Το κοιμισμένο χωριό Σένγκεν του Λουξεμβούργου, το μέρος όπου συμφωνήθηκε η χωρίς σύνορα ζώνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πήρε το όνομα του χωριού το 1975, αποτελεί σύμβολο του πόσο ευχάριστη μπορεί να είναι μια Ευρώπη χωρίς σύνορα. Από το κέντρο του χωριού, είναι 1 χιλιόμετρο, περνώντας τη γέφυρα πάνω από τον ποταμό Mosel, έως τη Γερμανία, και 2 χιλιόμετρα κατά μήκος του ίδιου ποταμού μέχρι τη Γαλλία. Το τοπικό κρασί Coteaux de Schengen παρασκευάζετε από σταφύλια που καλλιεργούνται και στις τρεις χώρες.
Από την εργατική δύναμη του Λουξεμβούργου, 44% – περίπου 150.000 άνθρωποι – ταξιδεύουν από το Βέλγιο στη Γαλλία και τη Γερμανία καθημερινά. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο, οι μετακινούμενοι που διαπερνούν τα σύνορα έφταναν τις 778.000 την τελευταία φορά που καταγράφηκαν αυτού του είδους οι αριθμοί το 2006-07, από τις 490.000 το 1999-2000. Σε ότι αφορά την εναέρια κίνηση, οι αφίξεις εντός της ΕΕ (460 εκατομμύρια) ήταν περίπου τέσσερις φορές μεγαλύτερες από τις αφίξεις από εκτός ΕΕ (125 εκατομμύρια) στα μεγαλύτερα αεροδρόμια της ένωσης το 2012. Αυτή είναι η καθημερινή ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης – η διάσχιση των συνόρων για δουλειά, σπουδές ή ευχαρίστηση έχει γίνει ευκολότερη από ποτέ.
Όλα αυτά έχουν τεθεί υπό αμφισβήτηση από τις δίδυμες προκλήσεις της προσφυγικής κρίσης και των επιθέσεων στο Παρίσι στις 13 Νοεμβρίου. Το γεγονός πως ένα άτομο που φέρει διαβατήριο με το όνομα Ahmad Almohammad, ενός από τους βομβιστές του Stade de France, φέρεται να έχει εισέλθει στην Ευρωπαϊκή Ένωση στη Λέρο της Ελλάδας, έχει συγχωνεύσει τα δύο αυτά θέματα.
Το σύστημα του Σένγκεν και οι προκάτοχοί του (η Σκανδιναβική Ένωση Διαβατηρίων ξεκίνησε το 1954 και οι έλεγχοι διαβατηρίων είχαν σταματήσει μεταξύ των χωρών της Μπενελούξ από το 1970) βασίζονται στην ιδέα πως εάν τα εξωτερικά σύνορα είναι επαρκώς ασφαλισμένα, τα εσωτερικά σύνορα μπορούν να απαλειφτούν. Το δεύτερο κομμάτι αυτού είναι πως από τη στιγμή που εγκλήματα μπορούν να διαπραχθούν επίσης πέραν των συνόρων, η συνεργασία μεταξύ των αστυνομικών δυνάμεων θα πρέπει επίσης να ενισχυθεί για να αντιμετωπιστεί αυτή η απειλή. Επιπλέον, ο κανονισμός του Δουβλίνου ορίζει πως η χώρα όπου ένας πρόσφυγας μπαίνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι και η χώρα όπου θα πρέπει να ζητήσει άσυλο.
Η εμπιστοσύνη είναι απαραίτητη υπό αυτό το σύστημα. Οι σουηδοί θα πρέπει να είναι βέβαιοι πως οι έλληνες ελέγχουν επαρκώς τους ανθρώπους που μπαίνουν στην επικράτειά τους, οι γάλλοι πρέπει να ξέρουν πως οι βέλγοι διερευνούν τους υπόπτους τρομοκρατίας και τους μεταφέρουν τις σχετικές πληροφορίες, και η Πολωνία χρειάζεται να γνωρίζει πως οι πρόσφυγες στις βάρκες που διασχίζουν τη Μεσόγειο υποβάλουν αιτήσεις ασύλου στην Ιταλία.
