Είναι πλέον γνωστό ότι οι σημαντικότεροι οίκοι αξιολόγησης έχουν κηρύξει την Αργεντινή σε κατάσταση χρεοκοπίας.
Η χρεοκοπία επήλθε παρά το γεγονός ότι η Αργεντινή κατέθεσε τις πληρωμές των τόκων που προορίζονταν για τους πιστωτές που αποδέχτηκαν (έστω και απρόθυμα) την αναδιάρθρωση του 2001, πιστεύοντας ότι δεν είχαν άλλη επιλογή. Εξάλλου, δεν μπορούσαν να εισβάλλουν στην χώρα και να πουλήσουν τα κρατικά περιουσιακά της στοιχεία. Αυτό είναι το πρόβλημα όταν δανείζεις σε κυβερνήσεις: όχι μόνο δεν υπάρχει περίπτωση να μην σπαταλήσουν τα χρήματα που δανείζονται, αλλά όταν τα πράγματα δυσκολεύουν, οι πιστωτές μένουν συχνά ξεκρέμαστοι.
Ωστόσο, οι λεγόμενοι πιστωτές «holdouts» –η ομάδα των επενδυτών που δεν αποδέχθηκαν τους όρους της αναδιάρθρωσης του χρέους– συνέχισαν να πολεμούν την κυβέρνηση της Αργεντινής στα δικαστήρια προκειμένου να αποκατασταθούν, και έχουν βγει κερδισμένοι σε αρκετές περιπτώσεις. Κάποια στιγμή, κατάφεραν μέχρι και να κατασχέσουν ένα πολεμικό πλοίο της Αργεντινής σε ένα λιμάνι της Γκάνας. Η τελευταία δικαστική υπόθεση την οποία κέρδισαν έχει οδηγήσει στο σημερινό αδιέξοδο και την μετέπειτα χρεοκοπία.
Η χώρα της Νότιας Αμερικής απέτυχε να πραγματοποιήσει την πληρωμή $539 εκατ. στους ομολογιούχους, έπειτα από απόφαση Αμερικανού δικαστή, σύμφωνα με την οποία τα χρήματα δεν δύναται να διανεμηθούν εάν δεν πληρωθεί και μία ομάδα από hedge funds τα οποία κατέχουν ομόλογα χρέους. Η Αργεντινή, που βρίσκεται να δηλώνει πτώχευση για δεύτερη φορά μέσα σε 13 χρόνια, έχει περίπου $200 δισ. χρέος σε ξένα νομίσματα, συμπεριλαμβανομένων $30 δισ. από αναδιάρθρωση ομολόγων, σύμφωνα με την Standard & Poors (S&P).
Η Αργεντινή και τα hedge funds—υπό την ηγεσία του δισεκατομμυριούχου Paul Singer και της εταιρείας του Elliott Management Corp.—απέτυχαν να καταλήξουν σε συμφωνία στις συνομιλίες που έλαβαν χώρα σήμερα στη Νέα Υόρκη, σύμφωνα με τον μεσολαβητή Daniel Pollack που διορίστηκε από το δικαστήριο για την υπόθεση. Σε συνέντευξη Τύπου μετά τη λήξη των συνομιλιών, ο υπουργός Οικονομικών της Αργεντινής Axel Kicillof περιέγραψε την ομάδα των πιστωτών χρησιμοποιώντας τον όρο «vulture funds» (αρπακτικά επενδυτικά ταμεία), και δήλωσε ότι η χώρα του δεν θα υποκύψει σε «εκβιασμούς».
«Οι πλήρεις συνέπειες της χρεοκοπίας δεν είναι μεν προβλέψιμες, αλλά σίγουρα δεν είναι θετικές», έγραψε ο Pollack σε δήλωσή του μέσω -. «Η χρεοκοπία δεν είναι ένας απλός τεχνικός όρος, αλλά ένα πραγματικό και οδυνηρό γεγονός που θα βλάψει τους πραγματικούς ανθρώπους».
