Η χρονική στιγμή ήταν σίγουρα δύσκολη. Οι συζητήσεις μεταξύ της Ελλάδας και της ευρωζώνης ήταν στην κόψη του ξυραφιού. Υπό την επίθεση των φημών πως τα χρήματα της Ελλάδας εξαντλούνται, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε συμφωνήσει να προτείνει μεταρρυθμίσεις για να απελευθερωθεί η χρηματοδότηση της διάσωσης.
Τότε, λίγο πριν ο κ. Τσίπρας επισκεφθεί τη γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ, ένα ειδησεογραφικό περιοδικό κυκλοφόρησε με εξώφυλλο που απεικόνιζε την κ. Μέρκελ να καλύπτει μια εικόνα ναζιστικών δυνάμεων στον Παρθενώνα. «Η γερμανική υπερδύναμη» ήταν ο τίτλος.
Υπόνοιες πως η αυστηρή γραμμή της Γερμανίας με τις χώρες-οφειλέτες φέρει ίχνη από το Τρίτο Ράιχ ήταν συνηθισμένες κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ, συνήθως στην Ελλάδα. Αυτή τη φορά, όμως, ήταν το Der Spiegel, ένα ευυπόληπτο, εβδομαδιαίο γερμανικό περιοδική, που έκανε τη σύγκριση (απεικονίζοντας τις ευρωπαϊκές αντιλήψεις, επιμένει). Σε μία συνέντευξη τύπου με την κ. Μέρκελ, ο κ. Τσίπρας κατήγγειλε το εξώφυλλο (προτού επαναλάβει το αίτημά του για τις πολεμικές επανορθώσεις). Ωστόσο, καθώς η Ελλάδα ξαναοδηγεί σε αναστάτωση την ευρωζώνη, η Γερμανία αντιμετωπίζει δύσκολες ερωτήσεις.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ, η ισχύς μετακινήθηκε από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς προς τις πρωτεύουσες, με το Βερολίνο να κυριαρχεί. Στο επείγον ερώτημα της εξωτερικής πολιτικής, η αδυναμία ης Γαλλίας και η απομάκρυνση της Βρετανίας έχουν μειώσει τους «μεγάλους τρεις» της Ευρώπης στους ενάμιση – εάν θέλουμε να είμαστε γενναιόδωροι με τη Γαλλία. Σε αντίθεση με την ανέκδοτη ιστορία για τον Henry Kissinger που αναρωτιόταν ποιον αριθμό να καλέσει για να μιλήσει με την Ευρώπη, ο Μπαράκ Ομπάμα ξέρει ακριβώς ποιον να συμβουλευτεί για την ευρωπαϊκή πολιτική για τη Ρωσία – και αυτή δε βρίσκεται στις Βρυξέλλες.
Η γερμανική κυριαρχία είναι εν μέρει αποτέλεσμα της οπισθοχώρησης των υπολοίπων. Αυτός μπορεί να είναι ο λόγος που τα παράπονα έχουν σιγήσει. «Εάν οι ιταλοί δε φέρουν ζυμαρικά και οι γάλλοι δε φέρουν πατέ» λέει ένας διπλωμάτης, «δεν μπορούν να παραπονεθούν για τη λαχανόσουπα της κ. Μέρκελ». Εν τω μεταξύ, εκτός από την Ελλάδα, το μεγαλύτερο μέρος της περικοπής προϋπολογισμών που προκάλεσε την αντιπάθεια προς τη Γερμανία έχει τελειώσει. Η στέρεα πρόσφατη οικονομική απόδοση των περισσότερων χωρών σε πρόγραμμα διάσωσης έχει ενισχύσει την πεποίθηση των γερμανών πως είχαν δίκιο εξ αρχής.
Αυτό συμβάλλει στο να εξηγηθεί γιατί οι γερμανοί συνεχίζουν να θέλουν σαφώς ορισμένους κανόνες στην Ευρώπη. Η δημοσιονομική διαδικασία είναι καθορισμένη, σε περίπτωση αστάθειας, και κάποια στιγμή η Γερμανία μπορεί να επανέλθει στο αίτημά της για μεγαλύτερο συντονισμό στις οικονομικές πολιτικές, όπως οι κανονισμοί της αγοράς εργασίας και οι φορολογικές βάσεις. Αυτού του είδους οι προτάσεις δεν αρέσουν καθόλου σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά φαίνονται απόλυτα λογικές στη Γερμανία: απουσία μίας πολιτικής ένωσης, πώς θα πρέπει να λειτουργήσει ένα κοινό νόμισμα;
Αλλά επειδή ο κόσμος δεν ενδίδει πάντα στις επιθυμίες της, η Γερμανία πρέπει να δεχτεί πολιτικούς συμβιβασμούς. Είχε φανεί ιδιαίτερα ενοχλημένη όταν η Ευρωπαϊκή Κομισιόν έδειξε να χαλαρώνει τους δημοσιονομικούς της κανόνες τον Ιανουάριο. Χρειάστηκε να αποδεχτεί την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να ξεκινήσει ποσοτική χαλάρωση. Και η Γερμανία, βαριά τη καρδία, δέχτηκε την απόφαση της κομισιόν τον περασμένο μήνα να δώσει περισσότερο χρόνο στη Γαλλία για να ελαττώσει το έλλειμμά της. Δίνοντας την εικόνα της σοβαρής δέσμευσης με τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, η γαλλική κυβέρνηση επέμεινε πως δεν ήταν κατάλληλη στιγμή να μειωθεί το δημοσιονομικό της περιθώριο. Η πολιτική αντιπαράθεση βρήκε ένα ιδιαίτερα δεκτικό αυτί στο Βερολίνο (το οποίο έχει και το ίδιο παραβεί ευρωπαϊκούς κανόνες ελλείμματος στο παρελθόν).
