Μετά το Brexit και τον Ντόναλντ Τραμπ, ετοιμαστείτε για την επιστροφή της κρίσης της ευρωζώνης. Εάν ο Ματέο Ρέντσι, ο ιταλός πρωθυπουργός, χάσει το συνταγματικό δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου, μπορούμε να περιμένουμε μια ακολουθία γεγονότων που μπορεί να δημιουργήσει αμφιβολίες για την παραμονή της Ιταλίας στην ευρωζώνη.
Οι υποκείμενες αιτίες αυτής της εξαιρετικά ανησυχητικής πιθανότητας δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με το ίδιο το δημοψήφισμα. Η πιο σημαντική ήταν η οικονομική επίδοση της Ιταλίας από τη στιγμή που υιοθέτησε το ευρώ το 1999. Η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών, το μερίδιο της οικονομικής παραγωγής που δεν εξηγείται από την εργασία και το κεφάλαιο, έχει πέσει στην Ιταλία κατά περίπου 5% από τότε, ενώ στη Γερμανία και τη Γαλλία ανέβηκε κατά περίπου 10%.
Η δεύτερη πηγή ήταν η αποτυχία της ΕΕ να δημιουργήσει μια κατάλληλη οικονομική και τραπεζική ένωση μετά την κρίση της ευρωζώνης του 2010-2012 και η επιβολή λιτότητας αντί αυτού. Εάν αναρωτιέστε γιατί η Άνγκελα Μέρκελ δεν μπορεί να είναι η ηγέτης του ελεύθερου κόσμου, δε χρειάζεται να ψάξετε αλλού. Η γερμανίδα καγκελάριος δεν μπόρεσε να καθοδηγήσει ούτε την Ευρώπη όταν είχε σημασία.
Ο συνδυασμός αυτών των δύο παραγόντων είναι το μεγαλύτερο αίτιο για την εκθετική άνοδο του λαϊκισμού στην Ευρώπη. Η Ιταλία έχει τρία κόμματα στην αντιπολίτευση, και όλα τους υποστηρίζουν την έξοδο από το ευρώ. Το μεγαλύτερο και πιο σημαντικό είναι το Κίνημα Πέντε Αστέρων, ένα κόμμα που αψηφά τη συνηθισμένη διάκριση αριστεράς-δεξιάς. Το δεύτερο είναι το Forza Italia, το κόμμα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, το οποίο έχει μετατραπεί γρήγορα σε κίνημα κατά του ευρώ από τη στιγμή που ο πρώην πρωθυπουργός αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την εξουσία το 2011. Το τρίτο είναι η απομονωτιστική Λίγκα του Βορρά. Σε δημοκρατικές χώρες, είναι σύνηθες τα κόμματα της αντιπολίτευσης να ανεβαίνουν εν τέλει στην εξουσία. Μπορείτε να περιμένετε να συμβεί το ίδιο και στην Ιταλία.
Το δημοψήφισμα έχει σημασία επειδή θα μπορούσε να επιταχύνει την δρόμο προς την έξοδο από το ευρώ. Εάν ο κ. Ρέντσι χάσει, έχει πει πως θα παραιτηθεί, οδηγώντας σε πολιτικό χάος. Οι επενδυτές μπορεί να συμπεράνουν πως το παιχνίδι έχει τελειώσει. Στις 5 Δεκεμβρίου, η Ευρώπη μπορεί να ξυπνήσει αντιμέτωπη με άμεση απειλή αποσύνθεσης.
Στη Γαλλία, η πιθανότητα μιας προεδρικής νίκης από τη Μαρίν Λε Πεν δεν είναι πλέον ένας απόμακρος κίνδυνος. Από όλους τους υποψήφιους που έχουν ανακοινωθεί, είναι η καλύτερα προετοιμασμένη. Υπάρχουν κάποιοι που θα μπορούσαν να τη νικήσουν, όπως ο Μανουέλ Μακρόν, ο πρώην μεταρρυθμιστής υπουργός Οικονομικών, ο οποίος ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του την Τετάρτη. Ωστόσο, μπορεί να μη φτάσει στον τελικό γύρο των εκλογών καθώς στερείται κομματικού μηχανισμού. Εάν η κυρία Λε Πεν γίνει πρόεδρος, έχει υποσχεθεί ότι θα διεξάγει δημοψήφισμα για το μέλλον της Γαλλίας στην ΕΕ. Εάν το δημοψήφισμα οδηγήσει σε Frexit, η ΕΕ θα φτάσει στο τέλος της το επόμενο πρωί. Το ίδιο και το ευρώ.
Μια γαλλική ή ιταλική έξοδος από το ευρώ θα προκαλούσε τη μεγαλύτερη χρεοκοπία στην ιστορία. Ξένοι κάτοχοι ιταλικού ή γαλλικού χρέους σε ευρώ θα πληρώνονταν σε λίρα ή γαλλικά φράγκα. Και τα δύο θα υποτιμηθούν. Από τη στιγμή που οι τράπεζες δε χρειάζεται να διατηρούν κεφάλαια έναντι των αποθεμάτων τους σε κρατικά ομόλογα, οι απώλειες θα ανάγκαζαν πολλές ηπειρωτικές τράπεζες σε άμεση χρεοκοπία. Η Γερμανία στη συνέχεια θα αντιλαμβανόταν πως και ένα ογκώδες πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών έχει τα μειονεκτήματά του. Υπάρχει πολύς γερμανικός πλούτος σε αναμονή χρεοκοπίας.
Μπορεί να αποφευχθεί αυτό; Στη θεωρία μπορεί, όμως θα χρειαζόταν μια σειρά αποφάσεων εγκαίρως και με τη σωστή σειρά. Για αρχή, η κυρία Μέρκελ θα πρέπει να αποδεχτεί αυτό που αρνήθηκε το 2012 – έναν χάρτη προς μια πλήρη δημοσιονομική και πολιτική ένωση. Η ΕΕ θα πρέπει επίσης να ενισχύσει τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, το ταμείο διάσωσης, το οποίο δε σχεδιάστηκε για να διαχειριστεί χώρες του μεγέθους της Ιταλίας ή της Γαλλίας.
Είναι αυτό έστω και ελάχιστα πιθανό; Σκεφτείτε το ως εξής: εάν ρωτήσετε τη γερμανίδα καγκελάριο εάν θέλει κοινά ομόλογα της ευρωζώνης, θα σας πει όχι. Εάν όμως πρέπει να επιλέξει ανάμεσα σε ευρωομόλογα και σε μια ιταλική έξοδο από το ευρώ, η απάντησή της μπορεί να είναι διαφορετική. Η απάντηση θα εξαρτηθεί επίσης από το εάν η ερώτηση θα γίνει πριν ή μετά από τις γερμανικές εκλογές του επόμενου φθινοπώρου.
Η κεντρική προσδοκία, ωστόσο, παραμένει όχι η κατάρρευση της ΕΕ και του ευρώ, αλλά η αποχώρηση μιας ή περισσότερων χωρών, πιθανώς της Ιταλίας, αλλά όχι της Γαλλίας. Δεδομένων των πρόσφατων γεγονότων, το βασικό σενάριο βρίσκεται πλέον σταθερά στην αισιόδοξη πλευρά των λογικών εκτιμήσεων.