Για κάποιους ανθρώπους το μέλλον θα είναι πάντα πίσω τους. Λίγες φορές, ωστόσο, έχει αυτή η θλίψη καλύψει το μεγαλύτερο μέρος του δυτικού κόσμου την ίδια στιγμή. Ακόμη και σε εκείνες τις σύντομες στιγμές – κατά τον στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του 70 για παράδειγμα – η θλίψη εξασθένιζε με την κρίση.
Η σημερινή απαισιοδοξία είναι περισσότερο ανησυχητική για δύο λόγους. Πρώτον, η οικονομολογία δεν την εξηγεί πλήρως. Στις ΗΠΑ, που διανύουν το πέμπτο έτος της ανάκαμψης, το ποσοστό όσων πιστεύουν πως τα παιδιά τους θα ζήσουν χειρότερα από τους ίδιους είναι ίδιο με της στάσιμης Ιταλίας. Αυτή η τάση προϋπάρχει της κατάρρευσης του 2008. Δεύτερον, η αύξηση της απαισιοδοξίας συμπίπτει με την νεότερη τεχνολογική επανάσταση της δύσης. Σπάνια έχει υπάρξει η προσωπική ελευθερία, η βασική αξία της δύσης, περισσότερο απεριόριστη. Παρ’ όλα αυτά η θλίψη μας φαίνεται να βαθαίνει. Έχει αρχίσει η δύση να χάνει την επαφή της με την πραγματικότητα;
Είναι μεγάλος πειρασμός να πούμε ναι. Ο μέσος «δυτικός» ζει πολύ περισσότερο, επηρεάζεται πολύ λιγότερο από πολέμους και έχει πολύ περισσότερες επιλογές σε σχέση με οποιονδήποτε στην ανθρώπινη ιστορία. Το να είναι κανείς ζωντανός και ελεύθερος θα έπρεπε να είναι ένα προνόμιο άξιο ευτυχίας. Ίσως να είμαστε τόσο ιστορικά αδαείς που δεν εκτιμούμε όσα έχουμε. Ίσως κάτι βαθύτερο, όπως η συνεχής διάσπαση προσοχής από την τεχνολογία ίσως, έχει αλλάξει τόσο τη νευρική μας καλωδίωση, που είναι πλέον πολύ δυσκολότερο να εκτιμήσουμε όσα έχουμε κάτω από τη μύτη μας. Ή ίσως μας εντυπωσιάζει τόσο λίγο η ποιότητα της σημερινής δημόσιας ζωής, που υποφέρουμε από μια θλίψη που δε θα μπορούσε παρά να προέρχεται από την αυτογνωσία. Όλα αυτά είναι είδη κατάθλιψης. Κάθε ένα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, έχουν προταθεί ως εξήγηση για τη θλίψη της δύσης. Κανένα δε φαίνεται να είναι η σωστή διάγνωση.
Μια πιο πιθανή θεωρία είναι το άγχος μας για την άνοδο των υπολοίπων. Ανάμεσα στις πολλές έρευνες για τις παγκόσμιες συμπεριφορές, είναι εντυπωσιακό πόσο πιο αισιόδοξοι είναι οι Ασιάτες, οι Λατινοαμερικάνοι και οι Αφρικανοί σε σχέση με τους ανθρώπους της δύσης. Είναι λογικό άνθρωποι στην Κίνα, την Ινδία και αλλού, να βλέπουν το μέλλον των παιδιών τους πιο φωτεινό. Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; Οι περισσότεροι άνθρωποι του αναπτυσσόμενου κόσμου ξεκινούν από βάσεις τόσο χαμηλές, που μόνο μια καταστροφή θα μπορούσε να εμποδίσει την άνοδο του ζωτικού επιπέδου. Όμως θα ήταν υπερβολή να εξηγήσουμε με αυτόν τον τρόπο την απαισιοδοξία της δύσης. Μια πιο παγκοσμιοποιημένη οικονομία θα πρέπει να έχει όφελος για όλους. Επίσης, θα έπρεπε να είναι κολακευτικό. Ο κόσμος σήμερα προσπαθεί να ακολουθήσει το παράδειγμα της δύσης. Πέραν του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν και των κομμουνιστών της Κίνας, δεν υπάρχει ιδεολογικός αντίπαλος του δημοκρατικού καπιταλισμού. Ακόμη και η Κούβα κάνει καθυστερημένα βήματα στις μύτες των ποδιών για να επιστρέψει από το «κρύο». Ποιο είναι τότε το πρόβλημα στη δύση; Η απάντηση είναι εξαπατητικά απλή. Γινόμαστε γηραιότεροι. Σε οικονομικούς όρους, αυτό σημαίνει την κοσμική στασιμότητα. Η Ιαπωνία «γκριζάρει» ταχύτερα από τους υπόλοιπους – η οικονομική της ανάπτυξη έχει βραδύτερους ρυθμούς για μεγαλύτερο διάστημα από οποιαδήποτε ανεπτυγμένη χώρα. Ωστόσο είναι θέμα διαβάθμισης. Όσο γηραιότεροι γινόμαστε, τόσο λιγότερο αποταμιεύουμε. Κι όσο λιγότερο αποταμιεύουμε, τόσο λιγότερο επενδύουμε. Και όσο λιγότερο επενδύουμε, τόσο λιγότερο αναπτυσσόμαστε. Η σύγχρονη τεχνολογία θα έπρεπε να δώσει την απάντηση. Ζούμε περισσότερο, και άρα θα έπρεπε να δουλεύουμε και για περισσότερο. Ωστόσο, η πολιτική αποτελεί εμπόδιο σε αυτό.
