Η Γερμανία παραδόθηκε και το ευρώ σώθηκε. Αυτή φαίνεται να είναι η ερμηνεία των αγορών ως προς την απόφαση της περασμένης εβδομάδας από το γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο σχετικά με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να κάνει «ό,τι χρειαστεί» για να σώσει το ενιαίο νόμισμα. Η απόφαση των δικαστών συνοψίζεται ουσιαστικά στο εξής: «Δε μας αρέσει αυτό που κάνει η ΕΚΤ. Πιστεύουμε ότι είναι παράνομο. Αλλά, μόνο το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων μπορεί να το καταρρίψει.»
Δεδομένου ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είναι εξαιρετικά απίθανο να αποδεχθεί αυτή την πρόσκληση, η ΕΚΤ θα μπορέσει να διατηρήσει την πολιτική των Οριστικών Νομισματικών Συναλλαγών (OMT) –ουσιαστικά μία υπόσχεση να λειτουργεί ως αγοραστής έσχατης ανάγκης για τα ομόλογα που εκδίδονται από τις χώρες της ευρωζώνης. Αν τα γερμανικά δικαστήρια είχαν πατάξει την πολιτική της ΕΚΤ την περασμένη εβδομάδα, θα είχαμε όλοι δει το χάος στις αγορές. Αντ’ αυτού, επικράτησε ηρεμία.
Η αρχική ανακοίνωση της ΕΚΤ για την πολιτική αγοράς ομολόγων της στα μέσα του 2012 ήταν, δίχως αμφιβολία, ένα σημείο καμπής για την κρίση του ευρώ, εμποδίζοντας το κόστος δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας από το να αυξηθεί ραγδαία φτάνοντας σε ακραία επίπεδα. Τώρα, η ΕΚΤ μπορεί να μπει στον πειρασμό να προχωρήσει ακόμη περισσότερο. Με την απειλή του αποπληθωρισμού να στοιχειώνει την Ευρώπη, η τράπεζα είναι υπό πίεση για να ξεκινήσει μία ευρωπαϊκή εκδοχή της ποσοτικής χαλάρωσης, μιμούμενη τις ΗΠΑ, και τις ιαπωνικές και βρετανικές αρχές. Ο Μάριο Ντράγκι, ο πρόεδρος της ΕΚΤ, όντας επιφυλακτικός ως προς την αντίδραση της Γερμανίας, έχει προτείνει μέχρι τώρα ότι μία τέτοια πολιτική θα ήταν παράνομη. Αλλά τώρα που γνωρίζει ότι τα γερμανικά δικαστήριο είναι πιθανό να παραπέμψουν οποιαδήποτε τέτοια απόφαση στο πιο ενοποιητικό Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, μπορεί να αποφασίσει να είναι λίγο πιο τολμηρός.
Η απόφαση του δικαστηρίου έχει βαθιές πολιτικές επιπτώσεις. Η Γερμανία φαίνεται ουσιαστικά να έχει αποδεχθεί ότι, αν και το ευρώ είναι το νόμισμα της Γερμανίας, η διαχείρισή του δεν υπόκειται σε έλεγχο από γερμανικούς φορείς. Εφόσον ο Γερμανός εκπρόσωπος στο ΔΣ της ΕΚΤ μπορεί εύκολα να υπερψηφιστεί από τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, τα οποία προέρχονται από την υπόλοιπη Ευρώπη, οι Γερμανοί ευρωσκεπτικιστές αισθάνονται ότι έχουν δεχθεί κίνηση ματ.
Αλλά, οι υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης θα πρέπει να περιορίσουν τους πανηγυρισμούς τους. Μπορεί να χρειαστεί να πληρώσουν βαρύ πολιτικό τίμημα για τέτοιου είδους νίκες. Το τίμημα αυτό μπορεί να είναι μία σταθερή υπονόμευση της νομιμότητας του ευρωπαϊκού εγχειρήματος και του ευρώ στη Γερμανία, το μεγαλύτερο κράτος της ΕΕ και την ισχυρότερη οικονομία της.
Δύο από τα πιο σεβαστά ιδρύματα στη Γερμανία, η Bundesbank και το συνταγματικό δικαστήριο, έχουν περάσει πλέον στο ιστορικό αρχείο καταγράφοντας βαθιές αντιρρήσεις ως προς τις πολιτικές που στηρίζουν το ευρώ.
Εφόσον η γερμανική οικονομία παραμένει ισχυρή, τέτοιου είδους απόψεις είναι δύσκολο να περάσουν στην κύρια πτέρυγα της γερμανικής πολιτικής. Ωστόσο, όταν τα πράγματα δυσκολέψουν, όπως είναι αναπόφευκτο να γίνει κάποια στιγμή, θα υπάρχουν ήδη οι βάσεις για μία θεωρία «μαχαιριάς στην πλάτη» η οποία θα εξηγεί τα προβλήματα της Γερμανίας σε σχέση με τις παράνομες και αλόγιστες πράξεις των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.
