Ο ισπανός διαχειριστής χρημάτων Γκιγιέρμο Ερμίδα ζει σε μια χώρα που δεν κατάφερε να σχηματίσει κυβέρνηση επί σχεδόν τρεις μήνες, παρ’ όλα αυτά σε ότι αφορά το επενδυτικό ρίσκο το βλέμμα του είναι στραμμένο στην πολιτική 800 μίλια βορειότερα, στη Βρετανία.
Το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου για το εάν το Ηνωμένο Βασίλειο θα παραμείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποτελέσει πρόκληση για την ακεραιότητα της ένωσης, σύμφωνα με τον Ερμίδα, ο οποίος επιβλέπει 41 δισεκατομμύρια ευρώ στην CaixaBank Asset Management στη Μαδρίτη. Οι ρωγμές στην ΕΕ θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών στα πιο αδύναμα μέλη της, τα λεγόμενα περιφερειακά κράτη, με τον χαμηλότερο βαθμό πιστοληπτικής ικανότητας, ανέφερε σε συνέντευξή του στην ισπανική πρωτεύουσα.
«Εάν οι βρετανοί αποχωρήσουν, μπορεί να δούμε μεγαλύτερες εντάσεις για τη λειτουργία της ένωσης, ακόμη και πιθανές αναθεωρήσεις για το πώς θα συνεχίσει μακροπρόθεσμα» είπε ο Ερμίδα. Η ομάδα του μείωσε τα ομόλογα αυτών των χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας, στο ξεκίνημα του προηγούμενου έτους, όμως το 2016 δεν πωλούν πλέον καθώς το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τα στηρίζει αρκετά, εξήγησε.
Όταν οι επενδυτές διαισθάνονται περίοδο χρηματοπιστωτικής αναστάτωσης, τα ομόλογα και οι μετοχές στα πιο χρεωμένα τμήματα της Ευρώπης έχουν δείξει πως βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Όταν οι κινεζικές μετοχές βούλιαξαν νωρίτερα φέτος, οι επενδυτές προχώρησαν σε πωλήσεις κρατικού χρέους από την Ελλάδα μέχρι την Πορτογαλία και αγόρασαν αυτό των βόρειων γειτόνων τους, με βαθμό ΑΑΑ, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία.
Στην Ισπανία, η επιπλέον απόδοση των 10ετών κρατικών ομολόγων σε σύγκριση με τα γερμανικά ομόλογα βρισκόταν στις 1,18 ποσοστιαίες μονάδες την Πέμπτη. Παρ’ ότι αυτό βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο 200 ημερών που βρίσκεται στις 1,28 ποσοστιαίες μονάδες, η διαφορά ανέβηκε μέχρι και τις 1,70 ποσοστιαίες μονάδες στις 11 Φεβρουαρίου καθώς οι παγκόσμιες μετοχές οδηγήθηκαν σε μια πτωτική αγορά.
Οι τελευταίες έρευνες υποδεικνύουν πως οι πλευρές του «μέσα» και του «έξω» στο δημοψήφισμα του Ηνωμένου Βασιλείου δίνουν μάχη στήθος με στήθος. Υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία μεταξύ κάποιων επενδυτών πως η αποχώρηση μίας χώρας ύστερα από 43 χρόνια συμμετοχής στην κοινή αγορά θα μπορούσε να διασπάσει την εμπορική ένωση και να προσφέρει πεπατημένη και για άλλους που θα θελήσουν να αποχωρήσουν.
«Δημιουργεί προηγούμενο, έτσι δεν είναι;» είπε ο Ντέιβιντ Ταν, επικεφαλής επιτοκίων της JPMorgan Asset Management στο Λονδίνο, η οποία επιβλέπει περίπου 1,7 τρισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. «Εάν μία χώρα μπορεί να αποχωρήσει, τότε ποια θα είναι η επόμενη; Μην ξεχνάμε πως το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί πολύ σημαντικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συνεπώς θα είναι πραγματικό χτύπημα στον πυρήνα.»
Προσέθεσε πως υπάρχει «ελάχιστη αμφιβολία» πως αυτό που έχει γίνει γνωστό ως «Brexit» θα είναι κακό όχι μόνο για τα βρετανικά περιουσιακά στοιχεία, αλλά και για εκείνα «σε όλη την υπόλοιπη ΕΕ» καθώς θα δείξει «υψηλό βαθμό αβεβαιότητας σε μια πολύ κρίσιμη περιοχή για την παγκόσμια οικονομία». Ο Ταν συμπλήρωσε πως θα είναι αρνητικό για τις μετοχές και τα ομόλογα της περιοχής «συμπεριλαμβανομένων των περιφερειακών ομολόγων της Ευρώπης».
Με τη Βρετανία να είναι στενά συνδεδεμένη με τις υπόλοιπες οικονομικές οντότητες της ένωσης, και η ίδια η ΕΕ είναι επίσης ευάλωτη, ανέφεραν αναλυτές της Societe Generale. Η Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα, η οποία συμβάλει στη χρηματοδότηση σχεδίων σε όλη την ήπειρο βρίσκεται σε ιδιαίτερο κίνδυνο, όπως έγραψε η Κριστίνα Κόστα, αναλύτρια της Societe Generale στο Παρίσι, σε σημείωμα προς πελάτες.
Ο Ερμίδα της CaixaBank είπε πως προβλέπει πως οι βρετανοί ψηφοφόροι θα επιλέξουν να παραμείνουν στην ΕΕ. Εάν κάνει λάθος, ωστόσο, βλέπει δύο πιθανά σενάρια.
«Το πρώτο, η Γερμανία και η Γαλλία θα ενισχύσουν τους δεσμούς του ευρώ και θα επιδείξουν την αποφασιστικότητά τους να δουλέψουν για την επιτυχία της ένωσης, στην οποία περίπτωση τα περιφερειακά ομόλογα θα ωφελούνταν» είπε. «Στο άλλο σενάριο, κάθε χώρα θα αρχίσει να πιέζει για ειδική μεταχείριση, κάτι που θα δημιουργήσει αμφιβολίες για την επιβίωση του ευρώ.»