Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ απέφυγε έξυπνα την Τετάρτη να δώσει σαφή συμπεράσματα για τις πρόσφατες ατίθασες μεταβολές στις αγορές. Όμως οι επενδυτές είναι τουλάχιστον ανήσυχοι με την προοπτική μιας νέας παγκόσμιας πτώσης. Οι πολίτες είναι εξίσου προβληματισμένοι: την Τετάρτη, ο δείκτης εμπιστοσύνης της Ipsos Mori έδειξε το πιο δυσμενές αποτέλεσμα των τελευταίων τριών ετών.
Την ίδια στιγμή, το επάγγελμα της οικονομολογίας έχει προβεί μόλις σε τμήμα της βαθιάς περισυλλογής που απαιτεί η τελευταία κρίση. Σίγουρα, υπάρχει περισσότερη κατανόηση από ότι το 2008 για την ανάγκη των τραπεζών να τηρούν λογαριασμούς έκτακτης ανάγκης στην άκρη, και υπάρχει περισσότερος ρεαλισμός για τα περίπλοκα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, τα οποία υπάρχουν για να κρύψουν και όχι τόσο να διαχειριστούν τους κινδύνους. Όμως τα βαθύτερα ερωτήματα για μια πιο βιώσιμη ευημερία, λιγότερο επιρρεπή σε αποσταθεροποιητικές περιπέτειες, παραμένουν αναπάντητα. Το ίδιο και το άμεσο ερώτημα για το πώς θα αναβιώσει η οικονομία την επόμενη φορά που θα φτάσει στον πάτο.
Το άσχημο τέλος της «ωραίας» δεκαετίας – τα χρόνια της μη πληθωρισμιακής, συνεχούς εξάπλωσης – ήρθε τόσο απότομα το 2008 που οι πράξεις έπρεπε να κινηθούν ταχύτερα από τη θεωρία. Οι περικοπές επιτοκίων έσπασαν κάθε ρεκόρ και, πριν έλθει η σειρά της λιτότητας, υπήρξαν και τα δημοσιονομικά κίνητρα. Η ποσοτική χαλάρωση, την οποία κανείς δεν είχε ξανακούσει προτού αρχίσει να εφαρμόζεται, μπήκε στη γλώσσα μας. Η ίδια δικαιολογία για την έλλειψη ετοιμότητας δε θα αρκέσει για δεύτερη φορά. Και όμως – όπως δείχνει μια αφυπνιστική έκθεση του Resolution Foundation που δημοσιεύτηκε την Πέμπτη – σε κάποιους τομείς είμαστε ακόμη λιγότερο έτοιμοι να αντιδράσουμε.
Ξεχάστε το σημερινό κύμα ανησυχίας που εμπνέει η Κίνα. Η τακτικότητα των υφέσεων στη σύγχρονη ιστορία αρκεί για να κάνει περισσότερο πιθανή την ύπαρξη νέας πτώσης μέσα σε πέντε χρόνια. Και ακόμη κι αν δε συμβεί μέχρι το 2021, η καλύτερη εικασία της αγοράς είναι πως το βασικό επιτόκιό της θα είναι τότε στο 1,5%. Αυτό αφήνει αρκετά περιορισμένα περιθώρια για περαιτέρω μειώσεις. Εάν τα επιτόκια συνεχίσουν να παραμένουν χαμηλότερα για περισσότερο απ’ ότι υπολογίζουν οι αγορές, τα περιθώρια θα είναι ακόμη λιγότερα. Το φάρμακο έκτακτης ανάγκης που έχει απομείνει, υπολογίζει το Resolution, είναι απίθανο να έχει περισσότερο από ένα τρίτο της αποτελεσματικότητας που είχε την προηγούμενη φορά. Θα πρέπει να προετοιμαστούν άλλες θεραπείες.
Αναδεικνύονται νέοι τρόποι σκέψεις – μείωση των επιτοκίων κάτω από το μηδέν, άμεση χρηματοδότηση του ελλείμματος με τεχνητό χρήμα, ακόμη και κατάργηση των μετρητών. Όμως αυτού του είδους οι ιδέες θα πρέπει να ξεφύγουν από τον εγκλεισμό τους σε χώρους σεμιναρίων και να αναλυθούν στην πολιτική σκηνή. Στο μυαλό του κόσμου, οι συνταγογραφήσεις έχουν αλλάξει ακόμη λιγότερο. Μετά το 2008, κάθε πολιτικός και κεντρικός τραπεζίτης έχει υποσχεθεί να ξαναχτίσει μιαν ανάκαμψη λιγότερο εξαρτώμενη από χρέος, εικασίες και φρενήρη χρηματοδότηση. Κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί. Το χρέος δεν έχει τόσο μειωθεί, όσο απλά μετακινηθεί στο σύστημα, μεταφερόμενο από τον ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα και πίσω, μετακινούμενο επίσης από τη δύση προς τις αναδυόμενες οικονομίες.
Σύμφωνα με την Μαριάνα Ματσουκάτο, καθηγήτρια οικονομικών και πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ, ο μόνος πραγματικός οικονομικός ρόλος του κράτους θεωρείται συχνά πως είναι η κάλυψη εμφανών αποτυχιών σε συγκεκριμένες αγορές. Όμως η κυρία Ματσουκάτο εξηγεί πως χρειάζεται πολλές φορές προληπτική πολιτική, για να δημιουργήσει τις αγορές εξ αρχής. Τονίζει τον ρόλο των δημόσιων υπηρεσιών στην προώθηση των συνόρων της βιομηχανίας. Μπορεί το iPhone να αποτελεί ένα αρχέτυπο παράδειγμα επιχειρηματικής ευφυΐας, όμως εκμεταλλεύεται μια σειρά τεχνολογιών με τη χρηματοδότηση του κράτους, όπως το διαδίκτυο, το GPS, τις οθόνες αφής και ακόμη και τη Siri, τη φωνητικά ενεργοποιούμενη βοηθό του λειτουργικού συστήματος. Από τη Nasa μέχρι το BBC, οι δημόσιοι οργανισμοί έχουν δημιουργήσει ιδιωτικές ευκαιρίες. Το επιχειρηματικό κράτος θα πρέπει να αγκαλιάσει τον αφανή ρόλο του ως επιχειρηματία καπιταλιστή, να είναι αποφασιστικό με την ανάγκη ανάληψης κινδύνων για την εξασφάλιση μεταφορών. Οι νέοι θεσμοί, όπως οι εθνικές επενδυτικές τράπεζες, ίσως χρειαστεί να αποτελέσουν μέρος του μίγματος.
Η κυρία Ματσουκάτο επισημαίνει επίσης πως τα κράτη της ευρωπαϊκής ενδοχώρας που χτυπήθηκαν από την κρίση ήταν όλα χώρες όπου τα κράτη πριν από την κρίση είχαν αποτύχει να καινοτομήσουν. Αυτό περιέθαλψε μια αδύναμη ευημερία, στηριζόμενη λιγότερο στην πρόοδο της βιομηχανίας και περισσότερο στις φουσκωμένες τιμές της ακίνητης περιουσίας. Όταν οι θεραπείες έκτακτης ανάγκης μοιάζουν ακατάλληλες, οι οικονομολόγοι που ενδιαφέρονται να αποτρέψουν μελλοντικές πτώσεις θα πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο που βλέπουν τον προληπτικό ρόλο που μπορεί να παίξει το κράτος.