Αυτήν την εβδομάδα, δεν υπήρξε μία, αλλά δύο ανοιχτές επιστολές από κάποιους από τους πιο διακεκριμένους οικονομολόγους των ΗΠΑ που καλούσαν τους αμερικανούς πολίτες να μην ψηφίσουν τον Ντόναλντ Τραμπ. Η μία επιστολή, η οποία δημοσιεύτηκε στη Wall Street Journal, έφερε την υπογραφή 370 οικονομολόγων, μεταξύ των οποίων και οκτώ κατόχων βραβείου Νόμπελ. Επιτίθεται στον Τραμπ για την αμφισβήτιση της ακρίβειας των οικονομικών στοιχείων, για την επίθεσή του κατά του ελεύθερου εμπορίου και της μετανάστευσης, για την παρουσιάση λάθος στοιχείων και την υιοθέτηση εσφαλμένων πολιτικών προτάσεων σε διάφορους τομείς. Η δεύτερη επιστολή είναι μόνο από κατόχους Νόμπελ – 19 από αυτούς. Γράφουν:
«Ο Ντόναλντ Τραμπ προσφέρει μια ασύνδετη οικονομική ατζέντα. Οι απερίσκεπτες απειλές του να ξεκινήσει εμπορικούς πολέμους με αρκετούς από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους μας, το σχέδιό του να απελάσει εκατομμύρια μετανάστες, τα τρισεκατομμύρια δολάρια φορολογικών περικοπών του, η ανέμελη πρότασή του οι Ηνωμένες Πολιτείες να απειλήσουν με χρεοκοπία για να επαναδιαπραγματευτούν με τους πιστωτές τους – κάθε μία από αυτές τις προτάσεις θα έβαζε σε κίνδυνο τα θεμέλια της αμερικανικής ευημερίας και της παγκόσμιας οικονομίας.»
Όλα αυτά είναι αλήθεια. Ωστόσο, ας κάνουμε μια τολμηρή πρόβλεψη: ουσιαστικά κανένας αμερικανός ψηφοφόρος δε θα ακούσει αυτούς τους οικονομολόγους.
Ο λόγος; Παρ’ ότι περνούν πολύ από τον χρόνο τους σκεπτόμενοι τη δημόσια πολιτική, οι οικονομολόγοι δεν έχουν μεγάλη επιτυχία όταν έρχεται η ώρα να πείσουν το κοινό για κάτι. Ο φανταστικός πρόεδρος στο τηλεοπτικό «The West Wing» μπορεί να ήταν κάτοχος Νόμπελ, όμως στον πραγματικό κόσμο, οι οικονομολόγοι δεν πετυχαίνουν όταν διεκδικούν θέσεις εξουσίας.
Την ίδια στιγμή, πολιτικές πρωτοβουλίες από οικονομολόγους, όπως η πρόταση φόρου άνθρακα της πολιτείας της Ουάσινγκτον, συχνά αποτυγχάνουν όταν βρίσκονται αντιμέτωπες με τις πραγματικότητες της πολιτικής. Οι υποστηρικτές του φόρου της Ουάσινγκτον αποφάσισαν να προσπαθήσουν να προσελκύσουν τους δημοσιονομικά συντηρητικούς κάνοντας την πρότασή τους εισοδηματικά ουδέτερη – προσθέτοντας κάποιες περικοπές φόρων σε κάποιους τομείς για να εξισορροπήσουν τον νέο φόρο στον άνθρακα. Αυτό εξόργισε τους οικολόγους, που είναι σχεδόν όλοι προοδευτικοί και θέλουν ένα πιο αναδιανεμητικό φορολογικό σύστημα. Οι οικονομολόγοι, στην προσπάθειά τους να είναι μετριοπαθείς, κατέληξαν να μην προσελκύουν κανέναν.
Μέρος του προβλήματος είναι ότι οι οικονομολόγοι δε σκέφτονται την πολιτική πάρα πολύ. Ύστερα από χρόνια επαφών με τον γενικό πληθυσμό, καταλήγει κανείς πως υπάρχει ένας ακόμη παράγοντας – οι οικονομολόγοι λατρεύονται από τις επιχειρήσεις και τις πολιτικές ελίτ, αλλά περιφρονούνται από μεγάλο μέρος του υπόλοιπου πληθυσμού.
