- Written by Super User
- Published in TOP STORY
Καλές, ή κακές, οι δαπάνες κόπηκαν. Δίκαιοι, ή άδικοι, οι φόροι αυξήθηκαν. Θα έπρεπε, λοιπόν, να ήμασταν πιο κοντά σε αυτόν τον περιπόθητο στόχο της βιωσιμότητας του χρέους.
Οχι για κανέναν άλλον λόγο, αλλά γιατί όταν επιτέλους αυτό γίνει βιώσιμο, θα γίνει και η ανάπτυξη της χώρας βιώσιμη. Και θα μπορέσει σιγά σιγά να ανακτήσει αυτό το 25% του ΑΕΠ, το οποίο χάθηκε τα μνημονιακά χρόνια. Μέσα στους μπακαλίστικους λογαριασμούς της δημοσιονομικής προσαρμογής και το θρίλερ της κάθε δόσης, ξεχάστηκε ο πραγματικός στόχος.
Τρεις εναλλακτικές έχει ένα υπερχρεωμένο κράτος. Η πρώτη, και σαφώς προτιμότερη, είναι η οικονομική ανάπτυξη. Οσο πιο γρήγορη και σημαντική είναι η ανάπτυξη, τόσο πιο γρήγορα ξεπληρώνονται τα χρέη. Η δεύτερη είναι ο πληθωρισμός. Καθώς τα χρέη είναι με σταθερό, ως επί το πλείστον, επιτόκιο, η αύξηση του πληθωρισμού αυξάνει το ονομαστικό επίπεδο των τιμών, των μισθών και των φορολογικών εσόδων του κράτους, το οποίο ξεπληρώνει με πληθωρισμένο χρήμα τα χρέη του. Λιγότερο επιθυμητή βέβαια λύση από την πρώτη, γιατί ο πληθωρισμός μπορεί να αυξάνει το ονομαστικό εισόδημα, αλλά όχι το πραγματικό, το οποίο στην πράξη μειώνεται, καθώς η όποια αύξηση των μισθών ακολουθεί με κάποια καθυστέρηση την αύξηση των τιμών. Τέλος, η τρίτη λύση είναι η χρεοκοπία. Το κράτος απλώς δεν πληρώνει. Με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, οπότε πιο πολύ μπορεί να θεωρηθεί ύστατη λύση αν δεν μπορούν να υλοποιηθούν οι άλλες δύο. Αν όμως ένα κοινό έχουν οι τρεις λύσεις, η βασική παράμετρος είναι να μη δανείζεται το κράτος πιο πολλά, είτε για να καλύπτει τις τρέχουσες ανάγκες είτε για να ξεπληρώσει τα προηγούμενα χρέη. Με άλλα λόγια, να «τρέχει» πρωτογενή πλεονάσματα, δηλαδή τα έσοδα του κράτους να καλύπτουν τις δαπάνες πριν από τους τόκους και την εξυπηρέτηση του χρέους. Η πρώτη εναλλακτική, εκ του σχεδιασμού του μνημονίου, ήταν ανέφικτη. Η δεύτερη απαγορεύεται από τη Συνθήκη του Ευρώ και τη νομισματική πολιτική της Ευρωζώνης. Οσο για την τρίτη, η ατελής και εκ του αποτελέσματος αποτυχημένη απόφαση για το PSI οδήγησε ταυτόχρονα και σε κούρεμα του χρέους και σε αύξησή του.
