Ο Τζορτζ Σόρος έχει κατ’ επανάληψη προτείνει να φύγει η Γερμανία από το ευρώ για το καλό της υπόλοιπης ευρωζώνης. Όσοι αναλύουν από στρατηγική άποψη τις εξελίξεις στην ευρωζώνη, τονίζουν ότι η Γερμανία κερδίζει πολλά από το κοινό νόμισμα, που καθιστά ανταγωνιστικότερες τις εξαγωγές της.
Το τελευταίο διάστημα, όμως, πολλοί αρχίζουν να βλέπουν στον ορίζοντα ένα πιθανό σενάριο εξόδου της Γερμανίας από το ευρώ.
Το σενάριο αυτό συνδέεται με την πορεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, υπό την καθοδήγηση του Ιταλού Μάριο Ντράγκι, στα αχαρτογράφητα ύδατα της ανορθόδοξης νομισματικής πολιτικής, που «ξύνει» εθνικά «τραύματα» των Γερμανών, που ανάγονται στην εποχή του Μεσοπολέμου, όταν η τότε κεντρική τράπεζα της χώρας τύπωνε μαζικά χρήμα για να εξοφληθούν οι πολεμικές επανορθώσεις της Συμφωνίας των Βερσαλιών, οδηγώντας σε ένα από τα χειρότερα επεισόδια υπερπληθωρισμού της σύγχρονης ιστορίας.
Κάθε υπόνοια χρηματοδότησης κρατών από την ΕΚΤ, ή έκθεσης της κεντρικής τράπεζας σε κινδύνους από αγορά «τοξικών» στοιχείων ενεργητικού, προκαλεί… ανατριχίλες στη Γερμανία. Πολύ πριν αρχίσει ο Ντράγκι το μεγάλο πείραμα της «ποσοτικής χαλάρωσης» περιορισμένης εμβέλειας, οι Γερμανοί είχαν αντιδράσει με δριμύτητα στις αποφάσεις του προκατόχου του, Ζαν Κλωντ Τρισέ, να αγορασθούν το 2011 ομόλογα χωρών της περιφέρειας της ευρωζώνης, οι οποίες πιέζονταν από τις αγορές (ανάμεσά τους και η Ελλάδα). Τότε, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, ο Γερμανός Γιούργκεν Σταρκ, είχε οδηγηθεί σε μια επεισοδιακή παραίτηση, για να εκφράσει τη διαμαρτυρία του.
Το σενάριο της εξόδου της Γερμανίας από την ευρωζώνη είναι μεν «τραβηγμένο», έχει όμως μια αξία να υπάρχει στη δημόσια συζήτηση, καθώς η κρίση στην ευρωζώνη συνεχίζεται και τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται απίθανο:
– Η ΕΚΤ έχει ενεργοποιήσει, παρά τις αντιδράσεις των Γερμανών, ένα αρκετά ευρύ πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού του ιδιωτικού τομέα (τιτλοποιημένα δάνεια και καλυμμένα ομόλογα), το ύψος του οποίου μπορεί και να φθάσει το 1 τρισ. ευρώ, προκαλώντας μια «διαστολή» της τάξεως του 50% στον ισολογισμό της κεντρικής τράπεζας.
– Στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος, η ΕΚΤ φυλάει αρκετά προσεκτικά τα νώτα της: θα αποκτήσει από τις τράπεζες μόνο τους θεωρητικά ασφαλέστερους τίτλους και σε τιμές «κουρεμένες», σε σχέση με την ονομαστική αξία τους.
