Υπάρχουν πολλοί δρόμοι προς την πολιτική καταστροφή: απληστία, ύβρις, το χάρισμα της δημαγωγίας, και, ίσως ο πιο επικίνδυνος από όλους, φόβος. Όταν οι άνθρωποι πανικοβάλλονται, μπορούν να φτάσουν σε σημεία υστερίας, και η υστερία συχνά οδηγεί σε μαζική βία. Όταν οι πολιτικοί πείθουν τους ανθρώπους πως βρίσκονται σε μάχη ζωής ή θανάτου – και η επιβίωση είναι θέμα «εμείς ή αυτοί» – τα πάντα γίνονται δυνατά.
Ο Αδόλφος Χίτλερ συνδύασε όλα τα στοιχεία της πολιτικής καταστροφής: ύβρις, χάρισμα, απληστία και την ιδέα πως οι «Άριοι» και οι Εβραίοι βρίσκονταν μπλεγμένοι σε μια μάχη για την επιβίωση. Φυσικά, κανείς από τους δημαγωγούς στη Δύση σήμερα – από τον Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες έως τη Μαρίν Λε Πεν ή τον Γκερτ Βίλντερς στην Ευρώπη – δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Χίτλερ. Κανείς τους δεν έχει προωθήσει τη δικτατορία, πόσο μάλλον τις μαζικές δολοφονίες. Σίγουρα ωστόσο αναδεύουν την πολιτική του φόβου.
Ο Τραμπ, από τη μία, επίσης προωθεί την απληστία, καυχούμενος ανοικτά για τον πλούτο του, και έχει κατά κάποιον τρόπο εξευγενίσει μιαν αλλόκοτη ύβρη και μιαν αντιφατική στάση σε μια παράξενη μορφή χαρίσματος. Από τη μία, υπόσχεται να διορθώσει όλα τα προβλήματα του κόσμου και να δείξει στην Κίνα, τη Ρωσία, το Ισλαμικό Κράτος και οποιονδήποτε άλλο ποιος είναι το αφεντικό. Από την άλλη, υποστηρίζει πως η τεράστια και ισχυρή χώρα του δεν μπορεί να υποδεχτεί τους απεγνωσμένους πρόσφυγες από τη Συρία επειδή, προειδοποιεί, οι μουσουλμάνου αιτούντες ασύλου μπορεί να σχεδιάσουν «ένα από τα μεγαλύτερα στρατιωτικά πραξικοπήματα της ιστορίας».
Οι ρεπουμπλικάνοι συνάδελφοι του Τραμπ στη μάχη για την προεδρεία των ΗΠΑ, όπως ο Τεντ Κρους, ο Μπεν Κάρσον και ο Μάρκο Ρούμπιο, τροφοδοτούν παρόμοιους φόβους για τους πρόσφυγες. Ο Κρουζ, καθώς και ο υποτίθεται πιο μετριόφρων Τζεμπ Μπους, ανέφεραν μάλιστα πως μόνο οι χριστιανοί θα πρέπει να γίνονται δεκτοί στις ΗΠΑ.
Περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι σκοτώνονται κάθε χρόνο από ένοπλη βία στις ΗΠΑ – με ελάχιστους από αυτούς να έχουν αίτια που σχετίζονται με το Ισλάμ. Παρ’ όλα αυτά, οι ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι αντιτίθενται περήφανα στα μέτρα ελέγχου της οπλοκατοχής. Μάλιστα, δεν έχουν κανένα πρόβλημα να επιτρέψουν σε ανθρώπους να μπαίνουν σε σχολεία ή μπαρ φέροντας κρυμμένα όπλα. Όμως ακόμη και μια μικρή μερίδα μουσουλμάνων προσφύγων είναι πολύ επικίνδυνη για να την αναλογιστούν.
Δεν προσπαθούμε να πούμε πως οι κτηνωδίες της ισλαμικής τρομοκρατίας δε θα μπορούσαν να συμβούν στις ΗΠΑ, ή αλλού. Έχουν ήδη συμβεί, και πιθανότατα θα ακολουθήσουν περισσότερες, για όσο η Μέση Ανατολή παραμένει σε αναταραχή και το επαναστατικό Ισλάμ προσελκύει τη δυσαρεστημένη δυτική νεολαία. Ωστόσο, δύσκολα μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί υπαρξιακή απειλή.
