Οι πρόσφατες επιθέσεις από τις δυνάμεις του καθεστώτος και των συμμάχων στο Χαλέπι σπρώχνουν δεκάδες χιλιάδες νέους σύρους πρόσφυγες στην Τουρκία. Κάποιοι από αυτούς άφησαν τα σπίτια τους για πρώτη φορά, ενώ άλλοι εγκατέλειψαν ανεπίσημους καταυλισμούς κοντά στα βόρεια σύνορα προτού φτάσουν οι εχθροπραξίες σε αυτούς.
Για τους περισσότερους πρόσφυγες, η Τουρκία είναι μόνο χώρα μεταβίβασης για την Ευρώπη. Έχουν χάσει την ελπίδα τους για σύντομο τέλος των συγκρούσεων, και όσοι υποστήριξαν την επανάσταση γνωρίζουν πως θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο να επιστρέψουν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί κατά συνέπεια να περιμένει μια νέα μαζική εισροή σύρων τους επόμενους μήνες, παρά τις υποσχέσεις της Άγκυρας να τους κρατήσει στην Τουρκία.
Αυτόν τον μήνα, το γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) έχει καταγράψει 4,6 εκατομμύρια σύρους σε γειτονικές χώρες, έναντι 3,3 εκατομμυρίων του Ιανουαρίου του 2015. Ακόμη και αυτός ο αριθμός υποτιμά το πρόβλημα, καθώς δεν υποβάλουν όλοι οι σύροι επίσημες αιτήσεις για προσφυγικό άσυλο.
Στην Ιορδανία, για παράδειγμα, το Τμήμα Στατιστικής της κυβέρνησης μέτρησε 1.250.000 σύρους σε πρόσφατη απογραφή, σχεδόν το διπλάσιο των 623.000 επισήμως καταγεγραμμένων από το UNHCR.
Το πιο σημαντικό είναι πως τα στοιχεία του UNHCR υποδεικνύουν πως το μεγαλύτερο μέρος της αυξημένης ροής από το 2015 το επωμίζεται η Τουρκία. Ο αριθμός των καταγεγραμμένων προσφύγων έχει μάλιστα μειωθεί στο Λίβανο (1.070.00 τον περασμένο μήνα, από τους 1.146.000 τον Ιανουάριο του 2015), στην Ιορδανία (623.00 από 633.000) και στην Αίγυπτο (123.500 από τις 138.000), ενώ αυξήθηκε ελάχιστα στο Ιράκ (245.000 έναντι 234.000).
Αυτοί οι άνθρωποι δεν επέστρεψαν στη Συρία, ωστόσο – ταξίδεψαν στην Ευρώπη μέσω Τουρκίας, οδικώς, αεροπορικώς ή με βάρκες. Ως αποτέλεσμα, ο αριθμός των προσφύγων που παρουσιάζει η Άγκυρα αυξήθηκε από 1,5 εκατομμύριο τον Ιανουάριο του 2015 σε 2,5 εκατομμύρια τον προηγούμενο μήνα.
Αναμφίβολα, είναι πιθανό η Τουρκία να υπερέβαλε με τον αριθμό για να λάβει περισσότερη βοήθεια από την ΕΕ. Ωστόσο, άλλες επίσημες στατιστικές υποτιμούν την αύξηση, καθώς πολλοί από τους πρόσφυγες που καταγράφηκαν σε χώρες της Μέσης Ανατολής κινήθηκαν τόσο γρήγορα προς την Ευρώπη που οι αρχικές χώρες υποδοχής τους δεν έχουν προλάβει να τους αφαιρέσουν από τις λίστες τους.
Ο κύριος λόγος αυτής της επίσπευσης της ροής είναι η επέμβαση της Ρωσίας. Την άνοιξη του 2015, κάποιοι σύροι πρόσφυγες είχαν ξεκινήσει να επιστρέφουν στο Ιντλίμπ αφού οι επιθέσεις των επαναστατών οδήγησαν σε έξοδο τις καθεστωτικές δυνάμεις. Ωστόσο, οι ίδιοι αυτοί πρόσφυγες εγκαταλείπουν τώρα τη χώρα για δεύτερη φορά – οι μαζικοί βομβαρδισμοί έχουν οδηγήσει τουλάχιστον 300.000 ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους μόνο τους τελευταίους τέσσερις μήνες.
