Αν ο Guy Debelle ήταν χρηματιστής των hedge funds, θα είχε βγάλει πολλά χρήματα αυτή την εβδομάδα.
Πριν από τρεις ημέρες, ο κ. Debelle –ένας κορυφαίος αξιωματούχος της κεντρικής τράπεζας της Αυστραλίας– προέβλεψε ότι οι αγορές κατευθύνονταν προς την υπερβολική αστάθεια, εφόσον οι επενδυτές ήταν αφελείς ως προς τους διαρθρωτικούς κινδύνους. Παρατήρησε, ότι ένα «μεγάλο» κομμάτι των επενδυτών, θεωρούσαν ότι θα μπορούσαν να αποχωρήσουν πριν από οποιοδήποτε sell-off. «Η ιστορία μας έχει δείξει ότι αυτή πρόκειται για μία γενικά επιτυχημένη στρατηγική», προειδοποίησε. «Οι έξοδοι έχουν την τάση να μπλοκάρονται, ξαφνικά και γρήγορα».
Μία μέρα αργότερα, η πρόβλεψή του έγινε πραγματικότητα. Την Τετάρτη, είχαμε έκρηξη αστάθειας στις αγορές, η οποία προκάλεσε έξαλλη ταλάντευση στις τιμές των κρατικών ομολόγων και των ευρωπαϊκών μετοχών. Αν και όλες αυτές οι διακυμάνσεις μπορεί να εξασθενίσουν μέσα στις επόμενες ημέρες, το ίδιο δεν ισχύει και για το μήνυμα του κ. Debelle. Οι εξελίξεις αυτής της εβδομάδας έδειξαν ότι το ερώτημα της «ρευστότητας» –ο βαθμός στον οποίο μπορούν να διαπραγματευτούν τα περιουσιακά στοιχεία– έχει τεράστια σημασία.
Ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι η ρευστότητα φαίνεται να έχει μειωθεί επειδή τα ανορθόδοξα πειράματα της νομισματικής πολιτικής έχουν συγκρουστεί με τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις και την τεχνολογική αναστάτωση, με έναν απροσδόκητα ολέθριο τρόπο. Όπως δήλωσε και ο κ. Debelle: «Η ρευστότητα της αγοράς είναι διαρθρωτικά χαμηλότερη σήμερα από ό,τι ήταν στο παρελθόν. [Αυτό] δεν είναι εμφανές σε μία ανοδική αγορά όταν αγοράζονται περιουσιακά στοιχεία, αλλά θα καταστεί γρήγορα εμφανές σε μία καθοδική αγορά».
Σε έναν μη τραπεζίτη, αυτό μπορεί να φανεί παράξενο. Από την κρίση του 2008, οι δυτικές κεντρικές τράπεζες έχουν πλημμυρίσει το σύστημα με μετρητά και έχουν επεκτείνει τους ισολογισμούς τους κατά –ανάλογα πως θα το υπολογίσει κανείς– 7-10 τρισεκατομμύρια δολάρια. Πρόκειται για ένα απίστευτο ποσό. Ωστόσο, το πρόβλημα με την «ρευστότητα» είναι ότι η λέξη μπορεί να σημαίνει πολλά πράγματα. Το να έχεις πολλά λεφτά μέσα στο σύστημα δεν εξασφαλίζει ότι η χρηματοδότηση θα ρέει ελεύθερα, ούτε ότι οι χρηματιστές θα μπορούν να κάνουν συμφωνίες. Τα συστήματα που είναι πλημμυρισμένα με μετρητά, μερικές φορές απλά παγώνουν.
Κάποιες φορές, αυτό συμβαίνει διότι οι επενδυτές χάνουν την πίστη τους ο ένας στον άλλον και σταματούν να συναλλάσσονται, όπως έγινε το 2008. Αλλά, η ρευστότητα στις αγορές μπορεί επίσης να παύσει επειδή είναι δύσκολο να ταιριάξουν οι αγοραστές με τους πωλητές. Αυτό το πρόβλημα, πάνω απ’ όλα, δημιούργησε τις τρελές διακυμάνσεις των τιμών αυτή την εβδομάδα, στα ομόλογα και σε πολλά άλλα.
Υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις λόγοι πίσω από το τρέχον πρόβλημα ρευστότητας. Ο απλούστερος λόγος είναι οι μονόπλευρες απόψεις των επενδυτών. Δημοσκόπηση του - της περασμένης εβδομάδας, αποκάλυψε ότι το 100% των οικονομολόγων της αγοράς –ναι, το 100 τοις εκατό– προέβλεψαν ότι τα επιτόκια των ΗΠΑ θα αυξάνονταν σύντομα. Η συναίνεση αυτή είναι ασυνήθιστη, και σημαίνει ότι όταν οι επενδυτές ερμήνευσαν δυσοίωνα τις οικονομικές προοπτικές των συνεδριάσεων του ΔΝΤ του περασμένου Σαββατοκύριακου, πολλοί από αυτούς προσπάθησαν να μετατοπίσουν τις θέσεις διαπραγμάτευσής τους την ίδια στιγμή.
Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι οι διαχειριστές κεφαλαίων, γίνονται ολοένα και πιο επιρρεπείς στο να ενεργούν μαζικά (σαν κοπάδι) –ενισχύοντας την πρόκληση του ταιριάσματος των αγοραστών με τους πωλητές. Αυτό ισχύει κατά κύριο λόγο διότι οι επενδυτές χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο παρόμοια κριτήρια αναφοράς για την αξιολόγηση των επιδόσεων. Οι μεγαλύτεροι διαχειριστές funds μεγαλώνουν επίσης σε μέγεθος, δημιουργώντας περισσότερη συγκέντρωση του κλάδου. Στις αναδυόμενες αγορές, για παράδειγμα, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών υπολογίζει ότι οι 20 κορυφαίοι παγκόσμιοι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων κατέχουν το 30% όλων των ομολόγων και μετοχών –πρόκειται για το διπλάσιο επίπεδα σε σύγκριση με πριν από μία δεκαετία. Παρόμοιες τάσεις μπορούν να παρατηρηθούν και σε άλλες αγορές.
Αν και το τραπεζικό σύστημα μπορεί να είναι πιο ασφαλές από ό,τι ήταν πριν το 2008, τμήματα των αγορών έχουν γίνει πολύ πιο επικίνδυνα για τους απρόσεκτους επενδυτές.
Ένα τρίτο ζήτημα είναι η αυξανόμενη χρήση των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών για την εκτέλεση των συναλλαγών. Στη θεωρία, αυτό οφείλει να κάνει περισσότερο ρευστές τις αγορές, εφόσον οι υπολογιστές μπορούν να ταιριάξουν τις συναλλαγές σε ολόκληρο τον κόσμο με ταχύτητα αστραπής. Ωστόσο, τα προγράμματα που δημιουργούν οι techies στα hedge funds και στις τράπεζες, έχουν την τάση να μοιάζουν υπερβολικά μεταξύ τους. Συνεπώς οι υπολογιστές –όπως και οι άνθρωποι– κινούνται κι αυτοί σαν κοπάδι, εντείνοντας τις ανισορροπίες.
Αλλά, το πιο καυτό ζήτημα είναι η ρυθμιστική παρέμβαση. Στο παρελθόν, οι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες συχνά ταίριαζαν τους αγοραστές με τους πωλητές διατηρώντας μεγάλα αποθέματα τίτλων. Αλλά, από το 2008, οι τράπεζες έχουν μειώσει τα αποθέματά τους μεταξύ 30 και 80 τοις εκατό (ανάλογα με την κατηγορία του ενεργητικού) προκειμένου να πληρούν τους αυστηρότερους κανόνες ρύθμισης. Αυτό, έχει μειώσει την ικανότητά τους να δρουν ως διαμορφωτές της αγοράς, και έχει αφαιρέσει τα «αμορτισέρ» του συστήματος, που απορροφούσαν τους κραδασμούς.
Υπάρχει κάποια λύση; Οι κεντρικοί τραπεζίτες συζητούν σχετικά με το αν οι κυβερνητικοί οργανισμοί θα έπρεπε να δημιουργούν αγορές εν καιρώ κρίσης. Οι ρυθμιστικές αρχές επίσης κινούνται προς το να επιβάλουν περιορισμούς στα αυτοματοποιημένα προγράμματα συναλλαγών, και η αμερικανική Υπηρεσία Οικονομικών Ερευνών προσπαθεί να παρακολουθεί τα κοπάδια των επενδυτών με μεγαλύτερη ακρίβεια. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι τράπεζες του ιδιωτικού τομέα ασκούν τώρα πιέσεις για μία άλλη δυνητική «λύση»: μία αναστροφή των πρόσφατων ρυθμιστικών κανόνων.
Αλλά, δεδομένης της πολιτικής έντασης γύρω από την τραπεζική, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί σύντομα. Και, αυτό έχει και μία επιπλέον ανησυχητική συνέπεια: αν και το τραπεζικό σύστημα μπορεί να είναι πιο ασφαλές από ό,τι ήταν πριν το 2008, τμήματα των αγορών μπορεί να έχουν γίνει πιο επικίνδυνα για τους απρόσεκτους επενδυτές, δεδομένης όλης αυτής της συμπεριφοράς αγέλης. Ή, για να το θέσουμε αλλιώς, το σημαντικότερο στοιχείο των διακυμάνσεων αυτής της εβδομάδας, ήταν ότι μπορεί να αποτελούν απλά μια πρόγευση του τι θα μπορούσε να συμβεί αν οι κεντρικές τράπεζες αυξήσουν και πάλι τα επιτόκια (αντί να μιλούν ατελείωτα περί αυτού χωρίς να κάνουν κάτι). Οι επενδυτές έχουν προειδοποιηθεί.