Ανησυχία επικρατεί στον κόσμο του finance, καθώς εντείνονται οι ανησυχίες για την κεφαλαιακής επάρκεια αρκετών ευρωπαϊκών και αμερικανικών τραπεζών. Στα χρηματιστηριακά γραφεία του Λονδίνου οι διαχειριστές εκφράζουν φόβους για επερχόμενη πιστωτική κρίση, με ότι αυτό θα σημαίνει για τα χρηματιστήρια αλλά και την παγκόσμια οικονομία.
Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί είναι το δημοσίευμα του Reuters, στο οποίο αναφέρεται πως η γερμανική Deutsche Bank μπορεί να χρειαστεί αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ πρόσθετα κεφάλαια, στο πλαίσιο των νέων αυστηρότερων κανόνων των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών, κάτι που θα μπορούσε να επηρεάσει τις προσπάθειες της τράπεζας να ενισχύσει τον ισολογισμό της αλλά και να ασκήσει πίεση στα μερίσματα. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας, μπορεί να χρειαστεί μέχρι και 2,2 δισ. ευρώ κεφάλαια για να μπορέσει να ανταποκριθεί στους σκληρούς κανόνες της ευρωπαϊκής Αρχής. Σύμφωνα με τους ίδιους η γερμανική τράπεζα θα μπορούσε να αντλήσει τα επιπλέον κεφάλαια μέσω των αδιανέμητων κερδών, των περικοπών κόστους καθώς και με τη συρρίκνωση του ισολογισμού της, χωρίς να χρειαστεί να επιστρέψει στις αγορές για να συγκεντρώσει το απαιτούμενο ποσό.
Υπενθυμίζεται πως η πρόταση, που έγινε την περασμένη εβδομάδα, θα επιβάλει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με το πώς οι τράπεζες αποτιμούν ορισμένα στοιχεία του ενεργητικού στα βιβλία τους και θα απαιτεί από τα ιδρύματα να έχουν ως μαξιλάρι πρόσθετα κεφάλαια για την απορρόφηση απροσδόκητων ζημιών. Ορισμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, δεν εφαρμόζουν μέχρι τώρα τέτοιους κανόνες.
Αντίθετα, πρώτη η Βρετανία τους εφάρμοσε για να βοηθήσει την ενίσχυση των βρετανικών τραπεζών και την πρόληψη μελλοντικών διασώσεων με τη συμμετοχή των φορολογούμενων. Ο αντίκτυπος αυτών των κανόνων για την Barclays, για παράδειγμα, ήταν περίπου 2,1 δισ. λίρες.
ΗΠΑ: Νέα κεφάλαια 68 δισ. θα χρειαστούν οι τράπεζες
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού τώρα οι ρυθμιστικές αρχές προχωρούν στην επιβολή νέων, αυστηρότερων μέτρων για την κεφαλαιακή επάρκεια των μεγαλύτερων αμερικανικών τραπεζών.. Συγκεκριμένα, θεσπίζεται ο νέος «λόγος μόχλευσης» που θα αναγκάσει τις 8 μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ να κρατούν τουλάχιστον το 5% του συνολικού ενεργητικού ώστε να έχουν τη δυνατότητα να απορροφήσουν ενδεχόμενες ζημίες σε περίπτωση κρίσης. Επίσης, ο υπολογισμός αυτού του «λόγου μόχλευσης» θα γίνεται με αυστηρότερο τρόπο που δεν θα επιτρέπει στις τράπεζες να χρησιμοποιούν τα δικά τους μοντέλα.
Όπως αναφέρουν οι Financial Times, αυτά τα νέα μέτρα εκτιμάται ότι θα αναγκάσουν τις 8 μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ να αυξήσουν τα διαθέσιμα κεφάλαιά τους κατά τουλάχιστον 68 δισ. δολ.
«Κατά την άποψή μου, αυτός ο νέος κανόνας μπορεί να είναι το πιο σημαντικό βήμα που έχουμε κάνει για να μειώσουμε τον συστημικό κίνδυνο που δημιουργείται από αυτούς τους μεγάλους και πολύπλοκους τραπεζικούς οργανισμούς» δηλώνει ο Martin Gruenberg, πρόεδρος της Federal Deposit Insurance Corp
Ο νέος λόγος μόχλευσης θα αποτελεί ανάχωμα σε άλλους κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας που είναι «σταθμισμένου κινδύνου». Επίσης, δεν θα υπολογίζεται με τα μοντέλα των τραπεζών, που κατά πολλούς επικριτές έδιναν στη δυνατότητα στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς να «πειράζουν» τους κανόνες.
«Αυτό το μέτρο είναι αυστηρότερο από το νέο διεθνή κανόνα που απαιτεί από τις τράπεζες να έχουν ελάχιστο ποσοστό 3% και ενδεχομένως να επηρεάσει την κερδοφορία των οκτώ τραπεζών που αφορά – Bank of America, Bank of New York Mellon, Citigroup, Goldman, JPMorgan, Morgan Stanley, State Street και Wells Fargo» αναφέρουν οι Financial Times.