Σήμερα, οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες στην Τουρκία δε θέλουν να παραμείνουν εκεί. Επί τέσσερα χρόνια, παρέμειναν υπομονετικά στις νότιες επαρχίες κοντά στα σύνορα, ελπίζοντας να επιστρέψουν σύντομα στα σπίτια τους μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες, όμως οι ρωσικές επιθέσεις έχουν οδηγήσει πολλούς να εγκαταλείψουν αυτήν την ελπίδα και να κινηθούν προς πιο φιλόξενες χώρες στην Ευρώπη. Άλλοι σύροι έχουν εγκαταλείψει σχετικά ασφαλείς περιοχές υπό τον έλεγχο του καθεστώτος για οικονομικούς λόγους, κατευθυνόμενοι απευθείας στην Ευρώπη.
Την 1η Ιανουαρίου, η Τουρκία ανέτρεψε την πολιτική της εισόδου χωρίς βίζα για τους σύρους, εξαλείφοντας στην πράξη μια σειρά νόμιμων οδών για τους πρόσφυγες για να διασχίσουν τα σύνορα (για παράδειγμα, αεροπορικώς από τη Βηρυτό, ή με ακτοπλοϊκές γραμμές μεταξύ Τρίπολης και Μερσίνης). Παρ’ όλα αυτά, το παράνομο πέρασμα παραμένει διαθέσιμη επιλογή, είτε από ξηράς είτε μέσω φορτηγών πλοίων. Και πολλά από αυτά τα πλοία, αναμφίβολα θα επιχειρήσουν να μεταφέρουν πρόσφυγες απευθείας στις ευρωπαϊκές ακτές.
Τον περασμένο χρόνο, 1,5 εκατομμύριο παράνομων μεταναστών έφτασαν στην ΕΕ μέσω διαφόρων διαδρομών. Περισσότεροι από 850.000 διέσχισαν τη θάλασσα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, και άλλοι 150.000 έφτασαν στην Ιταλία από τις ακτές της Λιβύης. Οι σύροι απάρτισαν το ένα τρίτο αυτών των μεταναστών – μέχρι τον Δεκέμβρη, ο συνολικός αριθμός των σύρων αιτούντων ασύλου στην ΕΕ ήταν 897.000, ανεβαίνοντας από τις 235.000 μέσα σε μόλις έναν χρόνο. Μεγάλο μέρος αυτής της αύξησης ξεκίνησε την περασμένη άνοιξη, με αποκορύφωμα τις 156.000 τον Οκτώβριο.
Παρ’ ότι η ρωσική επέμβαση είναι υπεύθυνη για το μέγεθος του τελευταίου κύματος, οι αριθμοί δείχνουν επίσης και ένα εποχιακό μοτίβο. Από τον Ιούνιο μέχρι τον Νοέμβριο του 2014, γίνονταν περισσότερες από 10.000 αιτήσεις ασύλου κάθε μήνα. Αυτός ο μέσος όρος έπεσε στο μισό κατά τους χειμερινούς μήνες, και στη συνέχεια αυξήθηκε την άνοιξη του 2015 καθώς ο καλύτερος καιρός και οι ηπιότερες θάλασσες διευκόλυναν το πέρασμα.
Ο αριθμός έπεσε και πάλι στο μισό τον περασμένο Νοέμβριο λόγω των καιρικών συνθηκών και των πιο αυστηρών ελεγκτικών μέτρων από τις τουρκικές αρχές. Όμως όταν επιστρέψει η άνοιξη, θα πρέπει να ανακτήσει την ορμή του – πιθανώς με τη βοήθεια μιας μεγάλης καθεστωτικής επίθεσης στη βορειοδυτική Συρία.