Στις ευρωπαϊκές χώρες που ήδη υποφέρουν οικονομικά, ο πολιτικός αντίκτυπος ενάντια στην ΕΕ και το ευρώ έχει αρχίσει ήδη να αυξάνεται. Οι ίδιες οι δημοσκοπήσεις της ΕΕ δείχνουν ότι η δημοτικότητα της ένωσης έχει πέσει κατακόρυφα σε χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα όπως στη Γαλλία, στην Ιταλία και στην Ισπανία. Ο Henri Guaino, στενός σύμβουλος του Νικολά Σαρκοζί, όταν ήταν πρόεδρος της Γαλλίας, έδωσε πρόσφατα μία συνέντευξη στην οποία πρότεινε μελαγχολικά: «Τα λάθη της νομισματικής πολιτικής μπορούν να καταστρέψουν μία κοινωνία.»
Οι ευρωπαϊκές εκλογές του Μαΐου θα αποτελέσουν ένα τεστ αντοχής για τα κόμματα που παρατάσσονται ενάντια της ΕΕ σε ολόκληρη την ήπειρο. Η δυσαρέσκεια με την αδυναμία της οικονομίας και το ευρώ είναι πιθανό να συγχωνευθεί με την αυξανόμενη αντίδραση ενάντια στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό φάνηκε και από το δημοψήφισμα του Σαββατοκύριακου το οποίο απέρριψε την πολιτική στην Ελβετία, η οποία δεν είναι μέλος της ΕΕ, αλλά είναι μέρος της ζώνης ελεύθερης κυκλοφορίας.
Τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών εκλογών το Μάιο είναι πιθανό να προκαλέσουν σοκ, με διάφορα αντιευρωπαϊκά ή οριακά ρατσιστικά κόμματα, όπως το γαλλικό εθνικό μέτωπο, να κερδίζουν ή να φτάνουν κοντά στη νίκη στη Γαλλία, την Ολλανδία, την Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστρία. Αυτού του είδους τα δραματικά αποτελέσματα θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τις αγορές και να καταστήσουν δυσκολότερο για τους κεντρώους πολιτικούς να κάνουν τους συμβιβασμούς που είναι πάντα απαραίτητοι για τη διατήρηση της πορείας της Ευρώπης.
Σε απάντηση σε αυτό το σενάριο καταστροφής, ένας αισιόδοξος φιλοευρωπαϊκός θα μπορούσε να επισημάνει ό,τι, ακόμη και τα κόμματα ενάντια της ΕΕ κερδίσουν σημαντικό έδαφος, θα εξακολουθεί να υπάρχει μία υγιής πλειοψηφία υπέρ του ευρώ και της ΕΕ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αφότου παραταχθούν μαζί τα κεντροαριστερά και κεντροδεξιά κόμματα. Καθώς οι οικονομίες ανακάμπτουν σταδιακά, έτσι θα πρέπει να υποχωρεί και η δύναμη των αντιευρωπαϊκών δυνάμεων. Τελικά, το ευρώ όχι μόνο θα επιβιώσει, αλλά θα βγει και ενισχυμένο από την κρίση, δεδομένου ότι βασικά θεσμικά όργανα, ιδίως η ΕΚΤ, θα έχουν αποκτήσει τις εξουσίες που χρειάζονται για να το κάνουν να δουλέψει.
Αυτό είναι σίγουρα ένα ρεαλιστικό σενάριο. Ωστόσο, υπάρχει και μία διαφορετική, πιο σκοτεινή ερμηνεία την οποία προσωπικά βρίσκω πιο πιθανή. Αυτή λέει ότι η οικονομική κρίση έχει υπονομεύσει σοβαρά το ευρώ. Έχει αφαιρέσει από το εγχείρημα την υποστήριξη και τη νομιμότητα που χρειάζεται και έχει αποκαλύψει τις αδυναμίες σχεδιασμού του ενιαίου νομίσματος. Η μεγαλύτερη αδυναμία του παραμένει η έλλειψη ενός μεγάλου κεντρικού προϋπολογισμού και μία ένωση μεταφοράς, παρόμοια με αυτές που κάνουν τα υπόλοιπα ομοσπονδιακά νομίσματα, όπως το δολάριο, να λειτουργούν σωστά.
Η αδυναμία αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με τη δημιουργία μίας οντότητας που να μοιάζει πολύ περισσότερο με ένα ευρωπαϊκό κράτος. Αλλά, η κρίση έχει υπονομεύσει βαθύτατα το φιλοευρωπαϊκό συναίσθημα το οποίο θα ήταν απαραίτητο για να χτίσουμε τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης. Ακόμη και στη Γερμανία, η οποία έχει υποστηρίξει ιστορικά το ευρωπαϊκό ιδεώδες, τα πιο σεβαστά ιδρύματα της χώρας παραπονιούνται για φάουλ.
Ως αποτέλεσμα, το ευρώ έχει κολλήσει με μία επιδεινωμένη οικονομία, ανεπαρκείς θεσμούς και αδύναμη υποστήριξη. Αυτό δεν ακούγεται σαν μία μακροπρόθεσμη συνταγή για επιτυχία.