Ο Kicillof, μιλώντας στο προξενείο της Αργεντινής στη Νέα Υόρκη, είπε στους δημοσιογράφους ότι οι «holdouts» απέρριψαν κάθε πρόταση για διακανονισμό και αρνήθηκαν κάθε αίτηση για αναστολή της δικαστικής απόφασης. Δήλωσε επίσης ότι η Αργεντινή δεν μπορούσε να αποπληρώσει το $1,5 δισ. που οφείλεται στα hedge funds, διότι αυτό θα έθετε σε ισχύ τις ρήτρες που απαιτούν από τη χώρα να εξοφλήσει με παρόμοιους όρους και τους υπόλοιπους ομολογιούχους.
Όπως και να ‘χει, η χρεοκοπία είναι πραγματικό μόνο ένα παράπλευρο πρόβλημα συγκριτικά με το αληθινό πρόβλημα της Αργεντινής. Η χώρα έχει μία σπάταλη κυβέρνηση υ οποία χρηματοδοτεί τις δαπάνες της τυπώνοντας όλο και περισσότερα χρήματα, ενώ παράλληλα δημοσιεύει σημαντικά παραποιημένα στοιχεία πληθωρισμού, προκειμένου να συγκαλύψει αυτό το γεγονός.
Ο δείκτης Merval έχει εκτιναχθεί στα ύψη τα τελευταία χρόνια και, όπως ίσχυε και στην περίπτωση του χρηματιστηριακού ράλι στη Βενεζουέλα, δεν αποτελεί σημάδι υγιούς οικονομίας. Αντιθέτως, αποτελεί ένδειξη ότι αναμένεται μία έκρηξη υπερ-πληθωρισμού.
Η ωμή πραγματικότητα
Ο καθηγητής Steve Hanke του Πανεπιστημίου John Hopkins τρέχει ένα πρόγραμμα με τίτλο «προβληματικά νομίσματα» στο Ινστιτούτο Cato. Μία από τις παραμέτρους που εξετάζει είναι η συναλλαγματική ισοτιμία στη μαύρη αγορά σε χώρες που έχουν ισχύοντες ελέγχους νομισμάτων, προκειμένου να προσδιορίσει τον «σιωπηρό πληθωρισμό» του δείκτη τιμών καταναλωτή. Αν και πρέπει να παραδεχθούμε ότι αυτού του είδους οι μετρήσεις είναι εγγενώς δύσκολες, η μέθοδος αυτή μας δίνει μία γενική ιδέα του πόσο μακριά από την πραγματικότητα είναι τα επίσημα δεδομένα. Στην περίπτωση της Αργεντινής, απέχουν πάρα πολύ.
Είναι προφανές ότι υπάρχει τεράστιο χάσμα μεταξύ του επίσημου ΔΤΚ του 15,01% και του «σιωπηρού δείκτη» που κυμαίνεται στο 51%. Μπορούμε να πούμε με αρκετή βεβαιότητα ότι ο «σιωπηρός δείκτης» είναι πολύ πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Αυτού του είδους τα ποσοστά πληθωρισμού αντιπροσωπεύουν μία επερχόμενη, ολοκληρωτική οικονομική καταστροφή, κι αυτό όχι μόνο εξαιτίας του προφανή λόγου ότι καθιστούν σχεδόν αδύνατους τους οικονομικούς υπολογισμούς και ληστεύουν τους αποταμιευτές από τα χρήματα που έχουν μοχθήσει για να μαζέψουν. Αλλά, και επειδή υπονομεύουν την παραγωγικότητα και την ηθική των ανθρώπων. Όταν ολόκληρος ο πληθυσμός μίας χώρας αναγκάζεται να δαπανήσει μεγάλη προσπάθεια σε καθημερινή βάση, αναζητώντας τρόπους να ξεφύγει από τα δεινά του πληθωρισμού, είναι προφανές ότι θα εξασθενίσει η οικονομική του παραγωγικότητα.
