Η Γερμανία έχει το συνήθειο να κερδίζει το Παγκόσμιο Κύπελο του ποδοσφαίρου σε συμβολικές στιγμές. Η νίκη του 1954 –στιγμιότυπα της οποίας υπάρχουν και στην ταινία «Το Θαύμα της Βέρνης»– επέτρεψε στους Γερμανούς να χαρούν μία στιγμή υπερηφάνειας και λύτρωσης έπειτα από την ήττα και την ατίμωση του 1945.
Μία δεύτερη νίκη, το 1974, αφορούσε τη Δυτική Γερμανία της οποίας το «οικονομικό θαύμα» είχε επιτρέψει, μέχρι τότε, να ανακτήσει τη θέση της ως μίας από τις πιο προηγμένες χώρες του κόσμου. Η νίκη του 1990, λίγους μήνες μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, συνέλαβε την χαρά και τη δυναμική της Γερμανίας που επρόκειτο σύντομα να επανενωθεί.
Τώρα, το 2014, η Γερμανία κερδίζει και πάλι το Παγκόσμιο Κύπελλο –για μια ακόμη φορά σε μία συμβολική στιγμή. Τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν δει τη Γερμανία να επανεμφανίζεται ως η πρωτοπόρα πολιτική δύναμη στην Ευρώπη. Η Βρετανία και η Γαλλία μπορεί να έχουν τα πυρηνικά όπλα και να είναι μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, αλλά η κρίση του ευρώ έχει αναδείξει τη Γερμανίας ως τον αδιαμφισβήτητο ηγέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην Ευρώπη, ακόμη και το να αποκαλούσε κανείς τη Γερμανία «κυρίαρχη δύναμη» πριν από μερικά χρόνια, θα ακουγόταν ανησυχητικό. Ωστόσο, η σύγχρονη Γερμανία έχει καταφέρει το ασυνήθιστο «τρικ» του να είναι ταυτόχρονα ισχυρή και δημοφιλής. Μία δημοσκόπηση του BBC, που διεξήχθη σε 21 χώρες το περασμένο έτος, έδειξε ότι η Γερμανία ήταν η πιο αξιοθαύμαστη χώρα στον κόσμο.
Ενώ το Παρίσι μοιάζει με πανέμορφο μουσείο, η Ρώμη καταρρέει και το Λονδίνο είναι πανάκριβο και υπερπλήρες, το Βερολίνο έχει αναδειχθεί ως μία «κουλ» πόλη, γεμάτη από γκαλερί, κλαμπ και συναρπαστική σύγχρονη αρχιτεκτονική από το Ράιχσταγκ μέχρι την Πλατεία Ποτσντάμερ. Επίσης, είναι μία πόλη στην οποία οι νέοι αντέχουν ακόμη να ζήσουν, από οικονομική άποψης.
Για μία ακόμη φορά, η Εθνική Γερμανίας κατάφερε να απαθανατίσει τη διάθεση της στιγμής. Οι ομάδες του 1954 και του 1974 προκάλεσαν δυσφορία σε αρκετούς οπαδούς επειδή κέρδισαν πιο «κομψούς» αντιπάλους –την Ουγγαρία και την Ολλανδία αντίστοιχα. Οι νικηφόρες γερμανικές ομάδες του 1974 και του 1990 είχαν επαινεθεί για την «αποτελεσματικότητα» και τη «σκληρή δουλειά» τους –και διακωμωδήθηκαν για τα γελοία κουρέματά τους. Αντίθετα, η σημερινή γερμανική ομάδα χειροκροτήθηκε από όλους για το τεχνική και την ομορφιά του παιχνιδιού της. Είναι επίσης η πιο πολυπολιτισμική ομάδα που έχει εκπροσωπήσει τη χώρα σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλου, αντικατοπτρίζοντας την αύξηση της ανεκτικότητας της γερμανικής κοινωνίας. Ωστόσο, κάποιες από τις παλιές αρετές παραμένουν. Στην καλύτερη περίπτωση, η γερμανική ομάδα μοιάζει σαν μία καλοσχεδιασμένη μηχανή, με όλα τα γρανάζια να δουλεύουν σε απόλυτη αρμονία. Ο Mario Götze, που σκόραρε, ίσως να είναι και το τέλειο παράδειγμα για αυτή την ομάδα: γιός ενός καθηγητή τεχνολογίας, και ένας από τους δύο παίκτες στην ομάδα που έχουν γεννηθεί σε μία ενωμένη Γερμανία.
Ωστόσο, αν όλα αυτά σας ακούγονται πολύ καλά για να ΄ναι αληθινά, τότε μάλλον είναι. Η Γερμανία αναμφίβολα διανύει μία χρυσή περίοδο –εντός και εκτός γηπέδου– αλλά υπάρχουν αρκετοί λόγοι να φοβόμαστε ότι η χαρά θα αποδειχθεί εφήμερη. Η πολιτική ηγεσία στην Ευρώπη σχετίζεται με το να κάνεις επιλογές –και αυτές οι επιλογές θα είναι αναπόφευκτα αντιδημοφιλείς σε πολλά μέρη.
