Για τις αγορές, το πνεύμα της οικονομίας των ΗΠΑ είναι εμφανές από τα δεδομένα της απασχόλησης και τις τιμές των μετοχών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθοριστική ένδειξη αποτελούν οι τιμές των κατοικιών.
Για να καταλάβει κανείς την πραγματικότητα της γερμανικής βιομηχανίας, που οδηγεί τις οικονομίες της Ευρώπης, παρατηρεί τις βιομηχανικές πωλήσεις.
Αυτή την εβδομάδα, το κλίμα έχει γίνει ξαφνικά ζοφερό. Οι απότομες πτώσεις τον Αύγουστο –οι μεγαλύτερες από το 2009 για τις εξαγωγές, τις βιομηχανικές παραγγελίες και την παραγωγή– αύξησαν τους φόβους ότι η ανάπτυξη στη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης πάει πλέον με την όπισθεν. Όταν κυκλοφόρησαν τα γεγονότα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην Ουάσιγκτον προειδοποίησε για μία πιθανότητα νέας ύφεσης στην ευρωζώνη, της τάξης του 40%. Ο δείκτης Dax της Γερμανίας έπεσε 9 τοις εκατό μέσα σε τρεις εβδομάδες, και οι μετοχές της ευρωζώνης κατά 7 τοις εκατό.
Αυτή η αλλαγή στο κλίμα εξηγεί μεγάλο μέρος της δυσφορίας αυτής της εβδομάδας στις παγκόσμιες αγορές. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2014, οι διεθνείς επενδυτές πόνταραν στην σταδιακή ανάκαμψη της ευρωζώνης από τα τραύματα της κρίσης χρέους. Ο επαναπατρισμός των κεφαλαίων έχει σπρώξει το ευρώ σε υψηλότερα επίπεδα. Με την ανάπτυξη να απογοητεύει και τον κίνδυνο του πληθωρισμού να αυξάνεται, ορισμένοι επενδυτές προσπαθούν να ξεφύγουν. Τα μετοχικά κεφάλαια της Δυτικής Ευρώπης που παρακολουθούνται από την εταιρεία δεδομένων κεφαλαίων EPFR, έχουν ήδη σημειώσει εκροές σε 12 από τις τελευταίες 13 εβδομάδες.
Ο δραματικός επαναπροσδιορισμός της ιστορίας ανάκαμψης της ηπειρωτικής Ευρώπης σε μία πολύ πιο σκοτεινή εκδοχή, έχει επιπτώσεις πέρα από τους κοντινούς γείτονές της, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν πρόκειται για επανεμφάνιση της κρίσης του 2012, όταν η ευρωζώνη έφτασε κοντά στην κατάρρευση. Αντ’ αυτού, η «ιαπωνοποίηση» αυτή –υποτονική ανάπτυξη και πτώση των τιμών– θα μπορούσε να δράσει ως τροχοπέδη για την παγκόσμια οικονομία για πολλά ακόμη χρόνια. Τουλάχιστον το ίδιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι οι αδυναμίες της ηπείρου μπορεί ενδεχομένως να αντανακλούν ανισορροπίες παρόμοιες με εκείνες που κατηγορήθηκαν για τις παγκόσμιες κρίσεις που ξέσπασαν το 2007.
Σε μία μελέτη που κυκλοφόρησε αυτή την εβδομάδα, ο George Saravelos, ένας Γερμανός υπεύθυνος στρατηγικής, υποστηρίζει ότι ο πλανήτης έχει επιβαρυνθεί από ένα ευρωπλεόνασμα (euroglut) το οποίο έχει δημιουργηθεί από το τεράστιο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Ευρώπης. Ενώ οι πρωταθλητές των εξαγωγών ευημερούν (παρά τα γερμανικά δεδομένα αυτής της εβδομάδας), οι εισαγωγές έχουν επιβαρυνθεί από την χρονίως ασθενή εγχώρια ζήτηση. «Στα περίπου $400 δισ. κάθε χρόνο, το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Ευρώπης είναι μεγαλύτερο από της Κίνας κατά τη δεκαετία του 2000. Αν παραμείνει, θα είναι το μεγαλύτερο πλεόνασμα στην ιστορία των παγκόσμιων οικονομικών αγορών. Αυτό έχει τεράστια σημασία, λέει ο κ. Saravelos.
