Η κρίση εμπιστοσύνης του ευρώ – όταν εκατομμύρια πολιτών ανησυχούσαν για τις αποταμιεύσεις τους και ουσιαστικά ολόκληρο το οικονομικό σύστημα βρισκόταν σε κίνδυνο – έχει τελειώσει.
Αυτό οφείλεται κυρίως στην τρομερή προσπάθεια των κρατών-μελών της ΕΕ και των ευρωπαϊκών θεσμών σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη, που συνεργάστηκαν καλά για να αποτρέψουν την καταστροφή. Το ότι θέσαμε μαζί αυτήν την κρίση υπό έλεγχο είναι αναμφίβολα επιτυχία.
Ωστόσο ερωτήματα παραμένουν. Όπως έδειξαν οι οικονομικές προβλέψεις του φθινοπώρου στην ΕΕ, οι προοπτικές ανάπτυξης παραμένουν αδύναμες. Υπάρχουν αναφορές σε στασιμότητα και τον πιθανό κίνδυνο επιστροφής στην κρίση. Αν είναι να το αποφύγουμε αυτό και πραγματικά να αφήσουμε αυτήν την απειλή πίσω μας, θα πρέπει να χαράξουμε μια αξιόπιστη πορεία στην οικονομική και χρηματοπιστωτική πολιτική. Το έργο μας για να ενισχύσουμε την αξιοπιστία του ευρώ πρέπει να συνεχιστεί. Και για να πετύχουμε αυτόν τον στόχο, η διαρθρωτική μεταρρύθμιση θα παίξει καθοριστικό ρόλο.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο ρόλος των δυνατών της ευρωζώνης, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, θα είναι αποφασιστικός. Το ίδιο θα είναι και το πιο άμεσο ερώτημα για το πόσο αυστηρή θα είναι η ευρωπαϊκή κομισιόν στην αντιμετώπιση του θέματος της Γαλλίας και το υψηλό έλλειμμα προϋπολογισμού της.
Την ερχόμενη εβδομάδα, η νέα κομισιόν θα πρέπει να πάρει ίσως τη δυσκολότερη και σοβαρότερη απόφαση από τότε που ανέλαβε υπηρεσία αυτόν το μήνα. Θα πρέπει να αποφασίσει αν θα δώσει για τρίτη φορά επιπλέον χρόνο στο Παρίσι, για να επαναφέρει το έλλειμμα προϋπολογισμού του κάτω από το όριο του 3% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, που τέθηκε στη συμφωνία για τη σταθερότητα και την ανάπτυξη, τους κανόνες που διέπουν το κοινό νόμισμα. Τελευταία φορά που η Γαλλία κατάφερε να μείνει κάτω από αυτό το όριο ήταν το 2009. Η κομισιόν έχει ήδη δώσει δύο φορές παράταση, με την τελευταία να είναι έως το 2015.
Ωστόσο, οι επίσημες προβλέψεις του φθινοπώρου δείχνουν πως ούτε αυτό θα συμβεί. Αντίθετα, χωρίς κάποια επιπλέον προσπάθεια, το έλλειμμα της Γαλλίας θα συνεχίσει να μεγαλώνει – φτάνοντας το 4,5% του ΑΕΠ το 2015 και το 4,7% την επόμενη χρονιά. Για το 2014 προβλέπεται να βρίσκεται στο 4,4%.
Αυτό δημιουργεί το ερώτημα για το εάν υπάρχει προθυμία για ενέργειες και για το αν θα πρέπει να συνεχιστεί η προσπάθεια αντιμετώπισης του ελλείμματος και πώς θα πρέπει να αντιδράσει η κομισιόν. Δε θα μπορούσε να δοθεί επιπλέον παράταση χωρίς να ζητηθούν ξεκάθαρες, απτές κινήσεις σε αντάλλαγμα. Η Γαλλία θα πρέπει να αφοσιωθεί στους πολιτικούς στόχους που μπορούν να λύσουν μακροπρόθεσμα τα οικονομικά και δημοσιονομικά της προβλήματα.
Αυτό δε θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μια απόφαση ενάντια στη Γαλλία, αλλά σας ένα μέτρο υπέρ και μαζί με τη Γαλλία. Δεν αφορά μόνο μία χώρα. Χωρίς μια οικονομικά δυνατή Γαλλία, η ευρωζώνη ως σύνολο δε θα μπορέσει να επανέλθει.
Το Παρίσι έχει ήδη επιδείξει μια πιθανή λύση. Στη σύνοδο κορυφής του Ιουνίου, υποστήριξε προτάσεις για οικονομικές πολιτικές και πολιτικές προϋπολογισμού, με στόχο, μεταξύ άλλων πραγμάτων, την αντιμετώπιση ελλειμμάτων, τη μείωση εργασιακού κόστους και την περικοπή της γραφειοκρατίας.
Η Γαλλία έχει πραγματοποιήσει κάποια βήματα σε αυτές τις κατευθύνσεις, αλλά δεν έχει προχωρήσει αρκετά μακριά. Για παράδειγμα, έχει παρουσιάσει μια συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση. Ωστόσο όπως έχεις, η μεταρρύθμιση δε φαίνεται πως θα καταφέρει να πετύχει σύντομα τον στόχο της λήξης του ελλείμματος στο συνταξιοδοτικό σύστημα. Όσον αφορά τα υψηλά εργασιακά κόστη, η κυβέρνηση στηρίχθηκε σε επιπλέον δημόσια έξοδα και όχι σε βελτιώσεις στον καθορισμό των μισθών. Παρομοίως, έχει ανακοινωθεί μια μείωση στον εταιρικό φόρο, ωστόσο πρόκειται να εφαρμοστεί μόνον σε κάποια χρόνια.
Αυτό σημαίνει πως η μεγαλύτερη και πιο επείγουσα πρόκληση για τη Γαλλία παραμένει η ανάγκη να εφαρμόσει βαθιές, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Μόνο αυτές θα αυξήσουν την επένδυση, θα δημιουργήσουν δουλειές και θα προωθήσουν την ανάπτυξη. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι επίσης και ο καλύτερος τρόπος για να ανακτηθεί η αξιοπιστία που χρειάζεται για να της δοθεί και πάλι αποτελεσματική πίστωση.
Για αυτόν τον λόγο, οποιαδήποτε αναβολή στο περιθώριο που έχει η Γαλλία για να επιδιορθώσει το υψηλό της έλλειμμα και να συμμορφωθεί με τη συμφωνία για τη σταθερότητα, είναι αποδεκτή μόνον εφόσον το Παρίσι δεσμευτεί ξεκάθαρα και αξιόπιστα για τις μεταρρυθμίσεις. Ναι, κάποια βήματα έχουν ήδη γίνει. Ωστόσο αυτά ήταν πολύ λίγο και όχι αρκετά φιλόδοξα. Χρειάζονται περισσότερα. Και αυτό εμπίπτει στα συμφέροντα της Γαλλίας αλλά και της ευρωζώνης ως σύνολο.
Συνεπώς, η κομισιόν θα πρέπει να συνδέσει την οποιαδήποτε αναβολή με ενεργά, μετρήσιμα μέτρα στην πολιτική, και θα πρέπει επίσης να θέσει χρονοδιάγραμμα για την πραγματοποίησή τους. Η Συνθήκη της Λισαβόνας που στηρίζει την ΕΕ παρέχει τρόπους για να γίνει αυτό. Θα πρέπει να τους χρησιμοποιήσουμε. Για το καλό της Γαλλίας – και της Ευρώπης.