Ένα τρικυμισμένο πλοίο κοντά σε επικίνδυνα βράχια, χρειάζεται μία γερή άγκυρα για να αποφύγει την πρόσκρουση. Το 2012, όταν μία ισχυρή καταιγίδα κατάπιε την ευρωζώνη, η Γερμανία ήταν αυτή που κράτησε το πλοίο της ευρωζώνης μακριά από τα βράχια της οικονομικής καταστροφής.
Τώρα όμως, η άγκυρα της Ευρώπης έχει μετατραπεί σε φρένο, που εμποδίζει την κίνηση προς τα εμπρός.
Φυσικά, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ ενήργησε το 2012, μόνο όταν ήταν σε θέση να πει στους ψηφοφόρους της στη Γερμανία ότι δεν υπήρχε εναλλακτική λύση. Αλλά, εν τέλει, η κα Μέρκελ συμφώνησε σε ένα μόνιμο ταμείο διάσωσης της ευρωζώνης. Υποστήριξε επίσης τη δημιουργία μίας τραπεζικής ένωσης, η οποία παραμένει ατελής, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος που εποπτεύεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Χάρη σε αυτά τα μέτρα, και στην υπόσχεση του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι να κάνει ό,τι χρειαστεί για να σώσει το ευρώ –την οποία ενέκρινε σιωπηρά η Γερμανία– η οικονομική καταιγίδα υποχώρησε.
Αλλά τώρα, η ευρωζώνη φαίνεται ανίκανη να ξεφύγει από το επίπεδο που πλησιάσει τον αποπληθωρισμό, με ελάχιστη οικονομική ανάπτυξη και με τις τιμές είναι σχεδόν στάσιμες.
Αυτό, υποτίθεται ότι δεν θα συνέβαινε. Όταν ξέσπασε η κρίση, οι οικονομίες της περιφέρειας είχαν πληγεί από το διπλό σοκ των αυξημένων ασφάλιστρων κινδύνου και της κατάρρευσης της στεγαστικής αγοράς. Ταυτόχρονα, η γερμανική οικονομία επωφελήθηκε από την επιστροφή του κεφαλαίου το οποίο εγκατέλειπε την περιφέρεια. Τα πραγματικά (προσαρμοσμένα με τον πληθωρισμό) επιτόκια στη Γερμανία έγιναν ουσιαστικά αρνητικά, προκαλώντας μία έκρηξη στην στεγαστική αγορά. Θεωρήθηκε ότι αυτό θα δημιουργούσε ισχυρή εγχώρια ζήτηση στη Γερμανία, βοηθώντας την περιφέρεια να αυξήσει τις εξαγωγές της.
Αντ’ αυτού, η γερμανική οικονομία, μετά βίας έχει αυξηθεί. Πράγματι, η εξασθένιση του διεθνούς εμπορίου απειλεί να την θέσει σε ύφεση. Το τρέχον πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο υποτίθεται ότι θα μειωνόταν απότομα, έχει στην πραγματικότητα αυξηθεί, καθώς οι αποταμιεύσεις παρέμειναν υψηλότερες –και οι επενδύσεις χαμηλότερες– από ό,τι αναμενόταν.
Ένα άλλο πρόβλημα, τουλάχιστον από την οπτική της υπόλοιπης ευρωζώνης, είναι ότι ο πληθωρισμός στη Γερμανία παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Με τις γερμανικές τιμές να αυξάνονται τουλάχιστον κατά 1% ετησίως, η περιφέρεια της ευρωζώνης χρειάζεται την πτώση των τιμών προκειμένου να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα που έχασε κατά τη διάρκεια της περιόδου άνθησης πριν το 2008.
Αυτή η έλλειψη δυναμισμού στον πυρήνα της ευρωζώνης έχει πλέον γίνει το βασικό της πρόβλημα. Χωρίς ανάπτυξη στη Γερμανία, η υπόλοιπη ευρωζώνη μπορεί να μην είναι σε θέση να μειώσει το χρέος της μέσω εξωτερικών πλεονασμάτων. Και, μπορεί να μην υπάρχει καμία απολύτως λύση, με εξαίρεση το «μαγικό κουμπί» που θα αυξήσει τη γερμανική εγχώρια ζήτηση.
Προφανώς, η γερμανική κυβέρνηση είναι υπεύθυνη για τα δημόσια οικονομικά της Γερμανίας. Αλλά, η δημοσιονομική πολιτική τα τελευταία χρόνια είναι σχεδόν ουδέτερη, και συνεπώς δε μπορεί να κατηγορηθεί για την απώλεια δυναμικότητας της γερμανικής οικονομίας. Φέτος, ο προϋπολογισμός του δημοσίου τομέα μπορεί να μετακινηθεί από ένα μικρό έλλειμα σε αυτό που οι Γερμανοί αξιωματούχοι αποκαλούν «μαύρο μηδενικό» –ένα πολύ μικρό πλεόνασμα. Αλλά, αυτό το σφίξιμο κατά ένα κλάσμα της ποσοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ, δεν συνεπάγεται αρνητικές επιπτώσεις για την ανάπτυξη.
