Η πρακτικότητα του σχεδίου του κοινού νομίσματος της Ευρώπης έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση πολλές φορές στη σύντομη ζωή του.
Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, έχει έναν άνθρωπο να ευχαριστεί για την ανθεκτικότητά του. Ήταν η δέσμευση του Μάριο Ντράγκι, προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, να κάνει «ότι χρειαστεί» για να σώσει το ευρώ το 2012 αυτή που κράτησε ανέπαφη τη νομισματική ένωση, σύμφωνα με τους οικονομολόγους.
Νωρίτερα φέτος, και πάλι πραγματοποίησε τα προσδοκώμενα. Η ανακοίνωση ενός προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης 60 δισεκατομμυρίων ευρώ μηνιαίως έχει βοηθήσει στη μείωση του κόστους δανεισμού στην ευρωζώνη, σύμφωνα με ανάλυση της κεντρικής τράπεζας.
Την Πέμπτη, έριξε έναν ακόμη κανονιοβολισμό. Μια περικοπή επιτοκίου και η υπόσχεση να συνεχίσει την ποσοτική χαλάρωση για μεγαλύτερο διάστημα έχουν προσφέρει στους πολιτικούς της ευρωζώνης μία ακόμη ευκαιρία να αντιμετωπίσουν τα δομικά ελαττώματα στις οικονομίες τους.
Παρ’ όλες τις προσπάθειες του κ. Ντράγκι, ωστόσο, είναι πιθανό η ευρωζώνη να έχει ήδη χάσει την ευκαιρία της να ανακάμψει.
Η τελευταία πολιτική κίνηση της ΕΚΤ έφτασε περίπου οκτώ χρόνια μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, σε ένα σημείο που η ευρωζώνη δείχνει να χρειάζεται ακόμη περισσότερη ενισχυτική πολιτική.
Ενώ οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πλέον κοντά στο να χρειάζονται αυστηρότερη πολιτική – με τις αυξήσεις επιτοκίων να πλησιάζουν, ιδιαίτερα για την Αμερική – η ευρωζώνη δεν κατάφερε να επιδιορθωθεί χρηματοπιστωτικά κατά την ίδια περίοδο.
Οι παρατηρητές της κεντρικής τράπεζας λένε πως όταν η ΕΚΤ ξεκινήσει τελικά να αυξάνει τα επιτόκια, είναι πιθανό να έχουμε μπει στην επόμενη δεκαετία. Η ΕΚΤ θα είναι πολύ τυχερή αν καταφέρει να αποφύγει μία νέα ύφεση προτού αποκτήσει την ευκαιρία να αυξήσει τα επιτόκια όπως πρέπει.
Παρά την περισσότερη χρηματοπιστωτική ώθηση, οι ηγέτες της Ευρώπης δε δείχνουν να έχουν εκμεταλλευτεί την ανάσα που τους προσφέρεται.
Ο Άξελ Βέμπερ, ο πρώην πρόεδρος της γερμανικής Bundesbank, άφησε να εννοηθεί φέτος στο Νταβός πως οι πολιτικοί παράγοντες είχαν χάσει μια χρυσή ευκαιρία «να κάνουν αυτό που είναι απαραίτητο».
Πέρυσι υπήρχε ένα «πιο ευνοϊκό περιβάλλον» και μια «καλή ευκαιρία» είπε ο Βέμπερ. Ωστόσο, προσέθεσε: «Δεν το έκανα και τώρα τα προβλήματα επέστρεψαν».
Οι πολιτικοί παράγοντες θα μπορούσαν να έχουν εκμεταλλευτεί αυτήν την περίοδο για να αντιμετωπίσουν τα διαρθρωτικά αίτια των υψηλών επιπέδων ανεργίας, και την έλλειψη ευελιξίας σε άλλες αγορές, υποστήριξε.
Οι προβληματισμοί του κ. Βέμπερ δεν είναι ασυνήθιστοι και πολλοί πιστεύουν πως οι συνέπειες της κακής διαχείρισης της τελευταίας κρίσης θα έχουν επιπτώσεις μεγάλης διάρκειας. Σε μια πρόσφατη εκδήλωση της ΕΚΤ, η πλειοψηφία των παραβρισκόμενων συμφώνησαν πως η χρηματοπιστωτική κρίση έχει πλήξει μόνιμα την ευρωζώνη.
Περισσότερο από το ένα τρίτο του κοινού είπε πως το επίπεδο της δραστηριότητας στη νομισματική ένωση έχει βουλιάξει μόνιμα. Οι μισοί υποστήριξαν πως εκτός από τη δραστηριότητα, και η ανάπτυξη έχει επίσης πέσει. Μόλις ένα δέκατο είπε πως δεν υπάρχει μακροπρόθεσμη ζημιά.
Ο Πέτερ Πράετ, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, έχει πει πως η κρίση είχε ως αποτέλεσμα μεγάλες περιόδους ανεργίας και «φαινόμενα υστέρησης», κάτι που σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι έχουν χάσει τις δεξιότητές τους παραμένοντας χωρίς εργασία για πολύ μεγάλο διάστημα, κάτι που τους κάνει μη δυνάμενους να εργαστούν.
