Όχι πολύ μακριά από τα γραφεία των FinancialTimes στο Λονδίνο, θα βρει κανείς τις φυλακές Marshalsea, όπου έστελναν κάποτε τους ανθρώπους με χρέη. Τον 18ο αιώνα, περισσότεροι από τους μισούς φυλακισμένους του Λονδίνου, ήταν μέσα για χρέη.
Οι Ταλιμπάν της παραδειγματικής ηθικής εκείνων των ημερών θεωρούσαν ότι ήταν απαραίτητες αυτές οι σκληρές ποινές. Στη συνέχεια, το 1869, καταργήθηκε η φυλάκιση για χρέη και εισήχθη ο θεσμός της «χρεοκοπίας». Η οικονομία και η κοινωνία κατάφεραν να επιβιώσουν.
Κάποιες φορές, τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά. Άλλοτε από κακή τύχη κι άλλοτε από ανευθυνότητα. Αλλά, η κοινωνία οφείλει να βρίσκει τρόπους να δίνει στους ανθρώπους την ευκαιρία να κάνουν μια νέα αρχή. Γι’ αυτό το λόγο καθιερώσαμε τη χρεοκοπία.
Πράγματι, επιτρέπουμε στους πιο σημαντικούς ιδιωτικούς παράγοντες της οικονομίας μας -τις εταιρείες- να έχουν περιορισμένη ευθύνη. Έτσι μπορούν οι μέτοχοι να γλιτώνουν, χωρίς συνέπειες, από τα χρέη των εταιρειών τους. Η ιδέα αυτή ήταν επίσης καταδικαστέα, ως «άδεια ανευθυνότητας», όταν εισήχθη για πρώτη φορά. Η περιορισμένη ευθύνη δημιουργεί πράγματι προβλήματα, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις υψηλής δανειακής εξάρτησης, όπως είναι οι τράπεζες. Η ευκολία με την οποία οι αμερικανικές εταιρείες μπορούν να ξεφύγουν από τους πιστωτές τους είναι εκπληκτική. Παρ’ όλα αυτά, το σενάριο αυτό παραμένει καλύτερο από την απεριόριστη ευθύνη.
Μια ανάλογη λογική ισχύει και για τις χώρες. Ορισμένες φορές, οι κυβερνήσεις τους δανείζονται περισσότερα απ’ όσα αποδεικνύεται ότι μπορούν να πληρώσουν. Αν έχουν δανειστεί σε εθνικό νόμισμα, μπορούν να καλύψουν το χρέος με πληθωρισμό. Αν έχουν όμως δανειστεί σε ξένο νόμισμα, αυτό δεν είναι εφικτό. Συνήθως, αυτοί που υποχρεώνονται να δανειστούν σε ξένο νόμισμα είναι οι χώρες με ιστορικό δημοσιονομικής ανευθυνότητας. Η ευρωζώνη έχει οδηγήσει τα μέλη της σε αυτήν ακριβώς τη θέση: για την κάθε κυβέρνηση, το ευρώ κοντεύει να γίνει ξένο νόμισμα. Όταν το κόστος εξυπηρέτησης τέτοιων χρεών γίνεται αφόρητα υψηλό, τότε είναι απαραίτητη η αναδιοργάνωση, δηλαδή η στάση πληρωμών.Όπως έδειξαν οι Carmen Reinhart και Kenneth Rogoff του Harvard University στο «This Time is Different», πρόκειται για μια παλιά ιστορία.
Όπως είχα αναφέρει και τότε, η Αργεντινή βρέθηκε σε αυτή τη θέση, με το γύρισμα του αιώνα. Ήταν δύσκολο να νιώσει κανείς συμπόνια για τη χώρα, η οποία υπέφερε από χρόνια κακοδιαχείριση πριν από τη χρεοκοπία της τον Δεκέμβριο του 2001 και από ακόμη μεγαλύτερη κακοδιαχείριση στη συνεχεία. Αδύνατο ήταν όμως και το να εξυπηρετήσει ένα χρέος 132 δισ. δολαρίων με βιώσιμα μέσα. Επιπλέον, οι πιστωτές είχαν αμειφθεί για την πιθανότητα της χρεοκοπίας. Ακόμη και στο χαμηλότερο σημείο του, τον Σεπτέμβριο του 1997, το spread των ομολόγων της Αργεντινής σε δολάρια σε σχέση με τα μακροχρόνια ομόλογα των ΗΠΑ ήταν κοντά στις τρεις ποσοστιαίες μονάδες. Ο πιστωτής που αμείβεται για τον κίνδυνο στάσης πληρωμών δεν μπορεί να αιφνιδιάζεται από αυτήν. Ηλύσηείναιηδιασποράστοχαρτοφυλάκιο.