Ενώ η μεταναστευτική ροή προς την Ευρώπη συνδέεται με την επιδείνωση των συνθηκών για τους πρόσφυγες στις χώρες της Μέσης Ανατολής, η εξέλιξη της κρίσης μέσα στη Συρία γίνεται ολοένα και πιο αποφασιστικός παράγοντας. Οι συνεχείς εχθροπραξίες πλήττουν περαιτέρω την οικονομική κατάσταση ακόμη και σε ειρηνικές περιοχές της χώρας, πιέζοντας περισσότερους σύρους να φύγουν – ιδιαίτερα αυτούς του ιδιωτικού τομέα, που δεν έχουν τους εγγυημένους μισθούς των κρατικών υπαλλήλων.
Όμως η μεγαλύτερη ομάδα των προσφύγων θα είναι αυτοί που θα διαφύγουν από τις νέες επιθέσεις, ιδιαίτερα εκεί που είναι περισσότεροι οι εναέριοι βομβαρδισμοί. Για αυτόν τον λόγο οι ρωσικές επιδρομές έχουν εκούσια καταστρέψει νοσοκομεία και άλλες υποδομές – ως τρόπο ώθησης των αμάχων να φύγουν, απομονώνοντας τους επαναστάτες.
Ο συριακός στρατός δεν μπορεί να επιχειρήσει να ανακτήσει μια περιοχή εάν υπάρχουν μεγάλοι πληθυσμοί αμάχων. Αυτού του είδους οι επιχειρήσεις θα είχαν τεράστιες απώλειες αμάχου πληθυσμού και θα μπορούσαν να προκαλέσουν τη διεθνή κατακραυγή και την περαιτέρω αποξένωση του πληθυσμού. Μια αποτελεσματική πολιτική καταστολής εξέγερσης απαιτεί κατά συνέπεια την περικύκλωση τέτοιων περιοχών και αναμονή μέχρι οι άμαχοι να τις εγκαταλείψουν.
Μέσα στον επόμενο χρόνο, περισσότεροι από δύο εκατομμύρια άνθρωποι πιθανώς να εκτοπιστούν λόγων των συγκρούσεων στη βορειοδυτική Συρία – ιδιαίτερα οι περιοχές του Ιντλίμπ και του δυτικού Χαλεπιού που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των επαναστατών, και τα εδάφη του Ισλαμικού Κράτους στο ανατολικό Χαλέπι. Η δραστική αύξηση στους αριθμούς των προσφύγων στην Τουρκία από τον Σεπτέμβριο είναι σημαντικό δείγμα του πού θα κατευθυνθούν πολλοί από αυτούς τους πρόσφυγες.
Κατά συνέπεια, εκτός κι αν κάποια σημαντική γεωπολιτική μεταβολή αλλάξει την κατάσταση που επικρατεί μέσα στη Συρία, η Ευρώπη θα πρέπει να προετοιμαστεί να υποδεχτεί μέχρι και ένα εκατομμύριο νέων προσφύγων το 2016. Αυτή η εκτίμηση προκύπτει από μια σειρά παραγόντων: την τοποθεσία των πληθυσμών υπό τη μεγαλύτερη απειλή νέων καθεστωτικών επιθέσεων, τις πιο πιθανές διαδρομές διαφυγής τους, τα προηγούμενα μεταναστευτικά μοτίβα που παρατηρήθηκαν υπό παρόμοιες συνθήκες, και την πρόσφατη τάση των προσφύγων που εγκαταλείπουν την Τουρκία για την ΕΕ.
Μέρος της εξήγησης αυτής της αύξησης είναι πως οι πρόσφυγες που έχουν ήδη φτάσει στην Ευρώπη τείνουν να λειτουργούν ως προγεφύρωμα για άλλους που παραμένουν στη Συρία ή γειτονικές της χώρες, παρέχοντας πληροφορίες και χρήματα σε συγγενείς και φίλους που επιδιώκουν να τους ακολουθήσουν. Πολλοί από αυτούς έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν δικαιώματα οικογενειακής επανένωσης, τα οποία μπορούν να παρέχουν βίζες σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους.
