Τον Οκτώβριο του 2015 υπολογιζόταν πως θα ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος διάσωσης. Όταν τον Αύγουστο ο Πολ Τόμσεν είπε πως αυτό θα ήταν αδύνατο, λόγω εκλογών, δε δόθηκε πολλή σημασία. Όταν τον Ιανουάριο ο Γερούν Ντάισελμπλουμ είπε πως θα χρειαστούν μήνες, υπήρξαν αντιδράσεις. Πλέον, βαδίζουμε προς τα μέσα του Φεβρουαρίου και δεν έχουν αλλάξει πολλά.
Οι εκπρόσωποι των δανειστών αναχώρησαν από την Αθήνα ύστερα από μια απολογιστική συνάντηση με τους Ευκλείδη Τσακαλώτο, Γιώργο Σταθάκη και Γιώργο Χουλιαράκη και ο χρόνος άρχισε ήδη να μετρά αντίστροφα για τις δύσκολες αποφάσεις που αναβάλλει η κυβέρνηση από τις εκλογές και μετά, κυρίως για το Ασφαλιστικό, αλλά και το Φορολογικό και την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού, ώστε να μην επαναληφθεί το σκηνικό του 2014 που οδήγησε σε αδιέξοδο και εκλογές.
Μνήμες εκείνου του αδιεξόδου ξύπνησαν σε πολλούς τους προηγούμενους μήνες καθώς τίποτα δεν έγινε στην ώρα του και ολοκληρωμένα. Κανονικά, όπως διεμήνυαν οι κοινοτικοί αξιωματούχοι μετά τις εκλογές, η κυβέρνηση έπρεπε να είχε ολοκληρώσει δύο λίστες προαπαιτουμένων ως τα τέλη Οκτωβρίου για να εισπράξει τα 2 συν 1 δισεκατομμύρια ευρώ και να ακολουθήσει η πρώτη αξιολόγηση του Μνημονίου ως το τέλος του χρόνου. Στις δύο αυτές λίστες, μάλιστα, θα περιλαμβανόταν το Ασφαλιστικό, η φορολόγηση των αγροτών και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2017-18 με τα μέτρα των 2 δις ευρώ.
Τελικά, τα προαπαιτούμενα ικανοποιήθηκαν παραμονές Χριστουγέννων χωρίς τα καυτά αυτά μέτρα που μεταφέρθηκαν για την πρώτη αξιολόγηση, η οποία με τη σειρά της πήρε αναβολή για τον Ιανουάριο. Στην πραγματικότητα ξεκίνησε τον Φεβρουάριο. Ευτυχώς, στο μεταξύ αποσυνδέθηκε με παρέμβαση του Μάριο Ντράγκι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από την αξιολόγηση και έτσι δεν κινδύνευσαν με κούρεμα οι καταθέσεις. Κάποιοι το περίμεναν, αλλά κάποιοι διατηρούσαν ελπίδες και διαψεύστηκαν, όπως ο Πιέρ Μοσκοβισί, ο οποίος κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα αρχές Νοεμβρίου είχε προβλέψει ότι ο Νοέμβριος θα ήταν μήνας Ασφαλιστικού. Τον Δεκέμβριο ο Γιώργος Κατρούγκαλος εξακολουθούσε να «απειλεί» ότι έχει έτοιμο το Ασφαλιστικό για κατάθεση εντός του έτους, αλλά μέσα σε μια μέρα η κυβέρνηση αναδιπλώθηκε με το επιχείρημα της έλλειψης συναίνεσης εκ μέρους των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Στο μεταξύ, την παράσταση έκλεψαν τα κόκκινα δάνεια στα οποία αναλώθηκαν άπειρες ώρες διαπραγματεύσεων τον περασμένο Νοέμβριο-Δεκέμβριο, χωρίς καν να έχουν ακόμη ολοκληρωθεί όλες οι πτυχές τους, αφού ένα μέρος εκκρεμεί για αυτήν την αξιολόγηση.
Φταίει το γεγονός ότι στο εσωτερικό της κυβέρνησης εξακολουθούν να υπάρχουν διαφωνίες ως προς τη γραμμή που πρέπει να ακολουθηθεί, υποστηρίζει ανώτατος οικονομικός παράγων της χώρας επιχειρώντας να εξηγήσει γιατί η διαπραγμάτευση έγινε πάλι λάστιχο. Φταίει η έλλειψη τεχνοκρατικής επάρκειας, υποστηρίζει άλλη πηγή, αλλά και κάποια στελέχη των δανειστών που διαμαρτύρονται για ανεπαρκή προετοιμασία και παροχή στοιχείων εκ μέρους ορισμένων τουλάχιστον υπουργών.
Γεγονός παραμένει ότι ενώ η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε ψηφίσει το Ασφαλιστικό αμέσως μετά τις εκλογές με νωπή τη λαϊκή εντολή, βρίσκεται τώρα, σχεδόν 5 μήνες μετά, με διπλό μέτωπο ανοιχτό, στο εσωτερικό της χώρας και με τους δανειστές.
Το χειρότερο είναι ότι η οικονομία πληρώνει ακριβό τίμημα. Αρκεί να αναφερθεί ότι όσο δεν εισπράττονται δόσεις δεν εξοφλούνται ληξιπρόθεσμες οφειλές (3,1 δις ευρώ έπρεπε να εξοφληθούν το 2015 και εξοφλήθηκε μόλις 1 δις) ενώ δημιουργούνται νέες. Αλλά το κυριότερο είναι ότι όσο διατηρείται το κλίμα αβεβαιότητας αποστρέφουν το βλέμμα τους οι πιθανοί επενδυτές και ναυαγεί το καλό σενάριο της κυβέρνησης για επιστροφή στην ανάκαμψη. Αυτός είναι και ο λόγος που το οικονομικό επιτελείο πιέζει να τελειώσουν όλα γρήγορα. Μόνο που πλέον έχει χαθεί ένα ακόμη όπλο, καθώς το ΔΝΤ επανήλθε δριμύτερο στη διαπραγμάτευση παρά τις επιθυμίες της κυβέρνησης. Και το ΔΝΤ, όπως το έκανε σαφές η Κριστίν Λαγκάρντ, δε θα το πάει μαλακά. Θέλει, είπε μια ασφαλιστική μεταρρύθμιση «σε βάθος – ότι και αν σημαίνει αυτό για τις συντάξεις.
Παρ’ όλα αυτά ο Ευκλείδης Τσακαλώτος επανέλαβε ότι παραμένει ως ορόσημο το τέλος Φεβρουαρίου. Πηγές των θεσμών, από την άλλη, επιμένουν ότι η διαπραγμάτευση δε θα κλείσει πριν από τα τέλη Μαρτίου.