Συρρίκνωση της οικονομίας σε Γερμανία και Ιαπωνία! Στασιμότητα στην ευρωζώνη! Ακόμη και το Ηνωμένο Βασίλειο, που κατέπληξε τους πάντες πέρυσι (συμπεριλαμβανομένου του εαυτού του) επιδεικνύοντας τέλειες οικονομικές επιδόσεις, αγωνιά σχετικά με το γεγονός ότι οι ονομαστικοί μισθοί έχουν πέσει για πρώτη φορά από την αρχή της οικονομικής κρίσης.
Ωστόσο, δεν υπάρχει τίποτα που να μας σοκάρει στα πρωτοσέλιδα αυτής της εβδομάδας. Και, αυτό που μπορεί να μοιάζει με μία συνεχιζόμενη οικονομική φρίκη, είναι ότι πρέπει όσον αφορά την χάραξη της οικονομικής πολιτικής.
Ας πάρουμε πρώτα την συρρίκνωση κατά 6,8% (σε ετήσια βάση) της οικονομίας της Ιαπωνίας. Η συρρίκνωση αποδίδεται παγκοσμίως σε μία αύξηση του φόρου κατανάλωσης από το 5 στο 8 τοις εκατό. Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι αποδεικνύει πως η αύξηση ήταν ένα λάθος –ένα σφάλμα που θα μπορούσε, εκτός των άλλων, να εκτροχιάσει το πρόγραμμα «Αμπενομικών» του πρωθυπουργού Σίνζο Άμπε, που είναι και η μόνη ελπίδα της Ιαπωνίας για να βγει από τον οικονομικό βούρκο που έχει κρατήσει δύο δεκαετίες. Φυσικά, δεν πρόκειται για λάθος.
Σε γενικές γραμμές, η πτώση ουσιαστικά αναιρεί την εντυπωσιακή αύξηση του πρώτου τριμήνου: και οι δύο διακυμάνσεις αντικατοπτρίζουν την προβλέψιμη βιασύνη των καταναλωτών να κάνουν τις αγορές τους προτού ανέβει ο φόρος. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη, ούτε και μας λέει πολλά για την τάση της ανάπτυξης –η οποία είναι ομολογουμένως αργή. Αλλά, μετά από 20 ανεπιτυχή χρόνια, τα οποία έχει περάσει αποκλειστικά στηριζόμενη στα δημοσιονομικά ελλείματα για να δημιουργήσει ανάπτυξη, η Ιαπωνική κυβέρνηση πρέπει τελικά να περιορίσει το δανεισμό της. Το κόλπο θα είναι να χαράξει μία πορεία στην οποία το δημοσιονομικό έλλειμα θα μπορεί να μειωθεί, με τη μικρότερη δυνατή ζημιά για την ανάπτυξη.
Αυτό απαιτεί περισσότερα νομισματικά κίνητρα και ένα φιλικό προς την ανάπτυξη μείγμα φόρων και δαπανών. Η αύξηση φόρου είναι μέρος αυτού του πακέτου που προσφέρει και τα δύο. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας είναι επιτέλους αποφασισμένη να διογκώσει την οικονομία. Εντωμεταξύ, ο χαμηλός φόρος κατανάλωσης ήταν μία ανωμαλία που χρειαζόταν να διορθωθεί.
Σχεδόν όλες οι ανεπτυγμένες οικονομίες (συμπεριλαμβανομένων των περισσότερων πολιτειών των ΗΠΑ) έχουν υψηλότερους έμμεσους φόρους. Ο μόνος λόγος για τον οποίο η φορολογία στην Ιαπωνία έμεινε σε τόσο χαμηλά επίπεδα ήταν το τεράστιο πολιτικό κόστος που θα αντιμετώπιζε η κυβέρνηση αν την αύξανε. Το ότι ο κ. Άμπε αρπάζει την σπάνια αυτή ευκαιρία να αυξήσει τους φόρους, δείχνει μία κυβέρνηση με όρεξη για μεταρρυθμίσεις. Αυτό είναι θετικό για την οικονομία της Ιαπωνίας. Αν χρειαστεί, κάποιες προσωρινές περικοπές στους φόρους επί της εργασίας μπορούν να προσφέρουν δημοσιονομικά κίνητρα, χωρίς να θυσιαστεί η καλύτερη φορολογική δομή.
Και στο Ηνωμένο Βασίλειο, αυτά που μοιάζουν με άσχημα οικονομικά νέα μπορεί τελικά να είναι καλά για την χάραξη της οικ. πολιτικής. Και πάλι, δεν σοκάρει κανέναν το γεγονός ότι μειώνονται οι πραγματικοί μισθοί –το κάνουν εδώ και χρόνια. Η πτώση τους σε πραγματικό χρήμα είναι ένα ασήμαντο επακόλουθο της επιβράδυνσης του πληθωρισμού, ειδικά όσο συνεχίζεται η πίεση στους πραγματικούς μισθούς.