Το πρόβλημα είναι πως κανένα από αυτά τα στοιχεία δε φαίνεται να δουλεύει σωστά πια, και η εμπιστοσύνη έχει δοκιμαστεί σοβαρά. Η αντίδραση πολλών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι απλά να καταφεύγουν σε συστήματα του παρελθόντος – να χτίζουν φράχτες στα σύνορα και να τοποθετούν και πάλι φυλάκια, και να αναστέλουν προσωρινά το Σένγκεν θέτοντας το μέλλον του υπό αμφισβήτηση. Ωστόσο, αυτό δεν επιλύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη.
Πρώτον, η επαναφορά των ελέγχων δημιουργεί ένα χάος για όσους χρειάζονται να διαπεράσουν τα σύνορα σε καθημερινή βάση, δημιουργώντας τεράστια συμφόρηση. Περισσότεροι από 700.000 άνθρωποι θα ταλαιπωρούνται καθημερινά, πολλοί περισσότεροι σε εβδομαδιαία ή μηνιαία βάση.
Δεύτερον, το να αφεθούν οι χώρες του νότου της Ευρώπης να αντιμετωπίσουν μόνες τους τη ροή των προσφύγων δεν είναι λύση. Πρωτοφανείς αριθμοί έχουν ήδη καταφτάσει μέσα στο 2015 και το να αφεθούν οι υπερφορτωμένες χώρες να τους διαχειριστούν επίσης δεν είναι απάντηση, ούτε για τις χώρες αυτές ούτε για τους αιτούντες ασύλου.
Τρίτον, η απειλή της τρομοκρατίας βρίσκεται ήδη εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πλειοψηφία των δραστών του Παρισιού που έχουν ταυτοποιηθεί είχαν γεννηθεί στην Ευρώπη. Οι βομβιστές του Λονδίνου το 2005, παρομοίως, ήταν ντόπιοι. Μετά το Παρίσι, η ολλανδική κυβέρνηση έχει προτείνει ένα «μίνι-Σένγκεν», όμως με τις συνέπειες των επιθέσεων του Παρισιού να εστιάζουν στο Βέλγιο, κάτι τέτοιο θα κρατούσε τους τρομοκράτες μέσα και όχι έξω.
Ο πρώην γενικός γραμματέας της InterpolRonaldKNoble, γράφοντας στους New York Times, αποκαλεί το σύστημα του Σένγκεν «πανό καλωσορίσματος της Ευρώπης για τους τρομοκράτες», όμως δεν είναι έτοιμος να ζητήσει την επιβολή συνοριακών ελέγχων μεταξύ του Αϊντάχο και του Γουαϊόμινγκ. Αυτό οφείλεται στο ότι οι ΗΠΑ έχουν τον μηχανισμό – την περιπολία συνόρων των ΗΠΑ και το FBI – που κάνει την ένωση χωρίς σύνορα των πολιτειών να λειτουργεί. Τα αντίστοιχα του Σένγκεν – η εταιρεία φύλαξης συνόρων Frontex και το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) που διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αστυνομικών σωμάτων στην ΕΕ – είναι αδύναμα και ατελή συγκριτικά. Την ίδια στιγμή, ο κανονισμός του Δουβλίνου, ο οποίος μπορεί να είχε λογική με μικρούς αριθμούς ανθρώπων να αιτούνται άσυλο, ήταν ήδη καταιγιστικά ανεπαρκής για να αντιμετωπίσει τη μετανάστευση από τη Λιβύη, πόσο μάλλον από τη Συρία.
Η λύση δεν είναι η εγκατάλειψη του Σένγκεν, αλλά η ενίσχυση των συστημάτων του. Μια συνοριακή δύναμη της ΕΕ, μια πραγματική ερευνητική εταιρεία της ΕΕ, και ένα μόνιμο σύστημα επιμερισμού ποσοστών που θα αντικαταστήσει τη ρύθμιση του Δουβλίνου, είναι το ελάχιστο από αυτό που χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. Εάν δε συμβούν αυτά, οι συνέπειες των πολέμων στη γειτονιά της Ευρώπης, και η εγχώρια τρομοκρατία, θα συνεχίσουν να θέτουν ένα βασικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θανάσιμο κίνδυνο.