Αυτό έχει μειώσει τον εν δυνάμει ρυθμό ανάπτυξης, κάτι που «δημιουργεί φαύλο κύκλο» είπε ο κ. Πράετ. Οι εταιρείες και τα νοικοκυριά περιορίζουν τις δαπάνες και τις επενδύσεις τους καθώς πιστεύουν πως η οικονομία θα αναπτυχθεί πιο αργά.
Από το ξεκίνημα, η ευρωζώνη ήταν ένα σχέδιο που πολλοί θεωρούν πως δεν μπορούσε να λειτουργήσει. Οι οικονομίες που τη σχημάτισαν δεν ήταν επαρκώς εναρμονισμένες, και κανένας κεντρικός τραπεζίτης, όσο προικισμένος κι αν είναι, δε θα μπορούσε να δημιουργήσει πολιτικές που θα ήταν κατάλληλες για όλες.
Ο Michael Cembalest, επικεφαλής στρατηγικής αγορών και επενδύσεων στη JP Morgan, υπολόγισε το 2012 πως από ένα εύρος εντελώς φανταστικών νομισματικών ενώσεων, η δωδεκάδα των μεγαλύτερων μελών της ευρωζώνης θα βρισκόταν μεταξύ των πιο ακατάλληλων. Βάσισε αυτό το συμπέρασμα σε περισσότερους από 100 παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής τους υγείας και την αποτελεσματικότητα των αγορών τους.
Μια ένωση που θα αποτελούταν από όλες τις χώρες που το όνομά τους ξεκινά από το γράμμα «Μ» θα ήταν πιο λογική, ανακάλυψε ο κ. Cembalest. Το ίδιο ισχύει για όλες της πρώην χώρες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κοντά στο 1800, ή μια ανασυνταγμένη Ένωση των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών.
Η άνιση ανάκαμψη της ευρωζώνης έχει επιδεινώσει τα πράγματα. Ενώ η ανεργία έχει επιτέλους ξεκινήσει να πέφτει, αυτή τη στιγμή στο 10,7%, το συνολικό νούμερο κρύβει τις διαφοροποιήσεις που βρίσκονται από κάτω. Το ποσοστό των ανέργων στη Γερμανία είναι ελάχιστα μεγαλύτερο του 6%, ενώ στην Ελλάδα και την Ισπανία περισσότεροι από το ένα τέταρτο όσων θέλουν να έχουν μισθωτή εργασία δεν μπορούν να τη βρουν.
Χρόνια ασυνάρτητων πολιτικών απαντήσεων, σε συνδυασμό με την αποδοχή λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών στη νομισματική ένωση, σημαίνουν πως η ομάδα των χωρών για τις οποίες η ΕΚΤ πρέπει να καθορίσει πολιτική είναι λιγότερο ενοποιημένη από ποτέ.
Ωστόσο, αυτοί που υποφέρουν περισσότερο, δεν είναι πρόθυμοι και να φύγουν. Ο Τζόναθαν Χόπκιν, αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου, είπε: «η Ελλάδα ήταν η μεγάλη δοκιμασία, εάν υπήρχε μια χώρα που θα μπορούσε να πάρει τη μεγάλη απόφαση αυτή ήταν η Ελλάδα αυτό το καλοκαίρι. Όμως έχασαν την ευκαιρία».
Τα μέλη της ευρωζώνης έχουν υπάρξει αναπάντεχα πρόθυμοι να δεχτούν το φάρμακο της λιτότητας που απαιτεί η ΕΕ. Τα εκλογικά σώματα δεν είναι πρόθυμα να επιτρέψουν στους πολιτικούς τους να αυξήσουν τις δαπάνες, φοβούμενα πως θα σπαταλήσουν τα χρήματα.
Καθώς κανείς δεν είναι πρόθυμος να σαλέψει και να εγκαταλείψει το σχέδιο ολοσχερώς, τα μικρότερα μέλη έχουν αφεθεί να υποφέρουν.
«Έχουμε ήδη περάσει επτά χρόνια με αυτό, είναι αξιοσημείωτο» λέει ο κ. Χόπκιν. «Δοθέντων άλλων 10 ετών, εάν τα πράγματα δε βελτιωθούν, δε θα προκαλούσε μεγάλη έκπληξη εάν υπάρξει κάποια μεγάλη αναταραχή.»
Ωστόσο, προς το παρόν, η ευρωπαϊκή κρίση χρέους συνεχίζεται. Κάθε φορά που μια οικονομία φαίνεται να πλησιάζει την κατάρρευση, η πίεση χαλαρώνει ελάχιστα, κρατώντας τη χώρα ένα βήμα μακριά από την αποτυχία.
Παρ’ ότι η ευρωζώνη δεν έχει αποτύχει με ξεκάθαρους όρους – συνεχίζει να κουτσαίνει αδιάκοπα – σίγουρα φαίνεται να έχει απογοητεύσει μεγάλο μέρος της Ευρώπης.