Αστοχες κινήσεις
Το πρόβλημα με την προσπάθεια αντιμετώπισης της ελληνικής κρίσης χρέους, και κατ’ επέκταση και της κρίσης στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία και στην Ιταλία, είναι ότι η τρόικα ξεκίνησε από το τέλος. Από τη δημοσιονομική πειθαρχία μέσω δρακόντειας μείωσης των δαπανών και αύξησης των φορολογικών εσόδων, και όχι από τη βιωσιμότητα του χρέους. Με θρησκευτικό φανατισμό σχεδόν, επέβαλαν μια τόσο βαριά περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, η οποία με μαθηματική ακρίβεια έφερε οικονομική ύφεση αντίστοιχη της κατάρρευσης του Μεσοπολέμου. Το ελληνικό ΑΕΠ έχει ήδη μειωθεί κατά το ένα τέταρτο, όσο δηλαδή και το αμερικανικό μετά το Κραχ του 1929. Σίγουρα, έγιναν και λάθη στην εφαρμογή των μνημονίων. Αντί να περιοριστούν οι σπατάλες και οι καταχρήσεις, προτιμήθηκαν οι οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων. Αντί να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή, αυξήθηκαν οι φόροι και τα χαράτσια σε αυτούς οι οποίοι ήδη πλήρωναν. Όμως, το ελληνικό χρέος, σύμφωνα με το ΔΝΤ, θα εξακολουθήσει να «ανθίσταται» στο εξαιρετικά υψηλό 173,9% του ΑΕΠ το 2014, προτού αποκλιμακωθεί στο 160,2% του ΑΕΠ το 2016 και περαιτέρω στο 142,6% του ΑΕΠ το 2018. Να σημειωθεί δε, ότι το 2018, το ελληνικό χρέος (ως ποσοστό του ΑΕΠ) θα υπερβαίνει το χρέος της λοιπής Περιφέρειας μέχρι και 30 ποσοστιαίες μονάδες.
Ατυχές το PSI
Ξεκινώντας από τον στόχο της δημοσιονομικής προσαρμογής αντί της βιωσιμότητας του χρέους, το περιβόητο PSI, το οποίο επέβαλε η Γερμανία το φθινόπωρο του 2011, αποκτά νόημα. Πράγματι, λόγω του «κουρέματος» των ιδιωτών ομολογιούχων, μειώθηκε το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους για τη χώρα μας. Ομως, ενώ «κουρεύτηκαν» 106 σχεδόν δισ. ευρώ χρέους, απαιτήθηκαν περίπου 50 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Κυρίως όμως μετριάστηκε πολύ η δυνατότητα της χώρας να επιλέξει τη λύση της αναδιάρθρωσης του χρέους. Από 90% του δημόσιου χρέους σε μορφή ομολόγων το 2009, πλέον είναι λιγότερο από το μισό και, καθώς εκταμιεύονται οι δόσεις, το ποσοστό του χρέους στα χέρια της τρόικας θα ανεβαίνει συνεχώς. Οπότε, προκειμένου πλέον το χρέος να γίνει βιώσιμο, θα πρέπει να αναδιαπραγματευτεί η χώρα μας το χρέος στα χέρια των κρατικών πιστωτών καθώς και τα ομόλογα τα οποία αγόρασε η ΕΚΤ στην αποτυχημένη προσπάθεια να στηρίξει τις τιμές τους και τα οποία εξαιρέθηκαν από το PSI.
Συζητούνται τα λάθος σχέδια
Οι ευρωπαίοι, κάτω από τις πιέσεις του ΔΝΤ, έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται το πραγματικό πρόβλημα, το οποίο αγνοούσαν σκοπίμως μέχρι τώρα. Συζητούνται διάφορα σχέδια, όπως η μείωση των επιτοκίων των δανείων και η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής τους. Πιθανότατα, τελικά θα επιλεγεί ένας συνδυασμός από τα παραπάνω αυτά σχέδια, παρά το γεγονός ότι το ίδιο λάθος αποτέλεσμα θα έχει αυτή η επιλογή, όπως και το PSI. Η μείωση των επιτοκίων θα ελαφρύνει το ετήσιο κόστος αλλά όχι το μέγεθος του χρέους. Ακόμα κι αν συνοδευτεί επιμήκυνση των δανείων το χρέος δεν θα μειωθεί. Αντίθετα μάλιστα. Κάτι δηλαδή σαν τα σχέδια τα οποία κυκλοφορούν από τις τράπεζες για την αναδιάρθρωση των στεγαστικών δανείων των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, με την αντικατάσταση των υφιστάμενων δανείων με νέα δάνεια διάρκειας 99 ετών. Καλοδεχούμενο, αλλά τίποτα δεν αλλάζει στην ουσία. Μόνη λύση είναι να μπει στο τραπέζι η μερική διαγραφή του χρέους.