«Ο συμπληρωματικός λόγος μόχλευσης είναι ένα πιο αξιόπιστο μέτρο που είναι απλούστερο στον υπολογισμό, στην κατανόηση και την επιβολή του από τα υποκειμενικά μέτρα σταθμισμένου κινδύνου και παρέχει εξαιρετικά χρήσιμη αρχική εκτίμηση για την ισχύ του ισολογισμού μίας τράπεζας» δήλωσε ο Thomas Hoenig, αντιπρόεδρος της Federal Deposit Insurance Corporation. Οι τράπεζες έχουν προθεσμία μέχρι την 1η Ιανουαρίου του 2018 για να συμμορφωθούν με το νέο κανόνα.
Αρνητική έκπληξη από Citigroup;
Όμως τα άσχημα νέα δεν σταματούν εδώ. Η Wall Street Journal υποστήριξε πως η Citigroup ετοιμάζει μια αρνητική έκπληξη για τις αγορές, καθώς τα αποτελέσματα που θα ανακοινώσει την επόμενη εβδομάδα θα είναι κατώτερα των εκτιμήσεων. Συγκεκριμένα, το ρεπορτάζ αναφέρει ότι η τράπεζα δεν θα επιτύχει το στόχο της για την απόδοση των εμπράγματων κεφαλαίων. Η εξέλιξη έρχεται έπειτα και από άλλα αρνητικά νέα για την τράπεζα, καθώς τον περασμένο μήνα, η Federal Reserve απέρριψε το σχέδιό της για αύξηση του μερίσματος και επαναγορές μετοχών. Η απόφαση της Fed θεωρείται εμπόδιο στο σχέδιο του CEO της Citi, Michael Corbat, που έχει θέσει στην κορυφή των προτεραιοτήτων του την αύξηση της κερδοφορίας της τράπεζας, αφότου ανέλαβε τα ηνία του ομίλου, στα τέλη του 2012. Σημειώνεται ότι η μετοχή της Citigroup υποχωρεί κατά 10% από τις αρχές του έτους.
Μόνο 2 ευρωπαϊκές τράπεζες θα περνούσαν στα αμερικανικά stress tests
Εν τω μεταξύ λίγους μήνες πριν τα ευρωπαϊκά stress tests που θα πραγματοποιήσει η ΕΚΤ, οικονομολόγος που μίλησε στο CNBC αποκαλύπτει ότι τα ευρωπαϊκά τεστ αντοχής είναι υπερβολικά «soft». Εάν οι ευρωπαϊκές τράπεζες υποβάλλονταν στα αμερικανικά stress tests, δεν θα περνούσε σχεδόν καμία, τόνισε.
Σύμφωνα με τον Daniel Lacalle, της επενδυτικής εταιρείας Ecofin, τα ευρωπαϊκά stress tests είναι πολύ πιο επιεική από ό,τι τα αμερικανικά, κυρίως εξαιτίας της ευέλικτης ερμηνείας του τι συνιστά «core capital» (βασικά κεφάλαια).
Σημειώνεται ότι τα stress tests της ΕΚΤ θα πραγματοποιηθούν τον Οκτώβριο και αυτά θεωρούνται τα πιο αυστηρά από τα όσα έχουν γίνει από το 2009. Ο ίδιος ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, έχει προειδοποιήσει ότι κάποιες τράπεζες θα αποτύχουν.
Οι λεπτομέρειες των tests θα ανακοινωθούν μέσα στον Απρίλιο, όμως, είναι γνωστό ότι οι τράπεζες θα πρέπει να διατηρούν tier 1 τουλάχιστον στο 8% για να περάσουν στο βασικό σενάριο και 5,5% στο δυσμενές σενάριο.
«Πρακτικά, δεν θα περνούσε καμία», είπε ο Lacalle, στην περίπτωση που οι ευρωπαϊκές τράπεζες δοκιμάζονταν στα αμερικανικά stress tests. Για την ακρίβεια, πιστεύει ότι μόνο δύο ευρωπαϊκές τράπεζες θα μπορούσαν να περάσουν. Πρόκειται για τις Santander και Deutsche.
«Στις ΗΠΑ, το core capital είναι κεφάλαιο. Στην Ευρώπη, υπάρχουν πολλές μεταβλητές που στηρίζουν την ανάλυση», ανέφερε.
Για παράδειγμα, εξήγησε, το όφελος από την αναβαλλόμενη φορολογία δεν θεωρείται κεφάλαιο στις ΗΠΑ, σε αντίθεση με την Ευρώπη. Επίσης, λέει, οι ορισμοί των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι χαλαρότεροι στην Ευρώπη, ενώ οι τράπεζες μπορούν να συμπεριλάβουν τα κρατικά ομόλογα στα core κεφάλαιά τους, παρά τον κίνδυνο χρεοκοπιών.
Πάντως, οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν ενισχύσει τα επίπεδα των κεφαλαίων τους, εν όψει των τεστ, συγκεντρώνοντας περίπου 80 δισ. ευρώ μέσα στο 2013 και σχεδιάζοντας να αντλήσουν άλλα 60 δισ. ευρώ φέτος, σύμφωνα με ανάλυση της Royal Bank of Scotland.