Μπορεί η τελευταία επίσκεψη των επικεφαλής της τρόικα στην Ελλάδα να ήταν σύντομη και να μοιάζει “αναίμακτη”, εντούτοις άφησε πίσω της το οικονομικό επιτελείο να ετοιμάζει νέα μέτρα, τα οποία θα…έρθουν από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.
Η μία εβδομάδα που έμειναν οι δανειστές στην χώρας θεωρήθηκε ένα ικανοποιητικό διάστημα παραμονής για τους ίδιους, καθώς εξέτασαν τα μεγέθη του προϋπολογισμού, παρακολούθησαν την εισπραξιμότητα των φόρων, άκουσαν τα νέα υπουργικά στελέχη και στο τέλος έστειλαν μήνυμα ότι απαγορεύεται ο δημοσιονομικός εφησυχασμός. Το εν λόγω μήνυμα, μετέφερε στο Μέγαρο Μαξίμου ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης, στον οποίο, οι πιστωτές κατέστησαν σαφές ότι υπάρχει μόνο ο δρόμος των δικών τους μέτρων και επ’ ουδενί δεν διαπραγματεύονται φοροελαφρύνσεις
Η κυβέρνηση είχε καλλιεργήσει το προηγούμενο διάστημα ισχυρές προσδοκίες στα νοικοκυριά ακόμη και για σημαντικές μειώσεις φόρων που έχουν επιβληθεί με τα δύο τελευταία μνημόνια. Όπως για παράδειγμα, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης που εξισώθηκε με αυτόν του κίνησης πλήττοντας τους καταναλωτές ή η έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης που εξετάζεται να χαμηλώσει από ένα όριο εισοδήματος και πάνω ή να μειωθούν οι συντελεστές.
Πάντως, η τρόικα έχει διαφορετική άποψη και ζητά την παράταση για δύο ακόμη χρόνια, έως το 2016, για να μπορέσουν να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί στα πρωτογενή πλεονάσματα. Η παράτασης της έκτακτης ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης δεν είναι το μοναδικό θέμα για το οποίο η τρόικα πιέζει ασφυκτικά.
Αντίστοιχη “πίεση” ασκείται για την κατάργηση των ευνοϊκών καθεστώτων του ΦΠΑ σε νησιά και ακριτικές περιοχές αλλά και για την αλλαγή του συστήματος παρακράτησης του φόρου που έχει ήδη δρομολογηθεί. Μόνο οι επιβαρύνσεις από το νέο σύστημα «τελικής παρακράτησης φόρου εισοδήματος» θα είναι τρομακτικές!
Με το σύστημα αυτό αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά οι κρατήσεις φόρου επί των μισθών και των συντάξεων, καθώς ο υπολογισμός τους θα γίνεται επί του αθροίσματος όλων των καταβαλλόμενων αποδοχών και όχι αυτοτελώς από κάθε εργοδότη ή από κάθε ασφαλιστικό ταμείο.
Στην «ατζέντα» με τα ανοικτά ζητήματα του Σεπτεμβρίου παραπέμπεται και το «καυτό» ζήτημα της αποκατάστασης των ειδικών μισθολογίων μετά τις δικαστικές αποφάσεις που προηγήθηκαν κρίνοντας παράνομες τις περικοπές που έγιναν στο πλαίσιο του μνημονίου.
Η «τρύπα» που δημιουργείται φθάνει το 1 δισ. ευρώ και δεν αποκλείεται αυτή να καλυφθεί μέσα από τους ίδιους τους φορείς με την κυβέρνηση να τους εντάσσει στο ενιαίο μισθολόγιο.
Έντονο προβληματισμό έχει προκαλέσει στην κυβέρνηση και το «όχι» των δανειστών απέναντι στην πρόταση για βελτίωση των όρων και δη των δόσεων στις υφιστάμενες ρυθμίσεις που «τρέχουν» αλλά δεν αποδίδουν προς τα ασφαλιστικά ταμεία και την εφορία. Παρά το γεγονός ότι τα ληξιπρόθεσμα χρέη τείνουν να καταστούν ένα μνημονιακό δάνειο, οι δανειστές κλείνουν τα αυτιά τους για μία νέα ρύθμιση. Επίσης επιμένουν και στο θέμα των «κοινωνικών μεταβιβάσεων» ζητώντας τον περιορισμό της κρατικής χρηματοδότησης κρίνοντας ότι τα κονδύλια που κατευθύνονται προς αυτόν τον τομέα έχουν αυξηθεί σημαντικά, όπως οι πόροι για το ΕΚΑΣ.
