Καθώς η καταχρεωμένη Ελλάδα αφήνει πίσω της ένα έτος γεμάτο αναταραχές και αβεβαιότητα, οι επενδυτές δείχνουν πιο αισιόδοξοι για τον επόμενο χρόνο. Παρ’ ότι η αναστατωμένη οικονομία έχει κάπως σταθεροποιηθεί, η χώρα συνεχίζει να αντιμετωπίζει αβεβαιότητα, ιδιαίτερα σε ότι αφορά το μέλλον της στην ευρωζώνη.
Ας δούμε κάποια από τα κύρια γεγονότα του περασμένου έτους και τι θα πρέπει να περιμένουν οι επενδυτές για αυτό που έρχεται.
Το 2015 έφερε μια σειρά αινιγμάτων για την Ελλάδα. Μεταξύ άλλων, ο τραπεζικός κλάδος της χώρας υπέστη τη μεγαλύτερη ζημιά. Οι καταθέτες έσπευσαν να αποσύρουν μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεών τους, αφήνοντας τις τράπεζες χωρίς ρευστότητα και παροπλίζοντας τη κεφαλαιακή δομή. Παρ’ ότι η φυγή των καταθέσεων περιορίστηκε αργότερα με την εισαγωγή κεφαλαιακών ελέγχων, τα αποθέματα των τραπεζών είχαν ήδη στερεύσει, με ελάχιστες προοπτικές επιβίωσης.
Οι αγορές αντέδρασαν άμεσα στις ανησυχητικές εξελίξεις του δράματος του ελληνικού χρέους. Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, για παράδειγμα, δέχτηκε ισχυρές πιέσεις προς τα κάτω.
Στο παρακάτω γράφημα βλέπουμε την καθοδική δυναμική που παρατηρήθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του έτους. Έως σήμερα, η ΕΤΕ έχει απολέσει περισσότερο από το 79% της αξίας της στην αγορά. Η πτώση μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στην στρατηγική ανακεφαλαιοποίησης που επιδιώκει να αλλάξει τις κεφαλαιακές δομές των βασικών ονομάτων που κυριαρχούν στον ελληνικό τραπεζικό τομέα.
Ως μέρος της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης, οι τράπεζες προσέφεραν νέες μετοχές, όμως με σημαντικές εκπτώσεις στις επικρατούσες αξίες της αγοράς. Θεωρητικά, αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αραίωση των αξιών της αγοράς, οδηγώντας τις τιμές των μετοχών ακόμη χαμηλότερα με ανησυχητικό ρυθμό – κάτι που επιβεβαιώνεται από την πρόσφατη καθοδική πορεία που παρατηρήθηκε στις ελληνικές τραπεζικές μετοχές.
Οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να περιμένουν πλέον ανανεωμένες κεφαλαιακές δομές. Την ίδια στιγμή, οι τραπεζικές μετοχές συνεχίζουν να αποτελούν μυστήριο τόσο για τους υπάρχοντες όσο και τους εν δυνάμει επενδυτές. Σύμφωνα με την επικρατούσα θέση, οποιαδήποτε πραγματική ανατροπή στην αξία των μετοχών είναι δυνατή μόνο με όχημα μια ουσιαστική ανάκαμψη στο οικονομικό μέτωπο. Κατά συνέπεια, η Ελλάδα θα πρέπει να προσελκύσει εισροή νέων επενδύσεων και να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Οι μελλοντικές προοπτικές της Ελλάδας απαιτούν μιαν οικονομική στρατηγική που θα επέτρεπαν στη χώρα να ανακάμψει ανεξάρτητα, χωρίς να βασίζεται σε ξένους πιστωτές για βοήθεια. Πολλοί αναλυτές θεωρούν πως η βοήθεια των πιστωτών, και όχι τόσο η ίδια η κρίση, έχουν προκαλέσει μεγαλύτερη ζημιά στις μελλοντικές οικονομικές προοπτικές της χώρας. Με δεδομένο το αυξανόμενο χρέος της Ελλάδας, οι αναλυτές φοβούνται πως η χώρα διατρέψει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας εάν δεν προσφερθεί σημαντική ελάφρυνση του χρέους. Κατά συνέπεια, η πλειοψηφία των ελλήνων μετοχών αναμένουν τις διαπραγματεύσεις, με εξελίξεις στο θέμα της ελάφρυνσης του χρέους να αναμένονται να πραγματοποιηθούν το 2016.
Παρά την υποχρεωτική, έντονη λιτότητα και τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούν οι διεθνείς πιστωτές, οι περισσότεροι ειδικοί συνεχίζουν να αμφιβάλουν για την ικανότητα της χώρας να πετύχει αυτούς τους στόχους.
Για παράδειγμα, ο Roul Ruparel, συνδιευθυντής του think tank Open Europe, είπε πως «η κυβέρνηση περνά τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις όμως δεν της στηρίζει και δεν επενδύει σε αυτές. Αναπόφευκτα δημιουργούνται ερωτήματα για το κατά πόσο αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα υλοποιηθούν στην πραγματικότητα. Υπάρχουν ακόμη παρά πολλά που πρέπει να γίνουν για να βελτιωθεί το επιχειρηματικό κλίμα στην Ελλάδα».