Είναι σπάνια η βιομηχανία στις μέρες μας που δεν κινδυνεύει να ανατραπεί από την ψηφιακή τεχνολογία. Η Amazon, έχοντας εκτοπίσει τα βιβλιοπωλεία, ξεκινά την επίθεση για τον υπόλοιπο τομέα των λιανικών πωλήσεων. Στις μεταφορές, η Uber προσπερνά τις παραδοσιακές εταιρείες ταξί, ενώ η Airbnb υπονομεύει τα θεμέλια της ξενοδοχειακής βιομηχανίας. Την ίδια στιγμή, τα smartphones μεταμορφώνουν τον τρόπο που επικοινωνούμε και ανατρέπουν τον τρόπο που ανακαλύπτουμε και στηρίζουμε επιχειρήσεις.
Κατά συνέπεια, δεν προκαλεί έκπληξη που οι επιχειρήσεις τραπεζικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών δεν είναι ασφαλείς από τις τεράστιες αλλαγές που επιφέρει η τεχνολογική καινοτομία. Πράγματι, την τελευταία δεκαετία, οι ψηφιακές startups διεισδύουν σε τομείς που κυριαρχούνται παραδοσιακά από τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετοί λόγοι να πιστέψουμε πως ο χρηματοπιστωτικός κλάδος θα αποδειχτεί ανθεκτικός.
Σήμερα, μπορεί κανείς να στείλει χρήματα στην άλλη πλευρά μιας χώρας – ή του κόσμου – πατώντας απλά κουμπιά σε μια εφαρμογή, χωρίς να αλληλεπιδράσει ποτέ με παραδοσιακή εταιρεία χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Τα εμβάσματα στο εξωτερικό και μόνο, τα οποία η Παγκόσμια Τράπεζα υπολογίζει να αγγίζουν συνολικά τα 586 δισεκατομμύρια δολάρια για φέτος, αντιπροσωπεύουν μια τεράστια ευκαιρία ανάπτυξης για εταιρείες που ανταγωνίζονται τις τράπεζες στη μεταφορά χρημάτων.
Την ίδια στιγμή, αυτοί οι επίδοξοι ταραχοποιοί προσφέρουν ευκαιρίες αποταμίευσης και επένδυσης – το κέντρο των λειτουργιών των παραδοσιακών τραπεζικών οργανισμών. Startups όπως η Acorns – μια εφαρμογή που δρομολογεί αυτόματα ένα μερίδιο καθημερινών αγορών σε ένα προεπιλεγμένο επενδυτικό χαρτοφυλάκιο – πραγματοποιούν ταχείες επιδρομές σε μιαν εξαιρετικά ανταγωνιστική αγορά.
Η Acorns, η οποία ξεκίνησε το 2014, ήδη διαχειρίζεται περισσότερους από 650.000 επενδυτικούς λογαριασμούς. Η εταιρεία – και άλλες παρόμοιες – δεν εισέρχονται απλά στην αγορά, οι απλοποιημένες διαδικασίες επένδυσης και αποταμίευσης που προσφέρουν τη διευρύνουν και τη μεταμορφώνουν. Σύμφωνα με έρευνα από την εταιρεία ψηφιακών διαφημίσεων Fractl, περίπου 85% της γενιάς του 2000 αποταμιεύουν ποσοστό του μισθού τους – ένα ποσοστά μεγαλύτερο από της προηγούμενης γενιάς.
Οι δανεισμοί, επίσης, έχουν μεταμορφωθεί από την τεχνολογία. Η χρηματοδότηση από τον κόσμο και τα σχήματα δανεισμού peer-to-peer προσφέρουν στους δανειολήπτες την ευκαιρία να αντιπαρέλθουν πολλά από τα εμπόδια του παραδοσιακού τραπεζικού συστήματος – συμπεριλαμβανομένων, σε κάποιες περιπτώσεις, των απαιτήσεων εγγύησης και των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας.
Σύμφωνα με την ερευνητική εταιρεία Massolution, η αγορά του crowdfunding έχει μεγαλώσει εκθετικά, από τα 880 εκατομμύρια δολάρια το 2010 στα 16,2 δισεκατομμύρια δολάρια το 2014. Ο όγκος του crowdfunding παγκοσμίως αναμένεται να διπλασιαστεί φέτος, ξεπερνώντας τα 34 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2016, το crowdfunding αναμένεται να παρέχει περισσότερες χρηματοδοτήσεις από το παραδοσιακό επιχειρηματικό κεφάλαιο.