Όσο λιγότερο αναπτυσσόμαστε, τόσο περισσότερο τσακωνόμαστε για τους προϋπολογισμούς. Από την Ισπανία έως τον Καναδά, οι γηραιότεροι είναι αυτοί που έχουν το πάνω χέρι στους δημοσιονομικούς πολέμους. Η Γαλλία έχει το μεγαλύτερο ποσοστό γεννήσεων σε σχέση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, αφιερώνει περισσότερο από το μισό των πόρων της στους γηραιότερους. Ένας από τους λόγους που ο Φρανσουά Ολλάντ εκλέχθηκε πρόεδρος ήταν γιατί υποσχέθηκε να μεταφέρει το όριο συνταξιοδότησης στη Γαλλία από τα 60 στα 62 χρόνια. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Όσμπορν, έχει αποκλείσει εντελών τις κρατικές συντάξεις από το κεφάλαιο των κοινωνικών δαπανών. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ιατρική κάλυψη και η κοινωνική ασφάλιση καταναλώνουν όλο και μεγαλύτερο κομμάτι του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού κάθε χρόνο. Κανένα κόμμα δεν τολμά να αγγίξει την ηλικία συνταξιοδότησης – η οποία έχει οριστεί να αυξηθεί με εξαιρετικά αργό ρυθμό από το σημερινό επίπεδο των 65 ετών.
Όσο καλύτερα τα πηγαίνει το «γκρίζο λόμπυ», τόσο ζημιώνει το μέλλον μας. Αυτό, με τη σειρά του, έχει, ως συνήθως, αρνητική επίδραση στην πολιτική. Πρακτικά, σημαίνει την απόδοση φταιξίματος στους μετανάστες. Μία από τις κύριες ροπές του Tea Party, του National Front στη Γαλλία και του Independence στο Ηνωμένο Βασίλειο, είναι να αναζητούν αποδιοπομπαίους τράγους. Κανένα εξ’ αυτών δε φαίνεται πιθανό να αναλάβει άμεση εξουσία. Λειτουργούν όμως ως εμπόδιο για αυτούς που θα μπορούσαν να αλλάξουν τη σχέση εργατικού δυναμικού-συνταξιούχων. Ένα σημαντικό κεφάλαιο της λύσης βρίσκεται στην ώθηση της μετανάστευσης. Η εμπόδιση αυτής είναι επίσης κύριος στόχος της αντι-πολιτικής αντίδρασης. Είναι και αυτό ένα ακόμη τίμημα της δυτικής γεροντοκρατίας.
Υπάρχουν και άλλες συνέπειες πέραν των δημοσιονομικών. Η Αλφρέντ Σοβί, ο γάλλος φιλόσοφος που εφηύρε τον όρο «τρίτος κόσμος», φοβόταν πως η δύση θα μετατρεπόταν σε «μια κοινωνία γερόντων, ζώντων σε παλαιά σπίτια και αναμασώντων παλαιές ιδέες». Ίσως υπάρχει μια αλήθεια σε αυτό. Όσο ωραίο κι αν είναι να παρακολουθεί κανείς τους Rolling Stones στη σκηνή, δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς πως οι δημιουργικά τους χρόνια έχουν τελειώσει. Η ακολουθία τους, ωστόσο – οι της γενιάς του 50 – παίρνουν ακόμη αυτό που θέλουν. Στο απόγειο της καριέρας του Μικ Τζάγκερ, αυτό σήμαινε την επανάσταση ενάντια στα παλιά ήθη. Σήμερα αυτό σημαίνει την προστασία των φωλιών για τη σύνταξη.
Φυσικά, δεν είναι κάθε συνταξιούχος σε καλή κατάσταση – η αυξανόμενη ανισότητα επηρεάζει όλες τις ηλικιακές κατηγορίες. Ως σύνολο όμως, η γενιά του 50 κερδίζει από τη μέρα που γεννήθηκε. Και φαίνεται ότι θα διατηρήσει το ρεκόρ μέχρι τη μέρα που θα πεθάνει. Οι γενιές μετά από αυτήν μπορεί να μην είναι τόσο τυχερές. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως οι γηραιότεροι ανησυχούν για το μέλλον όσο και οι υπόλοιπες ηλικιακές κατηγορίες. Ίσως αυτό να έχει μια δόση ενοχής. Δεν υπάρχει κάποια ψυχική διαταραχή εδώ. Εάν η δύση σαν σύνολο πιστεύει πως οι καλύτερες μέρες της έχουν περάσει, θα πρέπει να σχετίζεται με το γεγονός πως για πάρα πολλούς αυτό είναι κυριολεκτικά αλήθεια.