Αγεφύρωτες παραμένουν οι διαφορές μεταξύ της γερμανικής θέσης και αυτής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ακόμη και μετά την επίσκεψη της Κριστίν Λαγκάρντ στην Άνγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο.
Διπλωματικοί κύκλοι στο Βερολίνο, σχολιάζοντας το αποτέλεσμα της συνάντησης όσον αφορά το επιμέρους θέμα της ατζέντας, ήτοι την υπόθεση διευθέτησης του ελληνικού χρέους, έχουν διαμορφώσει την άποψη ότι οι διαφορές έγιναν περισσότερο κατανοητές και από τις δύο πλευρές. Όπως επίσης και το ότι έτσι κι αλλιώς στην Εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ θα δοθεί και επίσημα η διαβεβαίωση αν η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους είναι μια «on track» διαδικασία. Το «τεχνικό» μοντέλο θα είναι έτοιμο το αργότερο τον Ιούνιο.
Στο μεταξύ, όμως, υπάρχει σημείο συμφωνίας και σημεία… διαφωνίας μεταξύ ΔΝΤ και ευρωζώνης.
Το σημείο συμφωνίας είναι ότι η υπόθεση του άμεσου «κουρέματος» στο ονομαστικό κεφάλαιο του χρέους αποκλείεται. Αυτό φρόντισε να το δηλώσει με απόλυτα σαφήνεια για άλλη μία φορά η κυρία Μέρκελ στο Βερολίνο, έχοντας δίπλα της την κυρία Λαγκάρντ. «Όσον αφορά το ενδεχόμενο διαγραφής χρέους», είπε η γερμανίδα καγκελάριος, «αυτό δεν είναι δυνατό σε νομική βάση στην ευρωζώνη», για να προσθέσει ότι υπάρχουν «άλλες προσεγγίσεις». Η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα γίνει με τα φόρμουλα της αναπροσαρμογής της διάρκειάς του, έτσι ώστε να μην επηρεάζεται η τρέχουσα ονομαστική του αξία. Αυτή δεν είναι η «λύση» που προτιμά το ΔΝΤ, αλλά την έχει αποδεχθεί στη γενική της κατεύθυνση, όχι στα «νούμερα».
Τα σημεία διαφωνίας έχουν να κάνουν με τη διάρκεια, το κόστος εξυπηρέτησης, δηλαδή τα επιτόκια, και την περίοδο χάριτος. Η ευρωζώνη, και πιο συγκεκριμένα ο ΕΜΣ υπό τις εντολές του Eurogroup και την εποπτεία του κ. Σόιμπλε, δουλεύει με μια τεχνική επιτροπή τα διάφορα σενάρια επιμήκυνσης του ελληνικού χρέους για 10 και 20 χρόνια πέραν του 2054, που λήγει η διάρκεια των δανείων που έχουν συναφθεί με την ισχύουσα περίοδο χάριτος ήτοι μέχρι το 2023 και μεταβλητό επιτόκιο.
Το ΔΝΤ δε «βλέπει» σε ένα τέτοιο σενάριο ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους. Αντ’ αυτού, οι δικές του «επιτροπές» (που παρακολουθούν τη δουλειά του ΕΜΣ) δουλεύουν ένα σχέδιο το οποίο προβλέπει επιμήκυνση του ελληνικού χρέους τουλάχιστον στα 70 χρόνια, περίοδο χάριτος 30 ετών και ένα σύστημα περιορισμού του ύψους των επιτοκίων έτσι ώστε, σε περίπτωση αύξησής τους πάνω από ένα όριο στο μακρινό μέλλον, να μεταφέρεται το επιπλέον «κόστος» στο κεφάλαιο του δανείου.
Με το «σύστημα» αυτό το ελληνικό χρέος υπολογίζεται – σύμφωνα πάντα με το ΔΝΤ – ότι σε πραγματικούς όρους μπορεί να ελαφρυνθεί ουσιαστικά έτσι ώστε η εξυπηρέτησή του να μην ξεπερνά το 15% των ετήσιων δαπανών, δεδομένου ότι εδώ και ένα χρόνο περίπου έχει αλλάξει ο τρόπος προσέγγισης του χαρακτηρισμού «βιώσιμο» χρέος.
Οι εναλλακτικές για σταθερό επιτόκιο σε τόσο μακρές διάρκειες έχουν απορριφθεί από ευρωπαϊκής πλευράς, παρόλο που ήδη στην ευρωπαϊκή αγορά κυκλοφόρησε τελευταία κρατικό εκατονταετές ομόλογο της Ιρλανδίας με σταθερό επιτόκιο της τάξης του 1,5%…
Στην Εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ σε λίγες ημέρες έχει προβλεφθεί μια συνάντηση για το ελληνικό χρέος της οποίας η μοναδική σκοπιμότητα είναι η «επισημοποίηση» του μηνύματος προς τις αγορές για την έναρξη διαδικασίας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους με την προϋπόθεση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης.
Στην πραγματικότητα, ούτε ο κ. Τσακαλώτος, που θα συμμετάσχει, ούτε κανείς άλλος περιμένει ότι οι διαφορές για το μοντέλο αναδιάρθρωσης θα λυθούν στη συνάντηση αυτή ή, πολύ περισσότερο, πριν από αυτήν…
Και στη λογική του ΔΝΤ, όπως και στη λογική του κ. Σόιμπλε, υπάρχει «κοινός τόπος» η πρόβλεψη ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα συνοδεύεται από ένα «Memorandum» (όχι Μνημόνιο), το οποίο θα λειτουργεί ως θεματοφύλακας της «δημοσιονομικής πειθαρχίας». Και αυτό θα αφορά την περίοδο μετά την ολοκλήρωση της παρουσίας του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Η κυρία Λαγκάρντ ήταν σαφής στις δηλώσεις της από τη Φρανκφούρτη. «Το Ταμείο», είπε, «ζητά διατηρήσιμα μέτρα, τα οποία θα διαρκέσουν και θα παραμείνουν πολύ μετά την αποχώρηση του ΔΝΤ από την Ελλάδα…».
Και σε αυτό, βέβαια, έχει αρωγό τον κ. Σόιμπλε, όσες διαφορές κι αν τους χωρίζουν προς το παρόν στο θέμα της διάρκειας της επιμήκυνσης του ελληνικού χρέους.
Η επικεφαλής του Ταμείου ξεκαθάρισε μάλιστα – λίγα 24ωρα μετά την αναταραχή που προκάλεσαν οι διαρροές των συνομιλιών του κ. Τόμσεν και την κα Βελκουλέσκου – ότι είναι ικανοποιημένη που ακούει «ότι οι ελληνικές αρχές ανησυχούν για την προθυμία των επενδυτών του ιδιωτικού τομέα να επενδύσουν στην Ελλάδα και αυτό ακριβώς είναι που θα πρέπει να διασφαλιστεί για τη βιωσιμότητα της οικονομίας. Και, φυσικά, και η βιωσιμότητα του χρέους είναι κάτι που απασχολεί τους ιδιώτες επενδυτές, καθώς αφορά το μέλλον της χώρας…».