Η κύρια αιτία της υποτονικής οικονομικής απόδοσης της Γερμανίας τα τελευταία χρόνια, είναι η συνεχιζόμενη απροθυμία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεών της να καταναλώσουν και να επενδύσουν. Και, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι μπορεί να κάνει η κυβέρνηση για αυτό.
Πράγματι, οι επενδύσεις έχουν μειωθεί παρά το γεγονός ότι οι όροι χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις ποτέ δεν ήταν καλύτεροι, τόσο όσον αφορά τα απίστευτα χαμηλά επιτόκια όσο και την προθυμία των τραπεζών για να δανείσουν. Ωστόσο, ο τομέας των επιχειρήσεων της Γερμανίας παραμένει διστακτικός ως προς το να δανειστεί και να επενδύσει εντός της χώρας, διότι δεν βλέπει κανέναν λόγο να αναμένει μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη, δεδομένου ότι ο πληθυσμός συνεχίζει να μειώνεται και η αύξηση της παραγωγικότητας παραμένει αναιμική.
Με τις επενδύσεις να είναι απίθανο να αποτελέσουν κινητήριο μοχλό για τη γερμανική οικονομία, η κατανάλωση είναι το κλειδί για την ισχυρότερη αύξηση της ζήτησης στη Γερμανία. Οι αδυναμίες της προκαλούν σχετική έκπληξη: τα πραγματικά εισοδήματα έχουν αυξηθεί, και η κυβέρνηση συνασπισμού που ήρθε στην εξουσία πέρυσι, εισήγαγε μία σειρά ευνοϊκών μέτρων κοινωνικής πρόνοιας, συμπεριλαμβανομένης μίας μεγάλης αύξησης του κατώτατου μισθού, μία μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης και ενός ειδικού ανώτατου ορίου συνταξιοδότησης για τις γυναίκες με παιδιά.
Αλλά, ακόμη και αυτά τα μέτρα, τα οποία έχουν σε μεγάλο βαθμό αγνοήσει οι ξένοι παρατηρητές, έχουν αποτύχει να τονώσουν την καταναλωτική ζήτηση. Τι θα μπορούσε λοιπόν να κάνει η γερμανική κυβέρνηση για να απογαλακτιστούν οι Γερμανοί από τις εγκρατείς συνήθειές τους;
Οι δημόσιες επενδύσεις είναι ο μόνος τομέας όπου θα μπορούσε να δράσει η κυβέρνηση. Αλλά, η ώθηση της ανάπτυξης από τις δαπάνες υποδομών του δημοσίου τομέα δε μπορεί παρά να είναι μέτρια. Η αύξηση των δαπανών για υποδομές κατά ένα τέταρτο –κάτι που θα απαιτούσε τεράστια διοικητική προσπάθεια– θα έδινε μία ώθηση μόλις 0,4% στην αύξηση του ΑΕΠ.
Ο κύριος κίνδυνος είναι πλέον πολιτικός. Μία αδύναμη γερμανική οικονομία καθιστά πολύ δυσκολότερες τις απαραίτητες διαρθρωτικές προσαρμογές στην περιφέρεια της ευρωζώνης. Αυτό, με τη σειρά του, τροφοδοτεί την αντίληψη ότι η ευθύνη βαραίνει τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία θεωρείται ως απρόθυμη να κάνει τα αναγκαία βήματα για την ενδυνάμωση της εγχώριας ζήτησης –ακόμη και ενώ απαγορεύει από τις κυβερνήσεις τις περιφέρειας να δαπανήσουν οι ίδιες περισσότερα. Δεδομένου ότι η ανεργία παραμένει σε επίμονα υψηλά επίπεδα, και τα εισοδήματα παραμένουν στάσιμα σε μεγάλο μέρος της ευρωζώνης, ο πειρασμός να κατηγορούμε «τους Γερμανούς» γίνεται όλο και ισχυρότερος.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η γερμανική κυβέρνηση, ούτε καν αναγνωρίζει πως υπάρχει πρόβλημα. Με την ανεργία να πλησιάζει σε χαμηλά επίπεδα-ρεκόρ, οι Γερμανοί απλά προσπερνούν την έλλειψη της αύξησης της ζήτησης, και η απουσία του πληθωρισμού εκλαμβάνεται ως σημάδι της επιτυχίας.
Πρόκειται για λάθος. Η γερμανική άγκυρα της Ευρώπης έχει κολλήσει, και το αυξανόμενο κύμα ανησυχίας μεταξύ των εταίρων της Γερμανίας δεν θα πρέπει να αφήσει αδιάφορη τη γερμανική ηγεσία.