Τα υπουργεία Οικονομικών της Γερμανίας και της Φινλανδίας απεύθυναν επίπληξη κατά της προσπάθειας των Βρυξελλών να χαλαρώσουν τις απαιτήσεις της λιτότητας στις πληγείσες οικονομίες της ευρωζώνης, λέγοντας ότι αυτή η ευελιξία παρέχει λανθασμένα επιπλέον χρόνο στη Γαλλία και στην Ισπανία για να μειώσουν τους προϋπολογισμούς τους ώστε να επιτευχθούν τα όρια των ελλειμμάτων που ορίζονται από την ΕΕ.
Η εν λόγω επίπληξη κατηγορεί, μέσω ενός οκτασέλιδου υπομνήματος, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για χρήση «μίας κάπως αυθαίρετης προσέγγισης» η οποία προσφέρει ευελιξία για τους προϋπολογισμούς της Μαδρίτης και του Παρισιού. Προτείνει επίσης ότι χρειάζεται «ένα ξεχωριστό ζευγάρι μάτια» για να προσέχουν τις Βρυξέλλες και να εξασφαλίσουν ότι εφαρμόζονται σωστά οι νέοι κανόνες προϋπολογισμού.
«Από το 2012, η Επιτροπή έχει αλλάξει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο αξιολογεί κατά πόσον ένα κράτος μέλος έχει λάβει “αποτελεσματική δράση” ώστε να συμμορφώνεται με [τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ]», αναφέρεται στο υπόμνημα.
«Οι πρόσφατες μεθοδολογικές αλλαγές ενέχουν τον κίνδυνο αποδυνάμωσης των πρόσφατα ενισχυμένων [κανόνων] στο στάδιο της εφαρμογής τους.»
Το υπόμνημα σχετικά με τους κανόνες των προϋπολογισμών, οι οποίοι υιοθετήθηκαν πριν από τρία χρόνια στο απόγειο της κρίσης της ευρωζώνης, μοιράστηκε σε όλες τις 28 εθνικές πρωτεύουσες της ΕΕ την περασμένη εβδομάδα και συζητήθηκε από αξιωματούχους των υπουργείων Οικονομικών την Πέμπτη στις Βρυξέλλες.
Η θέση των Γερμανών και των Φινλανδών είναι πιθανό να αναζωπυρώσει τη σκληρή διαμάχη σχετικά με το αν η λιτότητα, ως απάντηση στην κρίση της ΕΕ, έχει επιδεινώσει την οικονομική στασιμότητα στην ευρωζώνη. Πρόκειται για μία αντιπαράθεση η οποία ξεθύμανε, σε μεγάλο βαθμό, πέρυσι αφότου ο Όλι Ρεν, ο οικονομικός επίτροπος της ΕΕ, έδωσε στη Γαλλία, στην Ισπανία και σε άλλες τέσσερις χώρες επιπλέον χρόνο για να μειώσουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα κάτω από το θεμιτό όριο του 3 τοις εκατό της οικονομικής παραγωγής, όπως ορίζει η εντολή της ΕΕ.
Το υπόμνημα έρχεται την ίδια εβδομάδα που ο κ. Ρεν εξέδωσε οικονομικές προβλέψεις οι οποίες δείχνουν ότι, ακόμη και με τα επιπλέον δύο χρόνια, και η Γαλλία και η Ισπανία εξακολουθούν να αδυνατούν να μειώσουν τα ελλείμματά τους σύμφωνα με τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Γαλλία, η οποία καλείται τώρα να φτάσει το 3 τοις εκατό εντός του επόμενου έτους, οδεύει αντ’ αυτού προς ένα έλλειμμα 3,9 τοις εκατό, σύμφωνα με τις προβλέψεις. Η Ισπανία, η οποία πρέπει να φτάσει στο 3 τοις εκατό μέχρι το 2016, θα δει το έλλειμμά της να ανεβαίνει στο 6,5 τοις εκατό κατά το επόμενο έτος.
Η κριτική έρχεται επίσης τη στιγμή που η νέα ιταλική κυβέρνηση του Ματέο Ρέντσι έχει αφήσει να εννοηθεί ότι μπορεί και αυτή να ζητήσει μεγαλύτερη ευελιξία από τις Βρυξέλλες, με αντάλλαγμα νέες οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
«Οι Γερμανοί και οι Φινλανδοί στέλνουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα στους Γάλλους και Ιταλούς ομόλογούς τους», δήλωσε ο Mujtaba Rahman, επικεφαλής της ευρωπαϊκής ανάλυσης στους σύμβουλους κινδύνου Eurasia Group και πρώην υπάλληλος της Επιτροπής. «Τα μεγάλα λόγια περί μεταρρυθμίσεων δεν θα είναι αρκετά αν η αλήθεια δεν αντικατοπτρίζεται στους αριθμούς.»
