Ένα κοινό νόμισμα είναι μια εξαιρετική νομισματική διαρρύθμιση υπό κάποιες συνθήκες, μια κακή νομισματική διαρρύθμιση υπό κάποιες άλλες.
Το εάν είναι καλή ή κακή εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τους προσαρμοστικούς μηχανισμούς που είναι διαθέσιμοι για να απορροφήσουν τα οικονομικά σοκ και τις εξαρθρώσεις που πλήττουν τις διάφορες οντότητες που αποτελούν ένα κοινό νόμισμα. Οι ευέλικτες συναλλαγματικές ισοτιμίες αποτελούν έναν ισχυρό προσαρμοστικό μηχανισμό για τα σοκ που επηρεάζουν τις οντότητες διαφορετικά. Αξίζει η χρήση αυτού του μηχανισμού για να εκμεταλλευτούμε το πλεονέκτημα του χαμηλότερου κόστους συναλλαγής και της εξωτερικής πειθαρχίας μόνον εάν υπάρχουν εναλλακτικοί προσαρμοστικοί μηχανισμοί.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένα παράδειγμα μιας κατάστασης που ευνοεί ένα κοινό νόμισμα. Παρ’ ότι αποτελούνται από πενήντα πολιτείες, οι κάτοικοί τους μιλούν κατά κύριο λόγο την ίδια γλώσσα, παρακολουθούν τα ίδια τηλεοπτικά προγράμματα, βλέπουν τις ίδιες ταινίες και μπορούν να μετακινηθούν ελεύθερα από τη μία άκρη της χώρας σε μία άλλη, τα αγαθά και τα κεφάλαια μετακινούνται ελεύθερα από πολιτεία σε πολιτεία, οι μισθοί και οι τιμές είναι σχετικά ευέλικτα, και η εθνική κυβέρνηση συλλέγει σε φόρους και δαπανά περίπου τα διπλάσια από τις πολιτείες και τις τοπικές διοικήσεις. Οι δημοσιονομικές πολιτικές διαφέρουν από πολιτεία σε πολιτεία, όμως οι διαφορές είναι ελάχιστες σε σύγκριση με την κοινή εθνική πολιτική.
Τα αναπάντεχα σοκ μπορούν κάλλιστα να επηρεάσουν ένα σημείο των Ηνωμένων Πολιτειών περισσότερο από τα υπόλοιπα – όπως, για παράδειγμα το εμπάργκο της Μέσης Ανατολής στο πετρέλαιο τη δεκαετία του 1970, που δημιούργησε μιαν αυξημένη ζήτηση για εργασία και ώθησε τις συνθήκες σε κάποιες πολιτείες, όπως το Τέξας, και δημιούργησε ανεργία και συνθήκες ύφεσης σε άλλες, όπως οι βιομηχανικές δυτικές πολιτείες που εισήγαγαν πετρέλαιο. Οι διαφορετικές βραχυπρόθεσμες επιδράσεις μετριάστηκαν σύντομα από την μετακίνηση των ανθρώπων και των αγαθών, από την αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής ροής από έθνος σε πολιτεία και σε τοπική διοίκηση και από την προσαρμογή των τιμών και των μισθών.
Σε αντίθεση, η κοινή αγορά της Ευρώπης αποτελεί ένα παράδειγμα που δεν ευνοεί ένα κοινό νόμισμα. Αποτελείται από ξεχωριστά έθνη, των οποίων οι κάτοικοι μιλούν διαφορετικές γλώσσες, έχουν διαφορετικές συνήθειες, και έχουν πολύ μεγαλύτερη πίστη και αφοσίωση στη δική τους χώρα απ’ ότι στην κοινή αγορά ή την ιδέα της «Ευρώπης». Παρ’ ότι αποτελεί περιοχή ελευθέρου εμπορίου, τα αγαθά μετακινούνται πολύ λιγότερο ελεύθερα απ’ ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες, και το ίδιο και το κεφάλαιο.
Η Ευρωπαϊκή Κομισιόν, με έδρα στις Βρυξέλλες, πράγματι δαπανά ένα μικρό μέρος του συνόλου που δαπανούν οι κυβερνήσεις στα κράτη-μέλη. Αυτές, και όχι οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι οι σημαντικές πολιτικές οντότητες. Επιπλέον, η ρύθμιση των βιομηχανικών και εργασιακών πρακτικών είναι ευρύτερη απ’ ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες και διαφέρει πολύ περισσότερο από χώρα σε χώρα απ’ ότι από αμερικάνικη πολιτεία σε αμερικάνικη πολιτεία. Ως αποτέλεσμα, οι μισθοί και τιμές στην Ευρώπη είναι περισσότερο δύσκαμπτες, και το εργατικό δυναμικό λιγότερο κινητό. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι ευέλικτες ισοτιμίες παρέχουν έναν εξαιρετικά χρήσιμο προσαρμοστικό μηχανισμό.