Για να παραφράσουμε τον Τρότσκι σχετικά με τον πόλεμο, ενώ οι σύγχρονοι Γερμανοί μπορεί να μην ενδιαφέρονται για την εξουσία, η εξουσία ενδιαφέρεται για αυτούς. Έτσι, ενώ η χώρα έχει θετική γενική εικόνα σε μέρη του πλανήτη όπου η εξουσία της δεν γίνεται αισθητή, η κρίση του ευρώ έχει δει την εικόνα της Γερμανίας να καταστρέφεται στο κατώφλι της Ευρώπης. Η εμμονή της κυβέρνησης Μέρκελ στην λιτότητα στη Νότια Ευρώπη έχει αναβιώσει την παλιά εικόνα του αλαζόνα, αναίσθητου Γερμανού. Όταν ερωτήθηκαν ποια χώρα θα ήθελαν να σηκώσει το Παγκόσμιο Κύπελο, οι Πορτογάλοι, οι Ισπανοί, οι Έλληνες, οι Ολλανδοί και οι Άγγλοι όλοι ονόμασαν τη Γερμανία τελευταία ή προτελευταία στις προτιμήσεις τους.
Όταν πρόκειται για τον παγκόσμιο ρόλο της Γερμανίας, η ίδια η χώρα παραμένει βαθιά διχασμένη. Οι αντιπαραθέσεις σχετικά με τις ΗΠΑ που κατασκόπευαν τη Γερμανία, έχουν αναβιώσει έναν λανθάνοντα αντιαμερικανισμό ο οποίος ήταν ιδιαίτερη εμφανής στα χρόνια του Μπους. Οι αγανάκτηση σχετικά με τις υποκλοπές και την κατασκοπία είναι κατανοητή, αλλά –μεταξύ του γερμανικού κοινού– φαίνεται ότι έχει μετατραπεί σε μία άρνηση να επιλέξουν μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Μία πρόσφατη δημοσκόπηση, που διεξήχθη πριν από το τελευταίο φαινόμενο αμερικανικών υποκλοπών, έδειξε ότι ήταν περισσότεροι οι Γερμανοί που πιστεύουν ότι η χώρα τους θα πρέπει να διατηρήσει ίση πολιτική απόσταση μεταξύ της Ρωσίας και της δυτικής συμμαχίας από τους Γερμανούς που στηρίζουν μία καθαρά δυτική στρατηγική. Η στάση αυτή προκαλεί συναγερμό στο πολιτικό κατεστημένο της Γερμανίας, το οποίο είναι προσανατολισμένο προς τον Ατλαντικό ως προς την εξωτερική πολιτική. Συναγερμό προκαλέι και στους γείτονες της χώρας προς την Ανατολή. Οι διπλωμάτες του Βερολίνου ανησυχούν ότι οι απόψεις της κυβέρνησης τους δεν εναρμονίζονται σωστά με το κοινό που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν.
Όσο συνεχίζει η οικονομία της Γερμανίας να αποδίδει τόσο αποτελεσματικά όσο η εθνική της ομάδα ποδοσφαίρου, οι γείτονές της στην ΕΕ θα συνεχίσουν πιθανότατα να είναι προσεκτικοί και ευγενικοί όσον αφορά οποιεσδήποτε αντιρρήσεις μπορεί να έχουν σχετικά με την εξωτερική πολιτική του Βερολίνου. Ωστόσο, διάφοροι προνοητικοί παρατηρητές εντός της Γερμανίας ήδη ανησυχούν ότι η επιτυχία της οικονομίας βασίζεται σε μία πληθώρα πλεονεκτημάτων τα οποία θα αφανιστούν εν καιρώ.
Ως γνωστόν, η Γερμανία έχει και δημογραφικό πρόβλημα (υπογεννητικότητας). Το γεγονός ότι γεννιούνται περίπου 1,3 παιδιά ανά γυναίκα σημαίνει ότι ο πληθυσμός της χώρας μειώνεται ενώ παράλληλα μεγαλώνει ο μέσος όρος ηλικίας. Οι πρόσφατες κινήσεις για μείωση του ορίου συνταξιοδότησης για ορισμένους εργαζομένους θα επιδεινώσουν το πρόβλημα αυτό.
Μετά από χρόνια «χαλιναγώγησης» των εγχώριων μισθών, οι Γερμανοί εργαζόμενοι (όπως είναι κατανοητό) πιέζουν για περισσότερες αποδοχές. Ωστόσο, κάτι τέτοιο μπορεί να κατέστρεφε την ανταγωνιστικότητα της Γερμανίας, μία ανταγωνιστικότητα την οποία έχει κερδίσει με πολύ κόπο. Εντωμεταξύ, η γερμανική βιομηχανία μπορεί να απειλείται από την εξάρτησή της από τις εξαγωγές προς τις γειτονικές χώρες οι οποίες έχουν πληγεί από την λιτότητα. Παράλληλα, οι κινεζικές εταιρείες εισχωρούν όλο και βαθύτερα στην αγορά, επιτιθέμενες σε διάφορους τομείς όπου «βασιλεύει» επί του παρόντος η Γερμανία.
Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, της οποίας η αθόρυβα εντυπωσιακή ηγεσία έχει συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό στην θετική εικόνα της σύγχρονης Γερμανίας, θα γνωρίζει πολύ καλά τις προκλήσεις που κρύβει το μέλλον. Αλλά, η νίκη στο Ρίο της έδωσε την ευκαιρία να κάνει ένα διάλειμμα και να απολαύσει τη χρυσή της στιγμή, μαζί με την υπόλοιπη χώρα.