Στις αρχές αυτού του αιώνα, η «ανακύκλωση» του πλεονάσματος της Κίνας στα αμερικανικά κρατικά ομόλογα είχε ως αποτέλεσμα το αίνιγμα των εξαιρετικά χαμηλών αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων, τα οποία κινούνται αντιστρόφως ανάλογα με τις τιμές. Τώρα, ενώ η Ευρώπη παρουσιάζει χαμηλές αποδόσεις, ο κ. Saravelos γράφει: «Αναμένουμε τις τεράστιες πλεονάζουσες αποταμιεύσεις της Ευρώπης, σε συνδυασμό με την επιθετική χαλάρωση από την ΕΚΤ, να οδηγήσουν σε μερικές από τις μεγαλύτερες εκροές κεφαλαίων στην ιστορία των χρηματοπιστωτικών αγορών».
Μία ολοκληρωτική «ποσοτική χαλάρωση» από την ΕΚΤ (ή αλλιώς μεγάλης κλίμακας αγορές κρατικών ομολόγων), υποστηρίζει, θα ενθάρρυνε τους Ευρωπαίους επενδυτές να αναζητήσουν καλύτερες αποδόσεις σε περιουσιακά στοιχεία του εξωτερικού. Παρά το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο συνήθως συνεπάγεται και ισχυρότερο νόμισμα, ο κ. Saravelos προβλέπει ότι το ευρώ θα μειωθεί σε μόλις 95 λεπτά του δολαρίου μέχρι το τέλος του 2017 από το $1,27 που βρίσκεται σήμερα.
Θα μπορούσε λοιπόν η Ευρώπη να γίνει μία τόσο αποσταθεροποιητική παγκόσμια δύναμη; Η Ευρώπη δεν διαθέτει κρατικό μηχανισμό που να διοχετεύει αποθέματα σε αμερικανικά ομόλογα. Ο προορισμός των εξαγωγών κεφαλαίου αποφασίζεται από εκατομμύρια επενδυτές, κι έτσι οι επιπτώσεις είναι διάχυτες.
Οι Γερμανοί συντηρητικοί θα υποστήριζαν ότι οι ώριμες οικονομίες που παρουσιάζουν ταχεία γήρανση του πληθυσμού θα πρέπει λογικά να τρέχουν φυσικά πλεονάσματα –και ότι τα κεφάλαιά τους θα πρέπει φυσιολογικά να ρέουν από τις προηγμένες προς τις, για παράδειγμα, αναδυόμενες οικονομίες. Επιπλέον, η ΕΚΤ απέχει ακόμη αρκετά από το να εισάγει το QE και οι δράσεις που έχει ήδη αναλάβει θα μπορούσαν στην πραγματικότητα να οδηγήσουν σε εισροές αν αναβίωναν τις επενδυτικές δαπάνες.
Ωστόσο, η θεωρία περί ευρωπλεονάσματος (euroglut) μπορεί κάλλιστα να τραβήξει την προσοχή μας, επειδή εστιάζει τα προβλήματα της Ευρώπης στην αδύναμη τοπική ανάπτυξη. Υποστηρίζει ουσιαστικά ότι η επιθετική δράση της ΕΚΤ μπορεί να έχει περιορισμένα αποτελέσματα –και θα μπορούσε να βλάψει τον υπόλοιπο πλανήτη. Ενώ ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, έχει πιέσει για ένα πιο αδύναμο ευρώ, το πιο αδύναμο νόμισμα δεν θα αντισταθμίσει την απουσία εγχώριων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικής στήριξης.
Δεν υπήρξε καμία μεμονωμένη εξήγηση για τα «φτωχά» γερμανικά δεδομένα αυτής της εβδομάδας, γεγονός που μας κάνει να υποθέτουμε ότι μπορεί να πρόκειται απλά για κάτι παροδικό. Η νευρικότητα σχετικά με τις εντάσεις μεταξύ Δύσης και Ρωσίας μπορεί να ήταν ένας παράγοντας. Ένας άλλος παράγοντας μπορεί να ήταν η πτώση του γεν, η οποία ευνοεί τις ιαπωνικές εξαγωγές εις βάρος των ευρωπαϊκών. Ωστόσο, η αποτυχία μπορεί να ήταν απλά το αποτέλεσμα της γενικής κατάρρευσης της εμπιστοσύνης στην Ευρώπη –ένα ευρωπλεόνασμα κατήφειας.