– Αυτό δεν έχει εμποδίσει τους Γερμανούς να μιλούν για «τοξικά στοιχεία ενεργητικού» και για μετατροπή της κεντρικής τράπεζας σε «σκουπιδοτενεκέ». Σε αυτό το πνεύμα επέκριναν δριμύτατα τον Ντράγκι, μιλώντας στο γερμανικό περιοδικό “Focus”, ο Γιενς Βάιντμαν, επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ, ο Γιούργκεν Στάρκ, καθώς και δύο κοινοβουλευτικά στελέχη των Χριστιανοδημοκρατών: το μεγάλο, για τη γερμανική αντίληψη, πρόβλημα που έθεσαν έχει να κάνει με τις πιθανές ζημιές από τις αγορές τίτλων. Αν η ΕΚΤ εγγράψει τέτοιες ζημιές, λένε οι Γερμανοί, θα κληθούν να τις καλύψουν οι φορολογούμενοι, που δεν θα έχουν κερδίσει το παραμικρό από τις αγορές τίτλων.
– Αυτό το σενάριο, της εγγραφής ζημιών από την ΕΚΤ, δεν είναι τόσο απίθανο όσο ακούγεται. Η κεντρική τράπεζα στηρίζει έναν ισολογισμό 2 τρισ. ευρώ (σήμερα) σε κεφάλαια που δεν ξεπερνούν τα 100 δισ. ευρώ (95 δισ., για την ακρίβεια). Αν υποτεθεί ότι η ΕΚΤ αγοράζει τίτλους αξίας 500 δισ. ευρώ, μια ζημιά της τάξεως του 20% θα είναι αρκετή για να εξανεμίσει το κεφάλαιό της. Το καταστατικό της τράπεζας δεν επιτρέπει να τυπώσει «φρέσκα» ευρώ για να καλύψει τη ζημιά. Θα πρέπει να απευθυνθεί στις εθνικές κυβερνήσεις μετόχους και να τους ζητήσει νέα κεφάλαια. Η πρώτη πόρτα που θα χτυπήσει η ΕΚΤ για κεφαλαιακή ενίσχυση θα είναι η πόρτα της γερμανικής καγκελαρίας, καθώς η Γερμανία έχει τη μεγαλύτερη συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο.
– Σε αυτό το σημείο του σεναρίου, η Γερμανία θα βρεθεί μπροστά σε ένα πολύ δύσκολο δίλημμα: οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις θα ζητήσουν να κάνει η κυβέρνηση το χρέος της για να στηρίξει το ευρώ, ενώ οι Γερμανοί ευρωσκεπτικιστές, που βρίσκονται πλέον σε ανοδική τροχιά, είναι πολύ πιθανόν να απαιτήσουν την έξοδο από το ευρώ, στο όνομα της ανάγκης να μην πληρώνουν οι Γερμανοί φορολογούμενοι τα χρέη και τις ζημιές άλλων.
Υπάρχει, όμως, και μια παραλλαγή του σεναρίου: η ΕΚΤ δεν είναι απόλυτα βέβαιο ότι θα πετύχει το στόχο της, δηλαδή την αύξηση του πληθωρισμού από το 0,3% σήμερα κοντά στο 2%, με την υλοποίηση του προγράμματος αγοράς χρεογράφων του ιδιωτικού τομέα. Σε αυτή την περίπτωση, δεν θα της μένει παρά μόνο μία επιλογή: να προχωρήσει σε αγορές κρατικών χρεογράφων, δηλαδή σε ένα πλήρες πρόγραμμα πιστωτικής χαλάρωσης.
Αν συμβεί αυτό, η ΕΚΤ, που θα έχει ήδη μεταμορφωθεί σε «τοξική τράπεζα», σύμφωνα με τους Γερμανούς επικριτές του Ντράγκι, θα πρέπει να κάνει αυτό που προκαλεί εφιάλτες στους Γερμανούς, δηλαδή να βάλει στο χαρτοφυλάκιό της και κρατικά ομόλογα, προκειμένου να ρίξει ρευστότητα στην αγορά. Πολλοί φοβούνται ότι αυτές οι «ιεροσυλίες» της ΕΚΤ θα προκαλέσουν σοβαρή πολιτική αναταραχή στη Γερμανία και οι πιο ακραίοι ευρωσκεπτικιστές, που έχουν ήδη λάβει θέσεις και στη Βουλή, θα αρχίσουν εκστρατεία κατά της συμμετοχής της χώρας στο ευρώ.