Ο καθένας έχει τη δική του αλήθεια. Και την πιστεύει. Υπάρχει η αλήθεια τού «λεφτά υπάρχουν». Η αλήθεια του ελλείμματος του 2009.
Η αλήθεια της αναδιαπραγμάτευσης, η αλήθεια των στρατιωτικών ή η αλήθεια των στρατιωτικών. Η αλήθεια, τέλος, των «πολλαπλασιαστών». Καμία σημασία, όμως, δεν έχουν αυτές οι αλήθειες. Αυτό το οποίο έχει σημασία είναι η πραγματικότητα. Και αυτή δεν είναι καλή. Η ανεργία, η ύφεση, η καθυστέρηση στις ιδιωτικοποιήσεις είναι η πραγματικότητα και κανένας πολλαπλασιαστής δεν την αλλάζει, όπως και καμία αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου αυτή τη στιγμή, όσο λανθασμένο κι αν αυτό είναι.
Από μηχανής θεός και συγχωροχάρτι
Το Φεβρουάριο του 2013 η παραδοχή από τους οικονομολόγους του ΔΝΤ ότι ο πολλαπλασιαστής τον οποίο χρησιμοποίησαν για τις προβλέψεις των ελληνικών μεγεθών στο μνημόνιο είναι λανθασμένος δημιούργησε ελπίδες για αναδιαπραγμάτευση των στόχων του μνημονίου, μετριασμό της λιτότητας, αλλά κυρίως ως συγχωροχάρτι έναντι της ελληνικής κοινωνίας. Δεν έφταιγε δηλαδή η «σοβιετική» δομή της ελληνικής οικονομίας, η ανεπάρκεια των κρατικών μηχανισμών, αλλά το λάθος της τρόικας. Οπότε, ο από μηχανής θεός θα διόρθωνε το λάθος, δίνοντας πίστωση χρόνου και κυρίως πίστωση κεφαλαίων ώστε να ανασάνει η οικονομία της χώρας μας. Λίγες ημέρες αργότερα ο επίτροπος Ρεν, αλλά και το ίδιο το ένοχο για το «λάθος» ΔΝΤ, φρόντισαν να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους, οπότε οι όποιες ελπίδες αποδείχθηκαν «φρούδες» και η συνεχίστηκε η συνταγή της σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής. Πέρα από την αλήθεια του καθενός, αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε είναι πως η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη από έναν λανθασμένο πολλαπλασιαστή.
Δεν είναι ο πολλαπλασιαστής το θέμα
Ο πολλαπλασιαστής δείχνει πόσο θα επηρεαστεί η οικονομία από τη λιτότητα. Αν δηλαδή περιοριστεί η κρατική δαπάνη, ή αυξηθεί η φορολογία κατά μία μονάδα, πόσο θα επηρεαστεί το ΑΕΠ. Το μοντέλο του ΔΝΤ για το μνημόνιο προέβλεπε ότι κάθε μονάδα λιτότητας θα μείωνε το ΑΕΠ κατά μισή μονάδα. Στην πράξη, τα τελευταία τρία χρόνια αποδείχθηκε ότι η μείωση ήταν τριπλάσια και εξηγεί και την πρωτοφανή ύφεση και την ανεργία στο 27%. Δεν εξηγεί όμως για ποιον λόγο ο πολλαπλασιαστής, ο οποίος στην πράξη είναι μια απλή μαθηματική διαίρεση, ήταν λανθασμένος. Και σε αυτό δεν φταίνε οι οικονομολόγοι του ΔΝΤ. Οι παλινωδίες των κυβερνήσεων του 2010 και 2011 και οι διπλές εκλογές του 2012, η απουσία κατανόησης της κρίσης, η μείωση των τραπεζικών καταθέσεων κατά το ένα τρίτο, η «προστασία», ενάντια σε κάθε λογική, του κρατικού τομέα εις βάρους του ιδιωτικού και η ολιγωρία στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής δημιούργησαν κρίση εμπιστοσύνης στην Ελλάδα. Στο εξωτερικό αυτό έγινε εμφανές με τα spreads των ομολόγων. Στο εσωτερικό με την καθίζηση της οικονομίας, άρα δηλαδή με τη μεγέθυνση του πολλαπλασιαστή. Δεν είναι δηλαδή το θέμα ο ίδιος ο πολλαπλασιαστής, αλλά καταρχάς γιατί χρειάστηκε η λιτότητα, όταν το έλλειμμα πλησίαζε το 16% του ΑΕΠ και τι ακριβώς οδήγησε στη μεγέθυνσή του. Πλέον, όμως, αυτό έχει μόνο ακαδημαϊκή χρησιμότητα και σε τίποτα δεν αλλάζει την πραγματικότητα για τους 1,35 εκατ. ανέργους στη χώρα μας.
Περιορισμένες οι δυνατότητες αντίδρασης
Δυστυχώς για τη χώρα μας οι δυνατότητες αντίδρασης ήταν και είναι περιορισμένες. Όσο λανθασμένη και να είναι η συνταγή του μνημονίου, και αυτό είναι αλήθεια, εμείς θα πρέπει να το εφαρμόσουμε. Μέσα στο ίδιο το μνημόνιο υπάρχουν κινήσεις απαραίτητες, όπως η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ο εξορθολογισμός του κρατικού τομέα, η απελευθέρωση της οικονομίας και η εύρεση πόρων από την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Σκοντάφτουν σίγουρα όλα αυτά σε αγκυλώσεις και αντίδραση του συστήματος, όμως μόνο μελλοντικό όφελος θα δώσουν στη χώρα. Παράλληλα, υπάρχουν σημαντικές πραγματικότητες τις οποίες θα ήταν λάθος για την ελληνική κυβέρνηση και την κοινωνία να αγνοούν.
Από την άλλη πλευρά όμως και οι δανειστές θα πρέπει να καταλάβουν πως δεν μπορείς διαρκώς να «στραγγαλίζεις» την οικονομία και την κοινωνία, διότι ούτε αναστροφή της ύφεσης μπορείς να πετύχεις, ούτε μείωση της ανεργίας. Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα είναι η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και η τόνωση της απασχόλησης.