Αν και η αρχή της αναδιάρθρωσης του κρατικού χρέους είναι δελεαστική, στην πράξη είναι δύσκολη. Κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να μετρήσει και, στη συνέχεια, να ρευστοποιήσει το σύνολο του ενεργητικού ενός κράτους. Αυτό το νομικό αδιέξοδο δημιουργεί δύο αντίθετους κινδύνους: ο πρώτος είναι ότι γίνεται πολύ εύκολο να ξεφύγει μια χώρα από τα χρέη της· ο δεύτερος είναι ότι γίνεται πολύ δύσκολο. Το παράδειγμα της Αργεντινής επιδεικνύει και τους δύο κινδύνους: αντιμέτωποι με μια αδιάλλακτη κυβέρνηση, οι κάτοχοι του 93 τοις εκατό των χρεοκοπημένων ομολόγων, δέχθηκαν ανταλλαγή με χρεόγραφα πολύ χαμηλότερης ονομαστικής αξίας· όμως, όσοι δεν δέχτηκαν αυτή την ανταλλαγή, εμπόδισαν την απόδοση μιας καθαρής εξυγίανσης. Το μπέρδεμα έχει κρατήσει περισσότερα από 12 χρόνια μετά την If χρεοκοπία.
Ως πρώτη αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, η AnneKrueger προώθησε μια πρόταση για έναν μηχανισμό αναδιοργάνωσης του κρατικού χρέους το 2002. Υποστήριξε ότι η διαδικασία αναδιοργάνωσης μπορεί να καθυστερεί ή να μπλοκάρεται, στην περίπτωση που ορισμένοι πιστωτές έχουν τη δυνατότητα να απαιτήσουν πλήρη εξόφληση.
Οι ιδέες της ήταν πιο υπερεθνικές από όσο μπορούσαν να αντέξουν οι κυβερνήσεις –και πάνω απ’ όλα η κυβέρνηση των ΗΠΑ. Ωστόσο, εισήχθησαν τουλάχιστον οι «ρήτρες συλλογικής ευθύνης». Αυτές οι ρήτρες όμως, ίσως να μην μπορούσαν να αποτρέψουν την επιτυχία των holdouts της Αργεντινής, των οποίων ηγείται ο PaulSinger της εταιρείας ElliottManagement. Όπως σχολίασε πρόσφατα το ΔΝΤ, αυτές οι ρήτρες «τυπικά ισχύουν μόνο για τους κατόχους της ίδιας έκδοσης». Ο πιστωτής που αρνείται, μπορεί να «εξουδετερώσει τη λειτουργία αυτής της ρήτρας» εφόσον εξασφαλίσει το απαραίτητο ποσοστό, το οποίο είναι συνήθως πάνω από 25 τοις εκατό.