Χωρίς να αντιμετωπίσει τη ρίζα του προβλήματος στη Συρία, η ΕΕ είναι σε μεγάλο βαθμό ανίκανη να σταματήσει αυτή τη μαζική μετανάστευση από τη στιγμή που αυτή βρίσκεται εν οδώ. Κάποιες ευρωπαϊκές χώρες λαμβάνουν μονομερή μέτρα – για παράδειγμα, η Σερβία, η Ουγγαρία και η Σλοβενία έχουν στήσει εμπόδια στα σύνορά τους. Ωστόσο, αυτά τα μέτρα δεν έχουν αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή (για παράδειγμα, οι πρόσφυγες μπορούν να αποφύγουν τα εμπόδια περνώντας από την Τσεχία και την Πολωνία) και απειλούν να διαβάλουν τη ζώνη Σένγκεν.
Η μαζική αύξηση της χρηματοδότησης των γειτόνων της Συρίας για τους πρόσφυγες δε θα σταματήσει επίσης τη ροή προς την Ευρώπη. Το σύστημα κοινωνικής μέριμνας της ΕΕ είναι πολύ ισχυρός μαγνήτης για τους φτωχούς μετανάστες, όπως είναι και η υπόσχεση της ασφάλειας και, πιθανώς, διαβατηρίου.
Είναι ενδιαφέρον πως οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν εγκρίνει πολύ λίγες αιτήσεις μετανάστευσης σύρων από ξένα προξενεία, και παρ’ όλα αυτά έχουν νομιμοποιήσει σχεδόν όλους τους πρόσφυγες που έφτασαν στις ακτές τους με άλλους τρόπους. Με αυτόν τον τρόπο, η Ευρώπη ουσιαστικά ενθαρρύνει την παράνομη μετανάστευση.
Εάν οι πρόσφυγες που φτάνουν με αυτά τα μέσα δεν είχαν ελπίδα νομιμοποίησης, θα ήταν λιγότερο πιθανό να επιχειρήσουν το ταξίδι. Η ΕΕ θα πρέπει να σκεφτεί, κατά συνέπεια, να κρατήσει τις άδειες παραμονής για όσους υποβάλουν αιτήσεις από γειτονικές χώρες.
Ανεπίσημα, οι επιδοτήσεις που παρέχει η ΕΕ σε γειτονικά κράτη υπό την Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονιάς έχουν ως προϋπόθεση τους αποτελεσματικούς συνοριακούς ελέγχους και τη δέσμευση να δέχονται πίσω παράνομους μετανάστες.
Αυτό μπορεί να εξηγεί γιατί η ροή των σύρων προσφύγων από το στενό του Γιβραλτάρ είναι τόσο χαμηλή (γύρω στις 5.000 το 2015) – σε αντίθεση με την Τουρκία, της οποίας η διαδικασία ένταξης στην ΕΕ περιβάλλεται επί χρόνια από διενέξεις, το Μαρόκο εξαρτάται περισσότερο από το ευρωπαϊκό εμπόριο και λαμβάνει κατά συνέπεια πολύ σοβαρά υπόψη του τις διάφορες νομικές υποχρεώσεις του προς την ένωση.
Εν τέλει, ο καλύτερος τρόπος αποτροπής των μαζικών προσφυγικών ροών στην Ευρώπη είναι να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα στη ρίζα του στη Συρία, με την προϋπόθεση ότι δεν είναι ήδη πολύ αργά. Η Τουρκία απορρίπτει νέους πρόσφυγες ακόμη κι αν βρίσκονται σε άθλια κατάσταση στην άλλη πλευρά των συνόρων, εν μέρει για να αποφύγει να βοηθήσει τη ρωσική στρατηγική καταστολής εξέγερσης.
Οι δυτικές χώρες θα μπορούσαν να υιοθετήσουν μιαν παρόμοια πολιτική, αλλά μόνο αν είναι πρόθυμες να ανακουφίσουν την ανθρωπιστική κρίση που θα προκύψει. Αυτές οι σκέψεις επαναφέρουν τη δημιουργία ασφαλών καταφυγίων για την προστασία των αμάχων στη βόρεια και νότια Συρία ξανά στην πρώτη γραμμή του διαλόγου.