Η σφραγίδα των οικονομολόγων στις αμερικανικές ελίτ είναι δύσκολο να αμφισβητηθεί. Κάθε κυβέρνηση έχει επιφανείς ακαδημαϊκούς οικονομολόγους ως συμβούλους. Βιβλία όπως το «Freakonomics» είναι τεράστιες επιτυχίες. Τα οικονομικά blogs είναι πολύ δημοφιλή. Και προφανώς, στήλες σε χρηματοοικονομικές εκδόσεις από ακαδημαϊκής εκπαίδευσης οικονομολόγους προκαλούν μεγάλο ενδιαφέρον.
Οι πληρωμές των οικονομολόγων αποτελούν ένα ακόμη σημάδι του ιδιαίτερου σεβασμού που απολαμβάνουν από τις αμερικανικές ελίτ. Έρευνα βρήκε πως το 2014-15, ο αρχικός μισθός ενός καθηγητή οικονομικών σε τετραετή σχολή ήταν 91.301 δολάρια. Ως μέτρο σύγκρισης, άλλη έρευνα του 2012 είχε βρει πως ένας νέος καθηγητής φυσικής έπαιρνε κατά μέσο όρο 56.483 δολάρια. Οι οικονομολόγοι, με άλλα λόγια, παίρνουν περισσότερα από πολλούς ακαδημαϊκούς με υψηλότερο μέσο όρο μαθηματικών δεξιοτήτων. Χωρίς να υπολογίζουμε τις ελκυστικές πληρωμές που λαμβάνουν πολλοί καθηγητές οικονομικών από συμβουλευτικές εργασίες – μία ακόμη ένδειξη της υψηλής θέσης που έχουν οι αναλύσεις τους για τις επιχειρηματικές ελίτ.
Όμως για τον γενικό πληθυσμό, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Έκθεση του 2014 από τον Κρίστοφερ Τζόνστον και τον Άντριου Μπάλαρντ εξέτασε πώς αλλάζουν οι απόψεις των ανθρώπων για τα πολιτικά ζητήματα όταν μαθαίνουν τι πιστεύουν οι οικονομολόγοι. Η έρευνα βρήκε πως ενώ ο κόσμος γενικά εμπιστεύεται τους οικονομολόγους σε εξαιρετικά τεχνικά ζητήματα, σε πολιτικά ευαίσθητα θέματα, όπως το εμπόριο και η μετανάστευση, δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στους ακαδημαϊκούς. Ανεπίσημα, μπορούμε να πούμε ότι σε μεγάλα μέρη του πληθυσμού, η λέξη «οικονομολόγος» συχνά προκαλεί είτε έλλειψη εμπιστοσύνης, είτε χλευασμό, είτε ακατανοησία.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Μία δημοφιλής απάντηση, ιδιαίτερα για τους αριστερών πεποιθήσεων συγγραφείς, είναι πως οι οικονομολόγοι είναι πολιτικοποιημένοι – ουσιαστικά, ότι είναι υποχείρια των πλουσίων και υποστηρίζουν πολιτικές ελεύθερης αγοράς που βλάπτουν τις μάζες. Αυτό δεν είναι αλήθεια – αυτήν την εποχή, οι οικονομολόγοι βλέπουν πιο ευνοϊκά τις κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομία απ’ ότι ο γενικότερος πληθυσμός.
Άλλη μια απάντηση είναι πως οι οικονομολόγοι έχασαν τον σεβασμό που απολάμβαναν όταν δεν κατάφεραν να προβλέψουν τη χρηματοπιστωτική κρίση. Αυτό είναι αλήθεια – σχεδόν κανένα δημοφιλές ακαδημαϊκό μοντέλο υφέσεων δεν παραδέχτηκε την πιθανότητα να συμβεί κάτι σαν το 2008. Ωστόσο, είναι αμφίβολο πως οι μη οικονομολόγοι το γνωρίζουν αυτό. Ποιος έξω από τον οικονομικό χώρο γνωρίζει τι είναι το μοντέλο πραγματικού επιχειρηματικού κύκλου ή το νέο κεϋνσιανό μοντέλο; Ελάχιστοι. Συνεπώς, εάν ο κόσμος κατηγορεί τους οικονομολόγους που δεν προέβλεψαν την κρίση και την ύφεση που ακολούθησε, πιθανώς το κάνει αυτό για λόγους που δεν έχουν σχέση με το γεγονός.
Αυτό μας αφήνει χωρίς μια ξεκάθαρη εξήγηση γιατί οι οικονομολόγοι λατρεύονται από τις ελίτ αλλά περιφρονούνται από τις μάζες. Εάν, ωστόσο, οι οικονομολόγοι θέλουν να έχουν μεγαλύτερη επιρροή στην πραγματική πολιτική, θα πρέπει να εξετάσουν αυτό το ερώτημα καλύτερα.