Η καταστροφή της εικόνας της Volkswagen παγκοσμίως ήταν άμεση. Το οικονομικό χτύπημα – σε πρόστιμα, μηνύσεις και χαμένες πωλήσεις – για τον μεγαλύτερο κατασκευαστή αυτοκινήτων του κόσμου θα πάρει χρόνια να αναπληρωθεί.
Όμως ενώ η VW αντιμετωπίζει μιαν υπαρξιακή κρίση, το σκάνδαλο της αυτοκινητοβιομηχανίας θα μπορούσε να έχει βαθύτερες επιπτώσεις, όπως για τη Γερμανία, αλλά και την ΕΕ, και τον παγκόσμιο αυτοκινητιστικό τομέα γενικότερα.
Είναι πολύ νωρίς να προβλέψουμε το εύρος των επιπτώσεων της υπονόμευσης των δοκιμών εκπομπών καυσαερίων σε κάποια μοντέλα ντίζελ Volkswagen και Audi.
Με λίγα λόγια, η Volkswagen φέρεται να έχει παραδεχτεί πως τοποθέτησε λογισμικό σε 11 εκατομμύρια αυτοκινήτων ντίζελ που έχουν πουληθεί παγκοσμίως, το οποίο μπορούσε να χαμηλώσει τις εκπομπές υποξειδίου του αζώτου όταν το πρόγραμμα αντιλαμβανόταν ότι τα οχήματα δοκιμάζονταν σε εργαστήριο, αλλά να κλείνουν αυτούς τους ελέγχους – με αποτέλεσμα υψηλότερες εκπομπές (έως 40 φορές περισσότερο από το επιτρεπόμενο όριο), αλλά και καλύτερη επίδοση και αποδοτικότητα των καυσίμων, λένε οι ειδικοί – υπό κανονικές συνθήκες οδήγησης στον δρόμο.
Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία παραπαίει από τη στιγμή που έγινε γνωστή η πλήρης κλίμακα της απάτης της. Ο διευθύνων σύμβουλος της Volkswagen, αρνούμενος προσωπική γνώση αλλά αναλαμβάνοντας την ευθύνη, παραιτήθηκε, ενώ σύμφωνα με πηγές ένας αριθμός ανώτερων στελεχών θα απολυθούν άμεσα. Η εταιρεία, της οποίας οι μετοχές έχασαν το ένα τρίτο της αξίας τους, έχει προσλάβει τη νομική εταιρεία που εκπροσώπησε την BP μετά την καταστροφή της έκρηξης στο Deepwater Horizon.
Η απάτη της Volkswagen ανακαλύφθηκε πέρυσι από ένα εργαστήριο στη Δυτική Βιρτζίνια, που είχε αναλάβει να κάνει δοκιμές από μια ομάδα υπέρ της καθαρής ενέργειας. Μόλις πρόσφατα όμως η εταιρεία παραδέχτηκε πως χρησιμοποιούσε λογισμικό παραποίησης των εκπομπών.
Η Volkswagen έχει αφήσει στην άκρη περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια για να αντιμετωπίσει αυτήν την κρίση, όμως αυτά μάλλον δε θα είναι αρκετά.
Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε πως θα ζητήσουν ποινές 37.500 δολαρίων για κάθε όχημα που πουλήθηκε νότια των συνόρων και με 480.000 αυτοκίνητα να έχουν αγοραστεί εκεί, τα πρόστιμα μπορεί να ξεπεράσουν τα 18 δισεκατομμύρια δολάρια. Την ίδια στιγμή, οι αρχές στη Γερμανία και σε κάποιες άλλες χώρες έχουν ανακοινώσει πως θα ξεκινήσουν τις δικές τους έρευνες.
Στη συνέχεια, υπάρχουν και οι αγωγές ταξικής κλάσης. Όλοι, από τους ιδιοκτήτες της Volkswagen μέχρι τους ιδιοκτήτες αντιπροσωπειών και μέχρι τους μετόχους της εταιρίας, μπορούν να ισχυριστούν πως δέχτηκαν ζημίες.
Υπάρχει, επίσης, ανησυχία πως το σκάνδαλο θα μπορούσε να βλάψει την οικονομία της Γερμανίας, όπου η Volkswagen απασχολεί περισσότερους 270.000 εργαζόμενους, κάτι που θα γίνει αισθητό σε ολόκληρη την ΕΕ.
Την ίδια στιγμή, το λογισμικό παραποίησης της Volkswagen δεν είναι καθόλου καινούρια εφεύρεση. Διάφορες κατασκευάστριες αυτοκινήτων έχουν δεχθεί πρόσθημα από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν προσπάθησαν, πιο πρόσφατα με ψηφιακό τρόπο, να παρακάμψουν τα στάνταρντ της αποδοτικότητας των καυσίμων και της εκπομπής καυσαερίων, σύμφωνα με παρατηρητές της βιομηχανίας.
Μία εξέχουσα ομάδα υπεράσπισης, η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία για τις Μεταφορές και το Περιβάλλον, αποκαλεί τη Volkswagen απλά «κορυφή του παγόβουνου», λέγοντας πως οι απάτες στα τεστ των καυσαερίων είναι διαδεδομένες, μια κατηγορία που η βιομηχανία αρνείται σθεναρά.
Σε κάθε περίπτωση, ένα από τα αποτελέσματα του σκανδάλου θα μπορούσε να είναι το τέλος των δοκιμών αποκλειστικά σε συνθήκες εργαστηρίου, ώστε να διαπιστώνεται η συμμόρφωση με τους κανονισμούς της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Όσο για τη Volkswagen, είναι άγνωστο τι θα κάνει για να φέρει τα οχήματά της στα επιτρεπόμενα όρια, όμως η εταιρεία έχει μπροστά της ένα βουνό στο ύψος του Έβερεστ, το οποίο θα πρέπει να ξεπεράσει εάν θέλει να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη στη μάρκα της.