Οι λόγοι για αυτή την πίεση είναι ξεκάθαροι. Η σχετική πτώση στους τομείς υψηλής παραγωγικότητας και η κυβερνητική πολιτική που ενθαρρύνει τους ανθρώπους να εισχωρήσουν στην αγορά εργασίας, οδηγούν σε περισσότερες προσλήψεις έναντι χαμηλότερων μισθών. Και, πριν από την πρόσφατη άνοδο, η στερλίνα έπεσα, όπως ήθελαν αυτοί που είναι ερωτευμένοι με τα κυμαινόμενα νομίσματα. Η αποτίμηση, φυσικά, αντισταθμίζεται σε σχέση με την αρνητική ζήτηση, μειώνοντας την αγοραστική δύναμη με αντάλλαγμα την ενίσχυση της απασχόλησης. Μπορεί να πονάει, αλλά κάνει αυτό που λέει ότι θα κάνει. Κανείς δεν θα πρέπει να σοκάρεται από τα νούμερα των μισθών.
Ωστόσο αν κάποιοι σοκάρονται, αυτό είναι χρήσιμο. Επιτρέπει στον Μαρκ Κάρνεϊ, τον διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας, να αδιαφορήσει για οποιουσδήποτε συσχετισμούς με τα νούμερα της ανεργίας. Όταν οι μισθοί και οι τιμές λένε μία διαφορετική ιστορία από τα νούμερα της ανεργίας, τότε ο κόσμος καταλαβαίνει ότι η κεντρική τράπεζα, που έχει ως στόχο της τον πληθωρισμό, χαράσσει την πολιτική της με βάση τα πρώτα δύο.
Αλλά, ας εξετάσουμε και χώρες πέραν της Γερμανίας και της Γαλλίας. Η Πορτογαλία και η Ισπανία επιτάχυναν φτάνοντας ρυθμό 2,4 τοις εκατό και η Ελλάδα επιστρέφει στην ανάπτυξη.
Μπορεί κανείς να αναρωτηθεί γιατί ο κ. Κάρνεϊ έδωσε τόσο μεγάλη έμφαση στην απασχόληση. Θα μπορούσε να είχε αποφύγει την (άδικη) κριτική που δέχθηκε από κομμάτι του οικονομικού Τύπου, αν είχε δώσει εξαρχής εξέχουσα θέση στους μισθούς. Σε κάθε περίπτωση, η καθυστερημένη προτεραιότητα των μισθών μειώνει τον κίνδυνο μίας πρόωρης σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής. Αυτό είναι μεγάλη είδηση για την οικονομία –και για τους μισθούς.
Τέλος, ας εξετάσουμε την ευρωζώνη. Ο θεός να λυπηθεί το ενιαίο νόμισμα. Δεν έχει ανάγκη από εχθρούς, με φίλους σαν την Eurostat, της οποίας η άποψη ως προς το μηδενικής ανάπτυξης δεύτερο τρίμηνο συνοψίστηκε σε ένα δελτίο τύπου με την καθησυχαστική επικεφαλίδα «σταθερή η απόδοση στην ευρωζώνη», λες και μία ξαφνική αύξηση θα ήταν κακό πράγμα.
Αλλά, ας εξετάσουμε και χώρες πέραν της Γερμανίας και της Γαλλίας. Η Πορτογαλία και η Ισπανία επιτάχυναν φτάνοντας ρυθμό 2,4 τοις εκατό. Ακόμη και η Ελλάδα επιστρέφει στην ανάπτυξη.
Αυτά είναι πιθανόν τα αποτελέσματα της «θεραπείας» της χρηματοπιστωτικής αγοράς της ευρωζώνης. Το 2010-11, ο χρηματοπιστωτικός κατακερματισμός προκάλεσε μαζική έξοδο κεφαλαίων από την περιφέρεια προς τον πυρήνα της ευρωζώνης.
Μεγάλο μέρος της ανάπτυξης της Γερμανίας και των γύρω χωρών συσσωρεύτηκε τότε και έχει να κάνει τόσο με τις υπερβολικές εισροές κεφαλαίων –εμφανείς στις φουσκωμένες τιμές των ακινήτων σε ορισμένες γερμανικές πόλεις– όσο και με τις φορολογικές ή διαρθρωτικές πολιτικές που έχουν εγκωμιαστεί από το κυρίαρχο παιχνίδι ηθικής της ευρωζώνης.
Ο κατακερματισμός υποχωρεί, γεγονός που θα επιτρέψει στην περιφέρεια να αρχίσει να ανακτά το χαμένο έδαφος. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι μια υψηλή ροή κεφαλαίων δεν θα κρύψει πλέον την χλιαρή υποκείμενη απόδοση των χωρών του πυρήνα. Με λίγη τύχη, αυτό θα πρέπει να αποκλείσει κάθε λανθασμένη εστίαση στην οικοδόμηση μίας δημοσιονομικής ένωσης. Αντ’ αυτού, οι πολιτικοί θα πρέπει να επικεντρωθούν στην εξασφάλιση μεγαλύτερης αποδοχής για τη νομισματική και τη δημοσιονομική πολιτική που να μην περιορίζουν την εγχώρια ζήτηση.
Ας αφήσουμε τους απαισιόδοξους να γκρινιάζουν. Οι υπόλοιποι μπορούμε να δούμε ένα φως στο τούνελ.