Εάν μία χώρα επηρεάζεται από αρνητικά σοκ που απαιτούν, ας πούμε, χαμηλότερους μισθούς σε σχέση με άλλες χώρας, αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την αλλαγή μιας τιμής, της ισοτιμίας, αντί να χρειαστούν αλλαγές σε χιλιάδες ξεχωριστών τιμών μισθών, ή με την μετανάστευση του εργατικού δυναμικού. Οι δυσκολίες που επιβλήθηκαν στη Γαλλία από την πολιτική του «γαλλικού φρουρίου» της επιδεικνύουν το κόστος μιας πολιτικά εμπνευσμένης αφοσίωσης στη μη χρήση της ισοτιμίας για την προσαρμογή στις επιδράσεις της γερμανικής ενοποίησης. Η οικονομική ανάπτυξη της Βρετανίας αφού άφησε τον ευρωπαϊκό μηχανισμό συναλλαγματικής ισοτιμίας πριν από μερικά χρόνια για να επαναφέρει τη λίρα αναδεικνύει την αποτελεσματικότητα της ισοτιμίας ως προσαρμοστικός μηχανισμός.
Οι υποστηρικτές του ευρώ συχνά αναφέρονται στην περίοδο του κανόνα του χρυσού από το 1879 έως το 1914 ως δείγμα των πλεονεκτημάτων ενός κοινού νομίσματος. Όμως και ο κανόνας του χρυσού είχε τα δικά του κόστη. Η περίοδος χαρακτηρίστηκε από τις μειωμένες τιμές από το 1879 έως το 1896, τις αυξανόμενες τιμές μετά από αυτό και τις έντονες διακυμάνσεις σε κάθε περίοδο, ιδιαίτερα έντονες κατά τη δεκαετία του 1890. Ο κανόνας του χρυσού ήταν βιώσιμος μόνον επειδή οι κυβερνήσεις ήταν μικρές (σπαταλώντας κοντά στο 10% του εθνικού εισοδήματος και όχι το 50% ή και περισσότερο όπως συμβαίνει τώρα), οι τιμές και οι μισθοί ήταν εξαιρετικά ευέλικτες, και ο κόσμος ήταν πρόθυμος να ανεχτεί, ή δεν είχε τρόπο να μετριάσει, τις έντονες διακυμάνσεις στην παραγωγή και την απασχόληση. Βγάζοντας τα ροζ γυαλιά, φαίνεται ότι μάλλον δεν ήταν μια περίοδος και ένα σύστημα προς μίμηση.
Σήμερα, μια υποομάδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – πιθανώς η Γερμανία, οι χώρες της Μπενελούξ και η Αυστρία – βρίσκονται πιο κοντά στο να ικανοποιήσουν τις συνθήκες που ευνοούν ένα κοινό νόμισμα απ’ ότι η ΕΕ ως σύνολο. Και αυτή τη στιγμή έχουν το αντίστοιχο ενός κοινού νομίσματος. Η Αυστρία και οι τρεις της Μπενελούξ έχουν, για κάθε σκοπό, συνδέσει τα νομίσματά τους με το γερμανικό μάρκο. Ωστόσο, αυτές οι χώρες διατηρούν τις κεντρικές τους τράπεζες και, συνεπώς, μπορούν να σπάσουν τον σύνδεσμο εάν το επιθυμούν. Όποια χώρα θέλει να συνδεθεί πιο στενά με το μάρκο, μπορεί να το κάνει από μόνη της, απλά αντικαθιστώντας την κεντρική της τράπεζα με μια επιτροπή νομίσματος, όπως έχουν κάνει κάποιες χώρες (όπως η Εσθονία) έξω από την ΕΕ.
Η ώθηση για το ευρώ κινητοποιείται από την πολιτική και όχι από την οικονομία. Το σχέδιο είναι να συνδεθεί η Γερμανία και η Γαλλία τόσο στενά, ώστε ένας μελλοντικός ευρωπαϊκός πόλεμος να είναι αδύνατος, και για να δημιουργηθούν οι βάσεις για ομοσπονδιακές Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης. Πιστεύω πως η υιοθέτηση του ευρώ θα είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Θα επιδείνωνε τις πολιτικές εντάσεις μετατρέποντας τα διαφορετικά σοκ που θα μπορούσαν με ετοιμότητα να αντιμετωπιστούν από την αλλαγή στην ισοτιμία σε διχαστικά πολιτικά προβλήματα. Η πολιτική ένωση μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για τη νομισματική ένωση. Η νομισματική ένωση, επιβεβλημένη υπό δυσμενείς συνθήκες, θα αποδειχτεί εμπόδιο για την επίτευξη πολιτικής ένωσης.
To άρθρο αυτό είχε γραφτεί από τον αείμνηστο M.Friedman το 1997.