«Ληστεύοντας» τους αποταμιευτές, η κυβέρνηση υπονομεύει τον ηθικό ιστό της κοινωνίας στο σύνολό της, ενώ παράλληλα δημιουργεί μία νέα κατώτερη τάξη –η οποία αποτελείται από εκείνους που στηρίζονται με κάποιο τρόπο σε σταθερά εισοδήματα.
Όπως έγραψε κάποτε και Hans Sennholtz (αναφερόμενος βέβαια στις πληθωριστικές πολιτικές της Fed, αλλά το παράδειγμά του ισχύει κι εδώ):
«[…] πολλά θύματα καταλήγουν εύκολα στο συμπέρασμα ότι η λιτότητα και η αυτοδυναμία είναι άχρηστες, ακόμη και επιζήμιες, και ότι είναι προτιμότερες οι δαπάνες και το χρέος. Μπορεί να ενταχθούν στην πληθώρα των σπάταλων που προτιμούν να καταναλώνουν σήμερα και να πληρώνουν αύριο, και μπορεί να κάνουν εκκλήσεις προς την κυβέρνηση ζητώντας αποζημίωση, βοήθεια και φροντίδα υπό οποιαδήποτε μορφή. Σίγουρα, το κακό και οι ζημιές που προκαλούνται από τον πληθωρισμό είναι μία ισχυρή κινητήρια δύναμη για τα κυβερνητικά προγράμματα και τις παροχές.
Αυτοί που επωφελούνται περισσότερο από τη νέα τάξη πραγμάτων είναι οι ίδιοι οι διαχειριστές της: οι νομοθέτες, οι ρυθμιστικές αρχές, και τα ατελείωτα κλιμάκια των δημοσίων υπαλλήλων. Είναι πρώτοι όσον αφορά τη δύναμη, το κύρος και τα οφέλη.
Οι κακές πράξεις έχουν την τάση να αναπαράγουν περισσότερες κακές πράξεις. Οι πληθωριστικές πολιτικές που ασκούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα, όχι μόνο προωθούν την ανάπτυξη του δημόσιου τομέα αλλά καταστέλλουν επίσης και την οικονομική δραστηριότητα. Το βιοτικό επίπεδο μπορεί να παραμείνει στάσιμο ή ακόμη και να πέσει, καθώς τα αυξανόμενα ελλείμματα του προϋπολογισμού εμποδίζουν τη συσσώρευση κεφαλαίου και υπονομεύουν τις επενδύσεις που βοηθούν στη διατήρηση αυτού του βιοτικού επιπέδου.
Συμπέρασμα:
Η πληθωριστική πολιτική είναι και θα είναι πάντα εξαιρετικά καταστροφική. Στον ανεπτυγμένο κόσμο, έχει αποφευχθεί μέχρι στιγμής μία κατάσταση παρόμοια με αυτή που παρατηρείται στην Αργεντινή, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι οι κεντρικές τράπεζες στις βιομηχανικές χώρες υστερούν όσον αφορά την εκτύπωση χρημάτων.
Οι ενέργειές τους μας εξασφαλίζουν «καλές εποχές», εκτρέποντας τους ελάχιστους πόρους σε διάφορες δραστηριότητες-φούσκες, αλλά στην πραγματικότητα μας πτωχεύουν. Από την άποψη αυτή, η περίπτωση της Αργεντινής δεν έχει καμία διαφορά. Απλά το έχει προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα, προσπαθώντας να κρατήσει οικονομικά υγιή την κυβέρνησή της, αλλά και την άνθηση, κάνοντας υπερβολικές ενέργειες όσον αφορά την πληθωριστική της πολιτική. Το τελικό αποτέλεσμα σε κάθε περίπτωση είναι η οικονομική καταστροφή. Το μόνο που διαφέρει ανά περίπτωση είναι ο βαθμός της καταστροφής, και όχι η ουσία της.