Την ώρα που οι μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης -ακόμη και η γερμανική!-βυθίζονται στη στασιμότητα, και ενώ κορυφαίοι οικονομολόγοι διαπιστώνουν ότι η λιτότητα είναι μια «θλιβερή αποτυχία», ο… στρατός της λιτότητας φαίνεται ότι εμπεδώνει την κυριαρχία του στην Ευρώπη, αφού έπεσε και το τελευταίο «οχυρό», η Γαλλία του «λίγου», όπως αποδεικνύεται, Φρανσουά Ολάντ.
Οι εξελίξεις στο ευρωπαϊκό μέτωπο ουδόλως αφήνουν αδιάφορη την Αθήνα, για δύο λόγους: α) η σαφής ιδεολογική και πολιτική επικράτηση των υποστηρικτών της λιτότητας, παρά τις ελπίδες που υπήρχαν για κάποια αλλαγή πορείας, μετά την εκλογή του Ολάντ, διαμορφώνει ένα δυσμενές περιβάλλον για την Ελλάδα, μέσα στο οποίο θα πρέπει να γίνει η διαπραγμάτευση για το χρέος και για τις πολιτικές της μετά το μνημόνιο εποχής, β) η οικονομία της ευρωζώνης μοιάζει να βυθίζεται σε στασιμότητα και αποπληθωρισμό ιαπωνικού τύπου, χωρίς σοβαρές ελπίδες για πολιτικές τόνωσης της ζήτησης και των επενδύσεων, κάτι που δυσκολεύει σοβαρά την προσπάθεια της Ελλάδας να περάσει από τη μακρά ύφεση, σε μια ουσιώδη οικονομική ανάκαμψη, που θα δημιουργήσει ικανό αριθμό θέσεων εργασίας.
Η τελική νίκη των υποστηρικτών της λιτότητας, που δεν βρίσκονται μόνο στο Βερολίνο, αλλά και στην Κομισιόν, καθώς και στα πανίσχυρα επιχειρηματικά και τραπεζικά λόμπι της Ευρώπης, σημειώνεται στο Παρίσι, όπου βρίσκεται σε εξέλιξη άλλη μια κρίση στην κυβέρνηση του σοσιαλιστή προέδρου Ολάντ. Ο Γάλλος πρόεδρος, αντιδρώντας αστραπιαία σε σχόλια δύο υπουργών του από την αριστερή πτέρυγα του κόμματος, οι οποίοι στράφηκαν ανοικτά κατά της λιτότητας και της Α. Μέρκελ, διέλυσε την κυβέρνηση και ανήγγειλε σαρωτικό ανασχηματισμό, που όλοι οι αναλυτές προεξοφλούν ότι θα οδηγήσει στην «εκκαθάριση» όσων αμφισβητούσαν τη λιτότητα από τις τάξεις του υπουργικού συμβουλίου.
Αυτές οι ασυνήθιστα αποφασιστικές, για τα δεδομένα του Ολάντ, κινήσεις ερμηνεύονται από τους αναλυτές σαν ένα τελευταίο ξεκαθάρισμα λογαριασμών με την αριστερή πτέρυγα του Σοσιαλιστικού Κόμματος, η οποία αμφισβητεί τη στροφή του προέδρου υπέρ ενός οικονομικού προγράμματος… γερμανικής συνταγής. Ενός προγράμματος, που προβλέπει μεγάλες περικοπές δαπανών στο Δημόσιο, φοροελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις, αλλαγές στην εργατική νομοθεσία για να αυξηθεί η ευελιξία και πολλά ακόμη μέτρα από το «βιβλιάριο οδηγιών» του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Ουσιαστικά, το πρόγραμμα της γαλλικής κυβέρνησης, που φαίνεται ότι ο Ολάντ έχει αποφασίσει να εφαρμόσει απαρέγκλιτα, σηματοδοτεί μια στροφή 180 μοιρών του Γάλλου προέδρου και του κόμματός του, που κέρδισαν τις προεδρικές και τις βουλευτικές εκλογές με συνθήματα κατά της λιτότητας.
Πολλοί αναλυτές λένε ότι ο Ολάντ μεταλλάσσεται πλέον σε ένα «αριστερό Σαρκοζί», δηλαδή σε ένα Γάλλο πρόεδρο που θα ακολουθεί κατά γράμμα την πολιτική της Γερμανίας στα θέματα της οικονομίας. Την ίδια στιγμή, και ο Ιταλός πρωθυπουργός, Ματέο Ρέντσι, που είχε δημιουργήσει ελπίδες ότι θα αμφισβητήσει τα δόγματα της λιτότητας, δεν φαίνεται ικανός να επιβεβαιώσει αυτές τις προσδοκίες, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται στην Ευρώπη ένα κλίμα απόλυτης κυριαρχίας των γερμανικών συνταγών δημοσιονομικής πειθαρχίας και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες κατατείνουν στην εκθεμελίωση βασικών πολιτικών, που εφαρμόσθηκαν στην Ευρώπη μεταπολεμικά (ισχυρό κοινωνικό κράτος, προστασία εργατικών δικαιωμάτων κ.α.).
Οικονομολόγοι, όπως ο νομπελίστας Γιόσεφ Στίγκλιτς, χαρακτηρίζουν ως «θλιβερή αποτυχία» την πολιτική λιτότητας στην Ευρώπη και τονίζουν ότι θα μπορούσαν να ασκηθούν αποτελεσματικές πολιτικές ενίσχυσης της ζήτησης, αν οι Ευρωπαίοι αποφάσιζαν να δανεισθούν από κοινού, κάτι που θα τους επέτρεπε να αντλήσουν από τις αγορές κεφάλαια με πολύ χαμηλό κόστος, όπως ήδη κάνουν οι Αμερικανοί. Ακόμη και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μ. Ντράγκι, δήλωσε από τη συνάντηση κεντρικών τραπεζιτών στο Τζάκσον Χολ των ΗΠΑ ότι τον ανησυχεί ο αποπληθωρισμός και κάλεσε τις κυβερνήσεις να εφαρμόσουν με ευελιξία το Σύμφωνο Σταθερότητας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η δημοσιονομική πολιτική είναι υπερβολικά σφιχτή.
Πάντως, μια βαθύτερη ανάγνωση των ευρωπαϊκών υποθέσεων καταδεικνύει ότι η πλήρης επικράτηση των υποστηρικτών της λιτότητας και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων δεν είναι κάτι συγκυριακό, που συμβαίνει επειδή το επιθυμούν μερικές ισχυρές κυβερνήσεις ή πολιτικοί ηγέτες, όπως η Α. Μέρκελ. Όλα δείχνουν ότι η ελίτ της Ευρώπης, πολιτική, οικονομική και επιχειρηματική, έχει αποφασίσει να επιταχύνει την προσπάθεια επανατοποθέτησης της Γηραιάς Ηπείρου στο πεδίο του παγκόσμιου ανταγωνισμού, αναθεωρώντας βασικές σταθερές του ευρωπαϊκού μοντέλου, όπως η ύπαρξη ισχυρού κράτους πρόνοιας και η προστασία της εργασίας. Αυτή τη στρατηγική στόχευση υπηρετούν οι πολιτικές σκληρής λιτότητας που εφαρμόζονται, με την ενεργό συμμετοχή ακόμη και της Γαλλίας, κάτι που οδηγεί στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η λιτότητα ήλθε στην Ευρώπη… για να μείνει.