Στις 28 Ιουνίου του 1914, δολοφονήθηκαν στο Σαράγιεβο ο αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος, ο διάδοχος του αυστρο-ουγγρικού θρόνου, και η γυναίκα του, Σοφί –προκαλώντας μία σειρά από κακές αποφάσεις που οδήγησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Έναν αιώνα αργότερα, ο πλανήτης ταλανίζεται και πάλι από συγκρούσεις και αβεβαιότητα, με τρανά παραδείγματα τη Μέση Ανατολή, την Ουκρανία και η Θάλασσα της Νότιας Κίνας, καθώς και της Ανατολικής Κίνας. Μπορεί η κατανόηση των λαθών του 1914 να βοηθήσει ώστε να αποφευχθεί μία ακόμη μεγάλη καταστροφή;
Σίγουρα, η παγκόσμια τάξη έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία εκατό χρόνια. Αλλά, η αυξανόμενη αίσθηση ότι έχουμε χάσει τον έλεγχο της ιστορίας, μαζί με τις σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με τις δυνατότητες και τις αρχές των ηγετών μας, προσδίδει μια ορισμένη συνάφεια με τα γεγονότα στο Σεράγεβο το 1914.
Μόλις έναν χρόνο πριν, οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ του σήμερα και του καλοκαιριού του 1914 θα έμοιαζε τεχνητή. Ο μοναδικός παραλληλισμός θα ήταν περιορισμένος στην Ασία: οι αυθεντίες αναρωτήθηκαν εάν η Κίνα μετατρεπόταν σταδιακά σε σύγχρονο αντίστοιχο της Γερμανίας υπό τον αυτοκράτορα Γουλιέλμο τον Β’, με τις εδαφικές διεκδικήσεις της Κίνας να θυμίζουν, μέχρι έναν βαθμό, την κατάσταση στα Βαλκάνια κατά τις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Τους τελευταίους μήνες, όμως, το παγκόσμιο πλαίσιο έχει αλλάξει σημαντικά. Δεδομένων των πρόσφατων εξελίξεων στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Ευρώπη, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ολόκληρος ο πλανήτης θυμίζει την Ευρώπη του 1914.
Στην πραγματικότητα, η κατάσταση σήμερα θα μπορούσε να θεωρηθεί ακόμη πιο επικίνδυνη. Εξάλλου, πριν από έναν αιώνα, ο κόσμος δεν ήταν στοιχειωμένος από το φάντασμα μίας πυρηνικής αποκάλυψης. Τα μέσα για τη συλλογική αυτοκτονία της ανθρωπότητας δεν είχαν ακόμη εφευρεθεί και ο πόλεμος θεωρούταν, όπως το είχε θέσει περίφημα και ο Πρώσος στρατηγός Καρλ φον Κλάουζεβιτς, ως η «συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα».
Τα πυρηνικά όπλα άλλαξαν τα πάντα, έχοντας ως αποτέλεσμα η ισορροπία του τρόπου να εμποδίσει την κλιμάκωση του Ψυχρού Πολέμου (παρά τις αρκετές περιπτώσεις παρ’ ολίγον ατυχημάτων, με κύριο παράδειγμα την Κουβανική Κρίση Βλημάτων του 1962). Όμως, με την πάροδο του χρόνου, η λεγόμενη «αμοιβαία εξασφαλισμένη καταστροφή» έγινε όλο και πιο αφηρημένη έννοια.
Το Ιράν προσπαθεί τώρα να πείσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι το φονταμενταλιστικό χαλιφάτο που εκτείνεται από το Χαλέπι ως τη Βαγδάτη, αποτελεί πολύ μεγαλύτερη απειλή από ό,τι τα πυρηνικά όπλα. Η Ουκρανία, στο πλαίσιο της κλιμακούμενης σύγκρουσής της με τη Ρωσία, φαίνεται να ενδιαφέρεται περισσότερο για το εμπάργκο στην ενέργεια από ό,τι για το πυρηνικό οπλοστάσιο της Ρωσίας. Ακόμη και η Ιαπωνία –η μοναδική χώρα που έχει βιώσει από πρώτο χέρι μία πυρηνική επίθεση- φαίνεται αδιάφορη ως προς την κατοχή πυρηνικών όπλων από την Κίνα, καθώς κρατάει θετική στάση προς τον, ολοένα και ισχυρότερο, γείτονά της.