Σύμφωνα με αμερικανό πολίτη, «μπορεί να βρισκόμαστε μια τρομοκρατική ενέργεια μακριά από την προεδρία του Τραμπ». Μια θεαματική μαζική δολοφονία από ισλαμιστές θα μπορούσε να τρομάξει αρκετά τους αμερικανούς ώστε να ψηφίσουν τον μεγαλύτερο έμπορο φόβου. Όλα είναι πιθανά, όμως δε θεωρούμε πως οι αμερικανοί ψηφοφόροι θα ήταν τόσο ανόητοι.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, ωστόσο, είναι πως οι δημαγωγοί θα τραβήξουν και τους πολιτικούς του κυρίαρχου ρεύματος στο μέτωπό τους. Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις 13 Νοεμβρίου στο Παρίσι, ο Φρανσουά Ολλάντ, ο μη δημοφιλής και συνολικά λογικός γάλλος πρόεδρος, έχει τόσο φοβηθεί πως θα χαρακτηριστεί αδύναμος από τους πολιτικούς της δεξιάς και της ακροδεξιάς, που έχει κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης – και πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Για όσο η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης της Γαλλίας παραμένει, η αστυνομία μπορεί να συλλαμβάνει ανθρώπους χωρίς ένταλμα, να σπάει πόρτες σε ιδιωτικές κατοικίες στη μέση της νύχτας, να καταλαμβάνει εστιατόρια και άλλα δημόσια μέρη με ένοπλη δύναμη, και γενικότερα να συμπεριφέρεται ως πράκτορες σε αστυνομικό κράτος. Οι περισσότεροι γάλλοι πολίτες φοβούνται τόσο τις ισλαμιστικές επιθέσεις, που αυτά τα μέτρα έχουν ευρεία στήριξη. Είναι σχεδόν βέβαιο, ωστόσο, πως είναι αντιπαραγωγικά.
Ένας εθνικός ηγέτης μπορεί να κηρύξει πόλεμο ενάντια σε ένα κράτος, όχι σε ένα δίκτυο επαναστατών. Η ISIS, παρά τους ισχυρισμούς της, δεν είναι κράτος, και ο Ολλάντ δε θα πρέπει να την αντιμετωπίζει ως ένα. Άλλωστε, ακόμη και αν ο βομβαρδισμός των οχυρών της στο Ιράκ και τη Συρία είναι στρατιωτικά λογικός, δε θα σπάσει τα μάγια της ισλαμικής επανάστασης για τους οργισμένους, βαριεστημένους και περιθωριοποιημένους νέους ανθρώπους στις γαλλικές φτωχογειτονιές.
Αντίθετα, οι δαιμόνιοι ηγέτες της ISIS επίσης βασίζονται στην αποκαλυπτική «εμείς ή αυτοί» άποψη για τον κόσμο. Οι περισσότεροι μουσουλμάνοι δεν είναι βίαιοι επαναστάτες που εγκρίνουν, πόσο μάλλον θαυμάζουν, τη μαζική βία. Η ISIS επιδιώκει να διευρύνει τους υποστηρικτές της, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων μουσουλμάνων, πείθοντάς τους πως οι πραγματικοί μουσουλμάνοι βρίσκονται σε υπαρξιακό πόλεμο με τη Δύση – πως οι άπιστοι είναι οι θανάσιμοι εχθροί τους. Για εκείνους, όπως και για τον Τραμπ, ο φόβος είναι το ισχυρότερο όπλο.
Συνεπώς, όσο οι δυτικές κυβερνήσεις επιτρέπουν στην αστυνομία τους να εξευτελίζει και να εκφοβίζει μουσουλμάνους στο όνομα της ασφάλειας, τόσο πιο πιθανό είναι η ISIS να κερδίζει ευρωπαίους νεοσύλλεκτους. Ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστεί η βία του επαναστατικού Ισλάμ είναι να κερδηθεί η εμπιστοσύνη του νομοταγούς μουσουλμάνου στη Δύση. Αυτό δε θα είναι εύκολο, όμως οι τυχαίες συλλήψεις είναι σίγουρα βήμα στην αντίθετη κατεύθυνση.
Παρομοίως, σε ότι αφορά τους εμφύλιους πολέμους στη Μέση Ανατολή, η συγκράτηση της Δύσης είναι συνήθως μια καλύτερη στρατηγική από τη βιαστική στρατιωτική παρέμβαση με κίνητρο τον εγχώριο φόβο. Οι ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι στις ΗΠΑ ήδη χρησιμοποιούν τις πρόσφατες δολοφονίες στο Παρίσι για να κατηγορήσουν τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, και κατά συνέπεια και οποιουδήποτε μελλοντικού υποψηφίου των Δημοκρατών, για αδυναμία. Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί να «βομβαρδίσει μέχρι θανάτου την ISIS».
Αυτή η πολεμική διάθεση είχε ως αποτέλεσμα να πιέσει τη Χίλαρι Κλίντον, το φαβορί της προεδρικής υποψηφιότητας των Δημοκρατών, να απομακρυνθεί από τον Ομπάμα. Όπως και ο Ολλάντ, έπρεπε να καθησυχάσει τους δημόσιους φόβους μιλώντας σκληρά και υποσχόμενη περισσότερες στρατιωτικές ενέργειες.
Ο Ομπάμα έχει αντισταθεί με συνέπεια στον πειρασμό να ξεκινήσει νέους πολέμους. Οι πολιτικές του υπήρξαν μερικές φορές ασυνεπείς και αναποφάσιστες. Όμως με την άρνησή του να ενδώσει στον πανικό και να κινηθεί βιαστικά, έχει ως τώρα υπάρξει πολύ περισσότερο γενναίος από όσους λένε μεγάλα λόγια και τον κατηγορούν για δειλία.