Αναλυτικότερα, οι επαφές που είχαν οι υπουργοί Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εργασίας με τους εκπροσώπους της τρόικας, άναψαν το πράσινο φως για προώθηση νέων νομοθετικών ρυθμίσεων που θα προβλέπουν:
1. Καθιέρωση ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ 19% – 21% για όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες από 1.1.2015 η οποία θα επιφέρει:
Ανατιμήσεις σε σειρά προϊόντων και υπηρεσιών από αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ για τρόφιμα, εισιτήρια (αστικών, υπεραστικών συγκοινωνιών, ταξί, αερομεταφορών, ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών και σιδηροδρόμων) ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, φυσικό αέριο, επισκευές παλαιών κατοικιών, από 13% σε 19% ή 21%. Επίσης, κατάργηση μειωμένων κατά 30% συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά Αιγαίου.
2. Παράταση επιβολής ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης 1% έως 4% σε ετήσια εισοδήματα πάνω από 12.000 ευρώ ενώ κανονικά θα έπρεπε να καταργηθεί για τα εισοδήματα του 2015.
3. Κατάργηση πλείστων όσων κοινωνικών επιδομάτων και παροχών με ένταξή τους στο ενιαίο”ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα” που θα καταβάλλεται σε ετήσια πραγματικά ή τεκμαρτά εισοδήματα έως 4.800 ευρώ. Οικογενειακά επιδόματα ΟΓΑ (σήμερα υπάγονται 750.000 οικογένειες με εισοδήματα έως 45.000 ευρώ, 48.000 ευρώ ή 51.000 ευρώ αναλόγως αριθμού προστατευομένων τέκνων) επιδόματα ανεργίας, φοιτητικό επίδομα στέγης των 1.000 ευρώ (οικογένειες με ετήσιο εισόδημα έως 30.000 ευρώ προσαυξανόμενο κατά 3.000 ευρώ για κάθε παιδί από δεύτερο και εξής) επίδομα θέρμανσης (σε ετήσια εισοδήματα έως 40.000 ευρώ προσαυξανόμενα κατά 3.000 ευρώ για κάθε τέκνο) θα καταργηθούν.
Στην θέση τους, θα χορηγείται ένα και μόνο κοινωνικό επίδομα και μόνο σε πλήρως εξαθλιωμένους με ετήσιο εισόδημα (πραγματικό ή τεκμαρτό) έως 4.800 ευρώ! Και πάλι, με την προϋπόθεση ότι η συνολική αξία ακινήτων που κατέχει ο δικαιούχος δεν υπερβαίνει τις 80.000 ευρώ.
Το ύψος του επιδόματος θα διαμορφώνεται από 90 έως 400 ευρώ, αναλόγως οικογενειακής κατάστασης. Για παράδειγμα, έγγαμος άνεργος με δύο παιδιά και εισόδημα 2.500 ευρώ, θα λαμβάνει 180 ευρώ, η σύζυγος 90 ευρώ και κάθε παιδί 54 ευρώ. Συνολικά η οικογένεια θα λαμβάνει 378 ευρώ μηνιαίως ως ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Οι δικαιούχοι μελετάται να έχουν δυνατότητα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, ένταξης στο κοινωνικό τιμολόγιο της ΔΕΗ, καθώς και συμμετοχή σε ευρωπαϊκά προγράμματα σίτισης, κατάρτισης και απασχόλησης.
4. Διευκόλυνση διαδικασιών εκποίησης ακίνητης περιουσίας όσων χρωστούν σε εφορία ή ασφαλιστικά ταμεία. Υπερχρεωμένοι μικροεπιτηδευματίες, μικροέμποροι, επαγγελματίες και άλλες κατηγορίες εξαθλιωμένων από υπέρογκα χαράτσια και μεγάλες περικοπές εισοδημάτων, θα χάνουν ευκολότερα την ακίνητη περιουσία τους, καθώς οι πλειστηριασμοί των σπιτιών τους θα διενεργούνται με τιμές εκκίνησης στα 2/3 ή στο 1/3 των αντικειμενικών τους αξιών.
5. Ρύθμιση της εξόφλησης των “κόκκινων δανείων” των νοικοκυριών προς τράπεζες με τρόπο που να διασφαλίζονται τα συμφέροντα των τελευταίων είτε με εξασφάλιση αποπληρωμής μεγάλου μέρους των συσσωρευθεισών τεράστιων οφειλών με τα “πανωτόκια” είτε με εκποίηση ακίνητης περιουσίας οφειλετών.
6. Εφαρμογή νέου μισθολογίου στο δημόσιο ώστε οι αποδοχές να καθορίζονται με τα λεγόμενα κριτήρια αποδοτικότητας.