Ένας αξιωματούχος της Επιτροπής που εμπλέκεται στις δημοσιονομικές αξιολογήσεις δήλωσε ότι οι αλλαγές στις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού από το προσωπικό του κ. Ρεν είχαν ως στόχο έναν πιο δίκαιο υπολογισμό των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών των κυβερνήσεων, επιμένοντας ότι έχουν κάνει τις ετήσιες αξιολογήσεις πιο αποτελεσματικές.
«Οι μεθοδολογικές βελτιώσεις τείνουν να συνεπάγονται αύξηση της πολυπλοκότητας, και η περίπτωση αυτή δεν αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα», δήλωσε ο αξιωματούχος. «Θεωρούμε ότι το τίμημα αξίζει τον κόπο για την καλύτερη εξυπηρέτηση του στόχου [των κανόνων].»
Ο Ilkka Kajaste, ανώτερος αξιωματούχος της οικονομικής υπηρεσίας του υπουργείου Οικονομικών της Φινλανδίας, χαρακτήρισε το υπόμνημα ως «τεχνική συμβολή» στις τρέχουσες αναθεωρήσεις των κανόνων της ΕΕ, αλλά αναγνώρισε ότι αντικατοπτρίζει τη δυσφορία στο Ελσίνκι με τον τρόπο που έχει εφαρμόσει τους κανόνες η Επιτροπή.
«Η ανησυχία μας είναι ότι οι κανόνες και οι διαδικασίες περιπλέκονται όλο και περισσότερο με αποτέλεσμα να έχουν δυσκολία να τους καταλάβουν οι τρίτοι», δήλωσε ο κ. Kajaste. «Είναι ευρέως αποδεκτό ότι χρειάζεται περισσότερη διαφάνεια». Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών δεν απάντησε στο αίτημα για σχολιασμό.
Η κριτική της Γερμανίας και της Φινλανδίας επικεντρώνεται στην περσινή απόφαση του κ. Ρεν να βάλει στην άκρη την παραβίαση των συμφωνημένων δημοσιονομικών στόχων μίας χώρας εφόσον το προσωπικό του καθορίσει ότι η κυβέρνηση της εν λόγω χώρας είχε λάβει «αποτελεσματική δράση» για να βάλει τα οικονομικά της σε τάξη, αλλά απέτυχε τους στόχους της εξαιτίας απρόσμενης οικονομικής ύφεσης. Αυτή η επιείκεια δόθηκε σε έξι χώρες το 2013, μεταξύ των οποίων και τρεις από τις πέντε μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης.
Το υπόμνημα αναφέρει ότι με την προσπάθεια να διακρίνει αν μία κυβέρνηση έχει κάνει αρκετά –αντί να εστιάζει σε πραγματικά αποτελέσματα- το προσωπικό του κ. Ρεν εφάρμοζε τους κανόνες της ΕΕ πολύ υποκειμενικά. «Το πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας στην ΕΕ και στην ευρωζώνη, όπως προβλέπεται στους [κανόνες] είναι ξεκάθαρα βασισμένο στα δημοσιονομικά αποτελέσματα…αντί για τα φορολογικά μέτρα», δηλώσει το υπόμνημα.
Επιπλέον, υποστηρίζει ότι οι αρχές της ΕΕ δεν είναι σε θέση να κρίνουν κατά πόσο η αποτυχία μίας χώρας να πετύχει τους στόχους της οφείλεται στην απραξία της κυβέρνησης και κατά πόσο σε εξωτερικούς οικονομικούς παράγοντες. «Είναι αδύνατο να κρίνει κανείς με ακρίβεια σε πιο βαθμό οφείλονται οι δημοσιονομικές αποκλίσεις σε παράγοντες που είναι έξω από τον έλεγχο της κυβέρνησης.»
Αυτό που ίσως είναι και το πιο ανησυχητικό για τον κ. Ρεν είναι ότι το υπόμνημα υποστηρίζει ότι ο νέος τρόπος της Επιτροπής να κρίνει τους δημοσιονομικούς κανόνες είναι τόσο περίπλοκος που οι εθνικές πρωτεύουσες αδυνατούν να τον καταλάβουν –αποκαλεί τη μεθοδολογία «ουσιαστικά ένα μαύρο κουτί»- και προτείνει έναν εξωτερικό οργανισμό ή τα εθνικά δημοσιονομικά συμβούλια να συμμετάσχουν στην αναθεώρηση των εργασιών των Βρυξελλών.
Μία τέτοια κίνηση θα ήταν ένας άνευ προηγουμένου σφετερισμός των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι οποίες έχουν αυξηθεί σημαντικά κατά τη διάρκεια της κρίσης, καθώς οι χώρες της ευρωζώνης την δίνουν περισσότερη εξουσία για να αναθεωρεί τα εθνικά σχέδια δαπανών και φορολόγησης.
«Με τις νέες μεθόδους και την εφαρμογή τους από την επιτροπή, είναι σχεδόν αδύνατο για τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, καθώς και για τους ‘τρίτους’, να καταλάβουν αν το κράτος μέλος έχει λάβει ‘αποτελεσματική δράση’ και συνεπώς συμμορφώνεται με τους [κανόνες]», λέει το υπόμνημα.