Οι επενδυτές που παρακολουθούν εμμονικά την ελληνική κρίση τα τελευταία χρόνια, έχασαν μία άλλη που ξεσπά στην Κίνα, η οποία είναι χίλιες φορές χειρότερη από αυτήν της Ελλάδας.
Η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, ακόμη υπό ανάπτυξη 7% (επισήμως) και με μεγάλα αποθέματα ξένου συναλλάγματος. Η Ελλάδα είναι μια μικροσκοπική οικονομία που πασχίζει να βγει από τον βάλτο της χειρότερης ύφεσής της από τη δεκαετία του 1930, και με το ζόρι παραμένει ακόμη στην ευρωζώνη.
Οι δύο οικονομίες, ωστόσο, έχουν ένα κοινό.
Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες μοιράζονται ένα ημισοβιετικό οικονομικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο μεγάλο μέρος της οικονομίας παραμένει υπό τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο της κεντρικής και τοπικής κυβέρνησης, περιορίζοντας τις οικονομικές ελευθερίες.
Και στις δύο χώρες το κράτος δραστηριοποιείται σε «στρατηγικούς τομείς», στις τηλεπικοινωνίες, τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, τις μεταφορές και την ενέργεια – ως ρυθμιστής, ιδιοκτήτης, χρηματοδότης, επιχειρηματίας και διαχειριστής.
Η ενεργή εμπλοκή του κράτους σε αυτούς τους τομείς έχει επιτρέψει σε αντιπαραγωγικές επιχειρήσεις να συντηρηθούν, αν και περισσότερο στην Κίνα, όπου το κράτος είναι ο ξεκάθαρος ιδιοκτήτης των Δημόσιων Επιχειρήσεων των Τοπικών Επιχειρήσεων, παράγοντας προϊόντα όπως χάλυβα, απορρυπαντικά, αλουμίνιο και χαρτί υγείας.
Η κυβέρνηση είναι επίσης ενεργή στον τραπεζικό τομέα, και στις δύο χώρες – ελέγχοντας σχεδόν κάθε μεγάλη τράπεζα και κατανέμοντας τις πιστώσεις μέσω πολιτικών και αποφάσεων και όχι μέσω των αγορών.
Η ενεργή παρέμβαση του κράτους στην οικονομία – και κυρίως η ταυτόχρονη ιδιοκτησία από το κράτος των τραπεζών, των ασφαλιστικών ταμείων και των κοινών επιχειρήσεων – έχει δημιουργήσει μια παράδοξη κατάσταση, όπου και ο πιστωτής και ο οφειλέτης αποτελούν παρακλάδια του κράτους.
Και αυτή είναι μία κατάσταση που πολλαπλασιάζει τους κινδύνους και ενισχύει την αβεβαιότητα σε ολόκληρη την οικονομία – με δύο τρόπους.
Πρώτον, η ιδιοκτησία των τραπεζών από το κράτος μετατρέπει τους τραπεζίτες σε «τραπεζίτες άβακα» – απλά τυπικούς επιτηρητές των ροών χρημάτων προς και από τις τράπεζες, αντί να είναι πραγματικοί τραπεζίτες, εκτιμητές και διαχειριστές των διαφόρων κινδύνων που σχετίζονται με τις τραπεζικές συναλλαγές.
Το αποτέλεσμα; Οι τράπεζες καταλήγουν με βουνά μη εξυπηρετούμενων δανείων, απομυζώντας πολύτιμους πόρους σε έμμεσες και άμεσες διασώσεις.
Δεύτερον, η ιδιοκτησία από το κράτος και του πιστωτή και του οφειλέτη, συγκεντρώνει αντί να μοιράζει τον πιστωτικό κίνδυνο, δημιουργώντας την πιθανότητα μιας συστημικής κατάρρευσης – όπως τόσο παραστατικά επιβεβαίωσε η ελληνική κρίση.
Αυτό είναι που κάνει το κοινό μέλλον μεταξύ των δύο οικονομικών τρομακτικό.
Ο λόγος που το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους είχε τόσο μεγάλη επίδραση στην ελληνική οικονομία είναι πως οι ελεγχόμενες από το κράτος τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία ήταν οι πιστωτές του γενικού κράτους και των κρατικών επιχειρήσεων. Και το κούρεμα μετέφερε τις απώλειες από το ένα τμήμα του κράτους στο άλλο.
Με απλά λόγια, το ένα χέρι του κράτους δανείζει χρήματα στο άλλο χέρι του κράτους, και όλοι είναι χαρούμενοι, μέχρις ότου να πρέπει κάποιος να πληρώσει τον λογαριασμό. Τότε τα πράγματα γίνονται άσχημα.
Αυτό συνέβη στην Ελλάδα το 2011, όταν το ημισοβιετικό μοντέλο της χώρας κατέρρευσε, συμπαρασύροντας ένα μεγάλο και διεφθαρμένο κράτος που δεν είχε τους πόρους για να χρηματοδοτήσει τους πολλαπλούς ρόλους του στην οικονομία. Με αυτόν τον τρόπο οι έλληνες συνταξιούχοι κατέληξαν να στήνονται σε τεράστιες ουρές έξω από τα ΑΤΜ.
Τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα στην Κίνα όταν μιλάμε για την πιθανότητα μιας κρίσης συστημικού κινδύνου.
Οι ελεγχόμενες από το κράτος τράπεζες δανείζουν χρήματα απευθείας σε δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούν συνήθως ως φορείς κοινωνικής πρόνοιας, και στους φορείς ανάπτυξης γης, που βρίσκονται πίσω από την «επενδυτική» φούσκα, μία από τις μηχανές της κινεζικής οικονομίας.
Τώρα, αναλογιστείτε το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας σε σύγκριση με την κινεζική οικονομία. Μπορείτε να δείτε γιατί μία χρηματοπιστωτική κρίση στην Κίνα θα μπορούσε να είναι μία ελληνικού τύπου κρίση σε μεγάλη κλίμακα, αποσταθεροποιώντας τις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές, καθώς το καθεστώς της χώρας θα προσπαθήσει να εξάγει την κρίση μέσω υποτίμησης του νομίσματος.
Οι επενδυτές σε όλον τον κόσμο μόλις πήραν μια γεύση για το τι σημαίνει αυτό για τα νομίσματα, τα προϊόντα και τις μετοχές.