Πέρα από τις ασκήσεις επικοινωνιακής διαχείρισης της δύσκολης διαπραγμάτευσης με την τρόικα («τους διώξαμε από την Αθήνα, θα τους συναντήσουμε στο Παρίσι»!) η κυβέρνηση διαπιστώνει έντρομη ότι κατέρχεται και σε αυτή τη διαπραγμάτευση με πολύ εξασθενημένη θέση και θα χρειασθούν μεγάλες υποχωρήσεις από τους ξένους δανειστές, για να αποφευχθεί ένα διπλό αδιέξοδο.
Τα δύο μείζονα προβλήματα της διαπραγμάτευσης, πέραν βεβαίως της ήδη δύσκολης συμμόρφωσης με τα μέτρα του μνημονιακού προγράμματος, αφορούν το στρατηγικό σχεδιασμό της δημοσιονομικής διαχείρισης και τις αντοχές των τραπεζών στους νέους ελέγχους κεφαλαιακής επάρκειας από τις ευρωπαϊκές αρχές. Για την Αθήνα έχει κεφαλαιώδη σημασία να ρίξουν «νερό στο κρασί τους» οι διεθνείς πιστωτές σε αυτούς τους δύο τομείς, γιατί, σε αντίθετη περίπτωση, η κυβέρνηση θα κληθεί να λάβει πολύ «βαριά» δημοσιονομικά μέτρα και να δεσμευθεί από νέο μνημόνιο, κάτι που θα οδηγούσε με μαθηματική βεβαιότητα στην πολιτική της καταστροφή.
Σε ό,τι αφορά τα δημοσιονομικά, ο μόνος τρόπος για να επιτευχθούν οι στόχοι του μνημονίου για τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι να… αλλάξουν οι στόχοι. Το ελάχιστο που χρειάζεται η κυβέρνηση είναι να μειωθούν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα της διετίας 2015-2016 και να αυξηθούν ελαφρώς για τα επόμενα χρόνια. Αυτό, άλλωστε, έκανε το υπουργείο Οικονομικών (χωρίς έγκριση της τρόικας), όταν συνέταξε το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα: μειώνοντας το στόχο για το πλεόνασμα του 2015, περιόρισε το δημοσιονομικό κενό, που θα πρέπει να καλυφθεί με νέα μέτρα, στα 900 εκατ. ευρώ, ενώ με τον ισχύοντα στόχο το κενό διευρύνεται σε τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζεται και το κόστος των δικαστικών αποφάσεων για τα ειδικά μισθολόγια.
Από την πλευρά της τρόικας, όμως, δεν φαίνεται να υπάρχει διάθεση αλλαγής των υπερβολικά φιλόδοξων στόχων για τα πλεονάσματα, που μοιάζουν να αποτελούν «ιερές αγελάδες» του ελληνικού προγράμματος, καθώς μόνο με τόσο μεγάλα πλεονάσματα μπορεί να βγει (στα χαρτιά, τουλάχιστον…) η εξίσωση της βιωσιμότητας του χρέους. Επιπλέον, η τρόικα φοβάται ότι, αν αρχίσει να «ξηλώνεται το πουλόβερ» των πλεονασμάτων, προκειμένου να διευκολυνθεί η Αθήνα, αυτό θα δημιουργήσει κακό προηγούμενο και οι πιέσεις της ελληνικής πλευράς για νέες μειώσεις των στόχων θα είναι συνεχείς.
Μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως, ακόμη και από τα δημοσιονομικά είναι το ζήτημα του τραπεζικού συστήματος. Τα νέα τεστ αντοχής από τις ευρωπαϊκές αρχές δεν φαίνεται ότι θα οδηγήσουν στα αποτελέσματα που περίμενε η Αθήνα, μετά και τον τελευταίο γύρο ανακεφαλαιοποίησης με ιδιωτικά κεφάλαια. Η ελληνική πλευρά ζητά από την Φραγκφούρτη να χαλαρώσουν βασικοί όροι των ελέγχων, με κυριότερο το να ληφθούν υπόψη στον υπολογισμό των κεφαλαιακών αναγκών οι κινήσεις ενίσχυσης της κεφαλαιακής επάρκειας που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ των ελληνικών τραπεζών και της Κομισιόν για το μέλλον.
Από την πλευρά της, όμως, η ΕΚΤ διαμηνύει ότι δεν πρόκειται να αλλάξει βασικές παραδοχές, μόνο και μόνο για να διευκολυνθούν οι ελληνικές τράπεζες, καθώς αυτό θα έδινε στις αγορές πολύ κακό μήνυμα, σχετικά με την αυστηρότητα της κεντρικής τράπεζας στο νέο της ρόλο του επόπτη των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών τραπεζών. Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες είναι πιθανό να βρεθούν σε νέες κεφαλαιακές ανάγκες μεγάλου ύψους, άνω των 5 δισ. ευρώ.
Χωρίς μια «ελαστικότητα» από την ΕΚΤ, η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά στον ορατό κίνδυνο να δεσμευθούν για μεγάλο διάστημα τα 11 δισ. ευρώ των αποθεμάτων του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που η Αθήνα σκόπευε να αξιοποιήσει για τη χρηματοδότησή της το 2015, ώστε να μη χρειασθεί νέο δάνειο από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό. Αν τα 11 δισ. μείνουν «κλειδωμένα», δεν θα υπάρχει πλέον άλλη επιλογή από τη λήψη του νέου δανείου, που θα συνοδεύεται βεβαίως από αυστηρούς όρους και συνέχιση της στενής επιτήρησης.
Έτσι, άλλη μια φορά η Ελλάδα βρίσκεται στο έλεος των δανειστών, υποχρεωμένη να ζητήσει διευκολύνσεις και ειδική μεταχείριση. Το πρόβλημα, σύμφωνα με πληροφορίες, συζητήθηκε και στην τελευταία συνάντηση Σαμαρά-Μέρκελ. Η Γερμανίδα καγκελάριος δεν υποσχέθηκε στον Έλληνα Πρωθυπουργό κάτι, αλλά άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο ορισμένων υποχωρήσεων, εφόσον η ελληνική κυβέρνηση αποδείξει στους ελεγκτές της τρόικας ότι εφαρμόζει κατά γράμμα το πρόγραμμα του μνημονίου.
Trending
- Παραιτήθηκε ο Αρίστος Δοξιάδης από υφυπουργός Ανάπτυξης
- Ανασχηματισμός: Ανανέωση με το βλέμμα στο 2027
- Αιφνιδιαστική επίσκεψη αναπληρωτή υπουργού Μεταφορών, Κωνσταντίνου Κυρανάκη στον Σταθμό Λαρίσης (Φωτογραφίες)
- Π. Μαρινάκης: Το ΠΑΣΟΚ αποφάσισε να διαβάσει την έκθεση της Moody’s επιλεκτικά και να πει 7 ψέματα και όχι 7 αλήθειες
- Μ. Χρυσοχοΐδης: Θα μας φοβούνται οι παράνομοι, οι μπράβοι, οι εγκληματίες
- Στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών την Δευτέρα στις 10.00 ο Μητσοτάκης
- Χούθι: Εξαπολύσαμε επίθεση κατά του αεροπλανοφόρου USS Harry Truman στην Ερυθρά Θάλασσα
- Αλουμύλ: Προχωρά με ξένο fund μεγάλη επένδυση στην Ινδία