Η χρήση-ρεκόρ των αποθεμάτων της σε ξένο συνάλλαγμα από την Κίνα αποδεικνύεται καταλυτική για τις υπερβολικές μεταβολές των τιμών στις νομισματικές αγορές σε όλον τον κόσμο.
Η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας περιέκοψε τα αποθέματά της όσο ποτέ άλλοτε, για να ενισχύσει το γιουάν ύστερα από την αναπάντεχη υποτίμησή του τον Αύγουστο. Έχει χρησιμοποιήσει κοντά στο μισό τρισεκατομμύριο δολάρια από τα μέσα του περασμένου έτους, κάτι που αντιστοιχεί στο διπλάσιο του μεγέθους της οικονομίας της Ελλάδας, και στερεύσει μια σημαντική πηγή ρευστότητας για τις παγκόσμιες αγορές.
Οι μεταβολές στις συναλλαγματικές ισοτιμίες απάντησαν σημειώνοντας το υψηλότερο μέσο όρο τον περασμένο μήνα από το 2011. Και η πίεση δείχνει ελάχιστα σημάδια υποχώρησης, καθώς οι κεντρικές τράπεζες σε άλλες χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου ακολουθούν το παράδειγμα της Κίνας εν μέσω της πτώσης στις τιμές των προϊόντων και την προοπτική μιας αύξησης των αμερικανικών επιτοκίων που θα ενισχύσει το δολάριο.
«Καθώς η ρευστότητα των κεντρικών τραπεζών ελαττώνεται, η αστάθεια τείνει να αυξάνεται» είπε ο Robert Sinche, αναλυτής στη Amherst Pierpont Securities στο Στάμφορντ του Κονέκτικατ, ο οποίος υπήρξε επικεφαλής στρατηγικής επιτοκίων, συναλλαγμάτων και προϊόντων στη Bank of America κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Οι «στενότερες συνθήκες ρευστότητας» καθώς η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ετοιμάζεται να ενεργήσει, μαζί με την πτώση στα αποθέματα της Κίνας, αποτελούν «συνταγή μεταβλητότητας» είπε.
Ενώ μια τέτοια μεταβλητότητα αποτελεί ευκαιρία για τους εμπόρους συναλλάγματος να κερδίσουν χρήματα, επίσης υπογραμμίζει τα προβλήματα που ακολουθούν τις παγκόσμιες οικονομίες, ιδιαίτερα αυτές που εξαρτώνται από την εξαγωγή πρώτων υλών στην ταλαιπωρημένη Κίνα.
Στα τέλη του Αυγούστου, το δολάριο Νέας Ζηλανδίας πραγματοποίησε προσωρινά τη μεγαλύτερη πτώση του στα τελευταία 30 χρόνια, εν μέσω ενδείξεων πως η ρευστότητα στο συγκεκριμένο νόμισμα στερεύει. Οι νομισματικές μεταβολές μπορούν να αντικατοπτρίσουν και καλά νέα: το ρίνγκιτ της Μαλαισίας γνώρισε τη μεγαλύτερη ενίσχυση από το 1998 την Τετάρτη, καθώς το έθνος ανέφερε μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα.
Η Κίνα μείωσε τα αποθέματά της κατά 179,7 δισεκατομμύρια δολάρια μέσα σε τρεις μήνες, μέχρι τον Σεπτέμβριο, φτάνοντας τη μείωση από το ξεκίνημά της τον Ιούλιο στα 480 δισεκατομμύρια δολάρια, ή στο 12% του συνόλου. Είχε χρειαστεί χρόνια για να συγκεντρώσει τα αποθέματά της, τα οποία, στα 3,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, συνεχίζουν να είναι τα μεγαλύτερα του κόσμου.
Ο δείκτης παγκόσμιας μεταβλητότητας της JPMorgan Chase & Co αναρριχήθηκε στο 11,3% στις 7 Σεπτεμβρίου, πλησιάζοντας το ζενίθ του Ιανουαρίου και περισσότερο από το διπλάσιο από το χαμηλότερο επίπεδο ημέρας του 5,3% τον Ιούλιο του περασμένου έτους. Η μέτρηση είχε μέσο όρο 11% τον Σεπτέμβριο, το υψηλότερο από τον Δεκέμβριο του 2011.
(2)
«Η μείωση των αποθεμάτων στην Κίνα είναι ένα ακόμη δείγμα της ανησυχίας των ίδιων των κινέζων, και εάν ισχύει αυτό, τότε μάλλον όλοι θα πρέπει να ανησυχήσουμε λίγο» είπε ο Sean Callow, αναλυτής νομισματικής στρατηγικής στη Westpac Banking Corp στο Σύδνεϋ. «Είναι μια μεγάλη μεταβολή η μεταφορά σε ένα περιβάλλον όπου τόσες πολλές κεντρικές τράπεζες μειώνουν τα αποθέματά τους για να προστατέψουν τα νομίσματά τους.»
Η Τράπεζα της Ρωσίας έχει χρησιμοποιήσει περίπου 160 δισεκατομμύρια δολάρια, ή το ένα τρίτο των αποθεμάτων της, μέσα στα τελευταία δύο χρόνια για να στηρίξει το ρούβλι, το οποίο παρ’ όλα αυτά βυθίστηκε χαμηλότερα από ποτέ τον Δεκέμβριο. Τα έθνη της Νοτίου Αμερικής έχουν χρησιμοποιήσει λιγότερα χρήματα, παρ’ ότι η Βενεζουέλα, η Παραγουάη και το Εκουαδόρ έχουν μειώσει τα αποθέματά της κατά περισσότερο από 9% τους τελευταίους 12 μήνες.
Η εξάντληση των αποθεμάτων είναι ένας από τους τρόπους που οι κεντρικές τράπεζες τροφοδοτούν τις μεταβολές στα παγκόσμια συναλλάγματα. Επτά μήνες πριν από την υποτίμηση της Κίνας, η Ελβετική Εθνική Τράπεζα απέσυρε το όριο της συναλλαγματικής ισοτιμίας, στέλνοντας το φράγκο σε πρωτοφανή ύψη.
Και παρ’ ότι οι έμποροι έχουν αναβάλει τα στοιχήματά τους για το πότε η Fed θα σφίξει την πολιτική της, η προοπτική του υψηλότερου κόστους δανεισμού στη μεγαλύτερη οικονομία, κάνει τα νομίσματα των αναπτυσσόμενων χωρών πιο αδύναμα και κρατά τις αγορές σε αστάθεια.
Ο Anshu Jain, πρώην συνδιευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank, είπε αυτήν την εβδομάδα πως τα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία γενικότερα κατευθύνονται προς μια μεγαλύτερη μεταβλητότητα, αναφερόμενος στα επιτόκια. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποίησε στην τελευταία Έκθεση Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας πως τα λάθη πολιτικής των κεντρικών τραπεζών απειλούν να εκτροχιάσουν την παγκόσμια οικονομία.