Μπορούν οι συνεχείς μειώσεις επιτοκίων να σώσουν από την επιβράδυνση την κινεζική οικονομία; Αυτό αναρωτιούνται οι αναλυτές, σχολιάζοντας τη δεύτερη από τον Νοέμβριο μείωση των επιτοκίων του γουάν από τη Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας πριν δεκαπέντε ημέρες.
Η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας έχει ως στόχο να τονώσει την ανάπτυξη εν μέσω προβλέψεων για περαιτέρω επιβράδυνση αλλά και για συνεχή μείωση του πληθωρισμού που φαίνεται να εγκυμονεί τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού για τη δεύτερη οικονομία του κόσμου.
Πρόκειται για μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης στο 5,35%. Μολονότι είχε προηγηθεί η μείωση των επιτοκίων τον Νοέμβριο, η πρώτη έπειτα από δύο και πλέον χρόνια, οικονομικοί αναλυτές ζητούσαν περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, καθώς επιβραδύνονται διαρκώς οι ρυθμοί ανάπτυξης όπως και ο πληθωρισμός. Σύμφωνα με ένα από τα σημαντικότερα οικονομικά ινστιτούτα της χώρας, ο ρυθμός ανάπτυξης θα επιβραδυνθεί περαιτέρω στο 7% το πρώτο τρίμηνο του έτους μετά το 7,3% στο οποίο περιορίστηκε το τελευταίο τρίμηνο του 2014.
Πρόκειται για ρυθμούς που ωχριούν μπροστά στα διψήφια νούμερα της περασμένης δεκαετίας. Την ίδια στιγμή όμως, ο πληθωρισμός στη χώρα αναμένεται να επιβραδυνθεί μόλις στο 1,2% το πρώτο τρίμηνο, όταν την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους ήταν 2%, σαφώς χαμηλότερο από τον επίσημο στόχο της κυβέρνησης για αυξήσεις τιμών της τάξης του 3,5%. Η εξέλιξη του δείκτη ανησυχεί την ηγεσία του Πεκίνου, καθώς οι τιμές παραγωγού στη χώρα υποχωρούν επί τρία συναπτά έτη, καταγράφοντας την πλέον παρατεταμένη περίοδο υποχώρησης.
Στη σχετική ανακοίνωσή της, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας τόνισε πως στο στόχαστρό της βρίσκεται η υποχώρηση του πληθωρισμού, ενώ οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν πως συνολικά η μείωση του πληθωρισμού είναι πολύ μεγαλύτερη από τη μείωση του κόστος δανεισμού, με αποτέλεσμα στην πράξη να γίνεται ακριβότερος ο δανεισμός. Μερίδα αναλυτών καταλήγει στο συμπέρασμα ότι με την περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, καθώς και με τη μείωση του ποσοστού καταθέσεων που οφείλουν να διατηρούν οι τράπεζες της χώρας στην κεντρική τράπεζα, το Πεκίνο επιχειρεί όχι απαραιτήτως να αυξήσει τη ρευστότητα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά μάλλον να τη διατηρήσει σε σταθερά επίπεδα.
Εξάλλου, την εικόνα της επιβράδυνσης της κινεζικής οικονομίας ολοκληρώνουν τα επίσημα στοιχεία για τον μεταποιητικό κλάδο του ασιατικού οικονομικού γίγαντα που δόθηκαν στη δημοσιότητα το Σαββατοκύριακο και τον εμφανίζουν να συρρικνώνεται τον Φεβρουάριο για δεύτερο συναπτό μήνα. Ο επίσημος δείκτης υπεύθυνων προμηθειών του κλάδου (ΡΜΙ) σημείωσε ελαφρά ανάκαμψη στις 49,9 μονάδες από τις 49,8 του Ιανουαρίου, παραμένοντας κάτω από το κρίσιμο επίπεδο των 50 μονάδων, που αποτελεί διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ανάπτυξη και τη συρρίκνωση. Σημειωτέον, πάντως, ότι ο αντίστοιχος δείκτης ΡΜΙ της HSBC/Markit εμφανίζεται σαφώς καλύτερος στις 50,7 μονάδες, καταγράφοντας τα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούλιο.
Μιλώντας στην ετήσια εναρκτήρια κοινοβουλευτική συνεδρίαση, ο πρωθυπουργός Λι Κεκιάνγκ τόνισε πως υπάρχει η ανάγκη για πιο επώδυνες μεταρρυθμίσεις ώστε να μπει η Κίνα σε δρόμο βιώσιμης ανάπτυξης μετά τους φρενήρεις ρυθμούς των τελευταίων 3 δεκαετών. «Ο στόχος ανάπτυξης τίθεται στο 7% (έναντι αρχικού στόχου στο 7,5%) και λαμβάνει υπόψη ότι χρειάζεται και ότι είναι εφικτό» δήλωσε ο πρωθυπουργός της Κίνας. «Εάν η κινεζική οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί με αυτό το ρυθμό για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε θα εξασφαλιστεί πιο ισχυρή βάση για εκσυγχρονισμό».
Διευκρίνισε ότι στις προτεραιότητες της κυβέρνησης είναι η μεταρρύθμιση των γιγαντιαίων κρατικών επιχειρήσεων και η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος και των κεφαλαιαγορών. «Για να αφοπλίσουμε τα προβλήματα και τους κινδύνους, για να μην πέσουμε στην «παγίδα του μεσαίου εισοδήματος» και για να πετύχουμε εκσυγχρονισμό, η Κίνα χρειάζεται κατάλληλο ρυθμό ανάπτυξης» δήλωσε και συμπλήρωσε: «Παράλληλα, ξεκινά μία νέα τάξη πραγμάτων για την κινεζική οικονομία».
Βραχυπρόθεσμα, οι Κινέζοι αξιωματούχοι παλεύουν να αντιμετωπίσουν τις πιέσεις που δημιουργούνται από την απότομη επιβράδυνση στην αγορά κατοικιών, τα υψηλά χρέη, αλλά και την πλεονάζουσα βιομηχανική παραγωγή. Μακροπρόθεσμα, αναζητούν τρόπους αναδιοργάνωσης της οικονομίας, ώστε να ενισχυθεί η εγχώρια ζήτηση και οι καταναλωτικές δαπάνες και να σταματήσει η εξάρτηση από τις εξαγωγές και τις επενδύσεις. Ενδεικτικό των πιέσεων που υπάρχουν, είναι πως η κεντρική τράπεζα της Κίνας προχώρησε το Σάββατο στη δεύτερη μείωση επιτοκίων μέσα σε διάστημα τριών μηνών.