Πράγματι, ύστερα από αρκετά δύσκολα χρόνια, οι γαλλογερμανικές σχέσεις αναθερμαίνονται. Ο Φρανσουά Ολλάντ βρισκόταν στο πλευρό της κ. Μέρκελ καθώς εκείνη διαπραγματευόταν συμφωνία ειρήνης με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στο Μινσκ τον περασμένο μήνα, και άκουσε τις εισηγήσεις του κ. Τσίπρα στις Βρυξέλλες την περασμένη εβδομάδα. Αυτό έχει σημασία για τη Γερμανία: παρ’ ότι θα ενεργήσει μόνη της αν χρειαστεί, δεν παύει να φοβάται να δείξει πως επιβάλει μονομερώς τη βούλησή της. Κατά τη διάρκεια των αψιμαχιών με την Ελλάδα τον περασμένο μήνα, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο μαχητικός υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, δεν κουράστηκε να λέει στους δημοσιογράφους πως η Γερμανία δεν είναι μόνη σε αυτήν την σκληρή στάση.
Οι αντίπαλοι της έχουν βοηθήσει την κ. Μέρκελ. Στο θέμα της Ρωσίας, χώρες όπως η Κύπρος και η Ιταλία μπορεί να γκρινιάζουν για τις κυρώσεις. Αλλά χάρη στην ανησυχητική συμπεριφορά του κ. Πούτιν κανείς δεν βγήκε εκτός γραμμής όταν είχε τη μεγαλύτερη σημασία. (Αυτή η πρόταση θα δοκιμαστεί τον Ιούνιο, όταν και τα 28 μέλη της ΕΕ πρέπει να συμφωνήσουν για να ανανεώσουν τα πιο σκληρά μέτρα.) Η ξεροκέφαλη διαπραγματευτική προσέγγιση της κυβέρνησης του κ. Τσίπρα έχει καταστρέψει κάθε ευκαιρία διαίρεσης στην ευρωζώνη: η Ελλάδα έχει κάνει την αντι-λιτότητα τοξικό σύνθημα, τουλάχιστον προς το παρόν. Παρομοίως, εάν ο επανεκλεγμένος Ντέιβιντ Κάμερον αναζητήσει την επαναδιαπραγμάτευση που έχει υποσχεθεί για τη θέση της Βρετανίας στην ΕΕ, θα βρει λίγους υποστηρικτές εάν επιχειρήσει να αλλάξει τους βασικούς κανόνες της ΕΕ.
Όλα αυτά ταιριάζουν στο στυλ της κ. Μέρκελ. Κάνει υπομονή, περιμένοντας την Ελλάδα να δει τη λογική των οικονομικών μεταρρυθμίσεων και τη Βρετανία να λύσει τα εσωτερικά της προβλήματα. Πήρε ένα ρίσκο επιδιώκοντας τη συμφωνία ειρήνης στο Μινσκ με τη Ρωσία επειδή η κατάσταση στην ανατολική Ουκρανία είχε γίνει απελπιστική. Ωστόσο, έχει αποφύγει τα καλέσματα των αμερικανών γερουσιαστών να στείλει στρατεύματα, συγκρίνοντας αντίθετα την κατάσταση με τη μεγάλη αναμονή για το πέσιμο του τείχους του Βερολίνου. Αυτό φαίνεται να σημαίνει πως είναι προετοιμασμένη να δει τη σύγκρουση να «παγώνει». Εάν ο κ. Ομπάμα έχει κατηγορηθεί κάποτε πως ηγείται από πίσω, η κ. Μέρκελ μερικές φορές ηγείται από μία κατεύθυνση που κανείς άλλος δεν καταλαβαίνει.
Μία ενωμένη Ευρώπη, διοικούμενη από αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες, αρμονική και σε ειρήνη με τους γείτονές της: αυτά ονειρεύεται η Γερμανία. Η πραγματικότητα είναι λιγότερο τακτική, αλλά η Γερμανία δεν είναι άκαμπτη. Κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ η κ. Μέρκελ πάντα έβρισκε πολιτικό τρόπο να συγκρατήσει το νόμισμα, ακόμη και αν οι λύσεις της συχνά συμπεριλάμβαναν αυτοκόλλητους επιδέσμους.
Όμως το μέλλον θα δοκιμάσει τις προτεραιότητες της Γερμανίας. Η διατήρηση της Ελλάδας στο ευρώ και της Βρετανίας στην ΕΕ είναι σημαντική, αλλά όχι με κάθε κόστος. (Κάποιοι αξιωματούχοι πιστεύουν πως η ευρωζώνη θα αντέξει ένα Grexit χωρίς πολλές δυσκολίες.) Ούτε θα ξοδεύσει η κ. Μέρκελ μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο για να σώσει το «TTIP», μία προτεινόμενη συμφωνία υπερατλαντικού εμπορίου που δεν εμπιστεύονται πολλοί γερμανοί. Ωστόσο, σε υπαρξιακά ζητήματα, όπως η διάσωση του ευρώ και η διατήρηση της ισχύος της Γαλλίας ώστε να παραμένει σημαντικός εταίρος, η κ. Μέρκελ δε θα διστάσει να ασκήσει τη δύναμή της, ακόμη και αν αυτό σημαίνει αθέτηση υποσχέσεων ή υπονόμευση κανονισμών. Αυτό θα ήταν δείγμα πραγματικής ηγεσίας, και η Ευρώπη θα πρέπει να το καλωσορίσει.