Επιπλέον, προσθέτει το ΔΝΤ, τα αμερικανικά δικαστήρια έχουν ερμηνεύσει ότι η προϋπόθεση «επί ίσοις όροις», paripassu όπως αποκαλείται, σε αυτά τα συμβόλαια, συνεπάγεται ότι ένα κράτος είναι υποχρεωμένο να εξοφλήσει πλήρως μια οφειλή, εφόσον κάνει οποιαδήποτε πληρωμή σε αναδιοργανωμένα ομόλογα. Επιπλέον, τα αμερικανικά δικαστήρια θα υποχρεώσουν τους χρηματοπιστωτικούς μεσολαβητές να βοηθήσουν τους πιστωτές να βάλουν χέρι στα περιουσιακά στοιχεία του κράτους. Όλα αυτά δυσκολεύουν περισσότερο τις αναδιαρθρώσεις. Γιατί, άλλωστε, να αποδεχτούν οι πιστωτές μια ανταλλαγή με εργαλεία που θα έχουν μειωμένη αξία στο μέλλον;
Δεν είμαι δικηγόρος, αλλά, κατά την άποψή μου, η ιδέα της «ίσης μεταχείρισης» σημαίνει να αντιμετωπίζονται οι ίδιες περιπτώσεις με τον ίδιο τρόπο. Ωστόσο, οι πιστωτές που έχουν αποδεχθεί την ανταλλαγή και οι αντιρρησίες δεν είναι ίδια περίπτωση. Είναι λάθος να αναγκάζονται οι οφειλέτες να τους αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο. Επιπλέον, ο ισχυρισμός ότι οι «αντιρρησίες» βοηθούν τους Αργεντινούς, τιμωρώντας την κυβερνητική διαφθορά, είναι παράλογος. Οι Αργεντινοί έχουν κάθε δικαίωμα να επιλέξουν την κυβέρνηση που επιθυμούν. Ακόμη χειρότερα, αν η Αργεντινή αναγκαστεί να εξοφλήσει πλήρως τους «αντιρρησίες», τον λογαριασμό θα τον πληρώσουν οι Αργεντινοί. Πρόκειται για εκβιασμό, με τη στήριξη των αμερικανικών δικαστηρίων.
Το άμεσο ζήτημα είναι πώς θα μπορούσε η Αργεντινή να διευθετήσει αυτές τις υποθέσεις. Οι επιλογές -εξόφληση των holdouts, συμβιβαστική συμφωνία μαζί τους, μεταφορά των αναδιοργανωμένων ομολόγων σε εθνικό νόμο και απευθείας χρεοκοπία- μοιάζουν δαπανηρές, ταπεινωτικές, δύσκολες ή ζημιογόνες. Ακόμη χειρότερες είναι οι πιο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις για τις αναδιαρθρώσεις χρεών.
Μια δυνατότητα είναι να καταργηθεί η ρήτρα paripassu. Μια άλλη, είναι να εισαχθούν πιο ισχυρές ρήτρες συλλογικής ευθύνης, ιδιαίτερα τέτοιες που να καλύπτουν όλα τα χρεόγραφα σε κυκλοφορία. Μια ακόμη λύση, είναι να μετατοπιστεί η έκδοση από τη Νέα Υόρκη. Και οι τρεις όμως θα μπορούσαν να εφαρμοστούν μόνο στο μέλλον. Μια άλλη δυνατότητα θα ήταν να αλλάξει ο νόμος των ΗΠΑ. Και μια τελευταία δυνατότητα, όπως σημειώνει ο José Antonio Ocampo του Columbia University, είναι να ξαναζωντανέψει η ιδέα ενός παγκόσμιου μηχανισμού. Αυτέςοιδύοτελευταίεςεπιλογέςμοιάζουνεξαιρετικάαπίθανες.
Ωστόσο, σε έναν κόσμο με παγκόσμιες ροές κεφαλαίου, ένας λειτουργικός μηχανισμός αναδιοργανώσεων κρατικών χρεών, δεν πρέπει να αποτελεί προαιρετική επιλογή για έκτακτες περιπτώσεις. Η Αργεντινή μπορεί πράγματι να αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση. Το σίγουρο είναι ότι η ερμηνεία της προϋπόθεσης του paripassu και η δυνατότητα διεκδίκησης περιουσιακών στοιχείων, θα δυσκολέψουν πλέον ακόμη περισσότερο την αναδιάρθρωση του χρέους. Ένας κόσμος στον οποίο οι επιλογές για τα κράτη και τους πιστωτές τους είναι μεταξύ της πλήρους εξόφλησης ή της καθόλου πληρωμής είναι εξίσου κακός με εκείνον που οι οφειλέτες θα έπρεπε να επιλέξουν μεταξύ λιμοκτονίας ή φυλακής. Θα πρέπει να βρεθεί κάποιος καλύτερος τρόπος.