Με λίγα λόγια, η «βόμβα» δεν φαίνεται πια να προσφέρει την απόλυτη προστασία. Η αλλαγή αυτή έχει καταστεί δυνατή, τουλάχιστον εν μέρει, από την παγκόσμια επέκταση των πυρηνικών όπλων. Ήταν πολύ πιο εύκολο να πείσεις τις άλλες χώρες να αποδεχθούν μία κοινή δέσμη κανόνων όταν, παρά τις αδιάλλακτες ιδεολογίες τους, μοιράζονταν εν τέλει μεγάλο μέρος της δυτικής κουλτούρας.
Εδώ έγκειται και η δεύτερη θεμελιώδης διαφορά μεταξύ του 2014 και του 1914: η Ευρώπη δεν είναι πια το κέντρο του κόσμου. Το σημερινό Κίεβο δε μπορεί να συγκριθεί με το Σαράγιεβο πριν από έναν αιώνα. Μία σύγκρουση που ξεκίνησε στην Ευρώπη δεν θα μπορούσε πια να εξελιχθεί σε έναν παγκόσμιο πόλεμο –αν μη τι άλλο επειδή ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης είναι συνδεδεμένο μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία, παρά την τρέχουσα αντιδημοτικότητά της, καθιστά αδιανόητη την πιθανότητα του πολέμου μεταξύ των μελών της.
Δεδομένου αυτού, οι πραγματικοί κίνδυνοι βρίσκονται εκτός Ευρώπης, όπου δεν υπάρχει τέτοιου είδους πλαίσιο για την ειρήνη, και όπου οι κανόνες του παιχνιδιού ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό. Στο πλαίσιο αυτό, η αυξανόμενη αγωνία του πλανήτη –που εντείνεται από την ανάμνηση της δολοφονίας του Αρχιδούκα Φερδινάνδου- είναι απολύτως δικαιολογημένη.
Ένα κράτος τζιχαντιστών έχει αναδειχθεί στη Μέση Ανατολή. Οι ασιατικές χώρες έχουν αρχίσει να δημιουργούν τεχνητά νησιά, ακολουθώντας το παράδειγμα της Κίνας, στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, για να ενισχύσουν τις εδαφικές τους διεκδικήσεις εκεί. Και, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν επιδιώκει ανοιχτά τις αναχρονιστικές αυτοκρατορικές του φιλοδοξίες. Οι εξελίξεις αυτές θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως προειδοποίηση ότι ο κόσμος δεν μπορεί να αποφύγει την αλήθεια και ταυτόχρονα να αποτρέψει την καταστροφή.
Το 1914, οι ηγέτες της Ευρώπης, έχοντας αποτύχει να βρουν συμβιβαστικές λύσεις, παραιτήθηκαν μπροστά στο αναπόφευκτο του πολέμου (ορισμένοι με περισσότερο ενθουσιασμό από άλλους). Όπως το έθεσε και ο Ιστορικός Christopher Clark, «υπνοβάτησαν» προς τον πόλεμο. Ενώ, φαινομενικά, το 2014 μοιράζεται ελάχιστα κοινά χαρακτηριστικά με το 1914, το σίγουρο είναι ότι έχουν ένα κοινό: τον κίνδυνο ότι το όλο και πιο σύνθετο περιβάλλον πολιτικής και ασφάλειας θα υπερφορτώσει τους παγκόσμιους ηγέτες. Πριν ακόμη ξυπνήσουν και δουν τους κινδύνους, η κατάσταση θα μπορούσε να έχει ήδη ξεφύγει.