέρδη EBITDA περιορίστηκαν κατά 26,9% το 2012/11.