Ακόμη και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που χαρακτηρίζονται παραδοσιακά από την κατά πρόσωπο επικοινωνία με τους πελάτες, όπως οι τραπεζικές υπηρεσίες επενδυτικών συμβουλών, έχουν επηρεαστεί. Όταν η Google πραγματοποίησε την αρχική της δημόσια προσφορά το 2004, επέλεξε να προσπεράσει τον τομέα των τραπεζικών επενδύσεων, ο οποίος παραδοσιακά εξασφαλίζει τη διαδικασία δημοσιοποίησης μιας εταιρείας. Αντ’ αυτού, η εταιρεία επέλεξε μιαν ηλεκτρονική δημοπρασία στην οποία μπορούσε να συμμετάσχει οποιοσδήποτε. Άλλες εταιρείες – όπως η εταιρεία χρηματοπιστωτικών ερευνών Morningstar – έχουν ακολουθήσει το παράδειγμά της. Ενώ αυτές οι προσπάθειες ανατροπής των μετοχικών αγορών δεν έχουν ακόμη αποκτήσει ευρεία απήχηση, η ύπαρξή τους αποτελούν ενδείξεις των ευκαιριών για την αναδιοργάνωση αυτού του τομέα.
Θα ήταν ωστόσο πολύ νωρίς να συμπεράνουμε πως το παραδοσιακό τραπεζικό σύστημα έχει υποχωρήσει μπροστά στις νέες χρηματοπιστωτικές πλατφόρμες. Πολλοί από τους νεοεισαχθέντες έχουν επωφεληθεί από πλεονεκτήματα που δύσκολα θα διατηρούνταν εάν επέλεγαν να αυξήσουν την κλίμακα του μεγέθους και της σημαντικότητας.
Το παραδοσιακό τραπεζικό σύστημα υποβάλλεται σε ενδελεχή επίβλεψη, και οι κανονισμοί έχουν γίνει ακόμη πιο αυστηροί τα τελευταία χρόνια, καθώς οι κανονιστικές αρχές αντέδρασαν στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 αυστηροποιώντας τους κανονισμούς για τα ποσοστά μόχλευσης και τις απαιτήσεις γνώσης του πελάτη. Πολλοί νέοι στον τομέα έχουν δημιουργήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αποφεύγοντας όρια πέραν των οποίων θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν ουσιαστικό ρυθμιστικό έλεγχο και προϋποθέσεις.
Αυτό δημιουργεί έναν σημαντικό περιορισμό στο μέγεθος και το είδος των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που μπορούν να προσφέρουν αυτές οι εταιρείες. Αποφεύγοντας τις υπηρεσίες που θα μπορούσαν να προσελκύσουν τον έλεγχο τον χρηματοπιστωτικών αρχών, οι ψηφιακές startups αντιμετωπίζουν ένα φυσικό όριο στο μέγεθός τους στην αγορά. Πράγματι, αυτή η διαρρύθμιση – παρ’ ότι ανεπίσημη – μπορεί να θεωρηθεί ως τρόπος διαχείρισης από τους ρυθμιστές των συστημικών κινδύνων που δημιουργούν οι νέοι εισαχθέντες.
Καθώς η ψηφιακή επανάσταση εξελίσσεται, μεγάλο μέρος του χρηματοπιστωτικού πεδίου στο οποίο οι τεχνολογικές εταιρείες πραγματοποιούν τις μεγαλύτερες εισβολές θα τραβήξει πιο έντονα το ενδιαφέρον των ρυθμιστών. Αυτό θα ευνοήσει τους κατεστημένους παίκτες. Ως αποτέλεσμα, η επίθεση της ψηφιακής επανάστασης στην παραδοσιακή τραπεζική βιομηχανία δεν είναι σε καμία περίπτωση ανυπέρβλητη. Στον οικονομικό τομέα, τουλάχιστον, οι τεχνολογικές εταιρείες δε θα πρέπει να θεωρούνται απλά ως απειλή, αλλά ως πηγή καινοτομίας που ενισχύει την παραγωγικότητα.