Τις τελευταίες εβδομάδες, όλος ο κόσμος προσπαθεί να μαντέψει πώς θα συμπεριφερθεί ο εκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ όταν βρεθεί στην εξουσία και ποιες πολιτικές θα ακολουθήσει, ύστερα από μια μακρά εκστρατεία γεμάτη αντικρουόμενες δηλώσεις. Οι προηγούμενοι επιχειρηματίες πρόεδροι της Αμερικής – Γουόρεν Χάρντινγκ και Χέρμπερτ Χούβερ – προέδρευσαν πριν πολύ καιρό για να προσφέρουν κάποια ιδέα. Υπάρχει, ωστόσο, ένα πρόσφατο ευρωπαϊκό προηγούμενο: ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι της Ιταλίας.
Σε αυτό που πέτυχε ο Τραμπ, ο Μπερλουσκόνι ήταν πρωτοστάτης. Όπως και ο Τραμπ, ο Μπερλουσκόνι είναι επιχειρηματίας που έφτιαξε την πρώτη του περιουσία με ακίνητα. Όταν μπήκε στην πολιτική το 1994, ήταν outsider, αν και, όπως και ο Τραμπ, ένα που ήταν κοντά με πολλούς insiders.
Οι ομοιότητες δε σταματούν εκεί. Τόσο ο Τραμπ όσο και ο Μπερλουσκόνι έχουν μεγάλη εξοικείωση με το εσωτερικό των δικαστικών αιθουσών. Ο Τραμπ κινήθηκε γρήγορα μετά τις εκλογές για να διευθετήσει αγωγές απάτης κατά του Trump University, όμως έχει περίπου 70 ακόμη υποθέσεις εναντίον αυτού και των επιχειρήσεών του. Και οι δύο έχουν μια σειρά συγκρουόμενων συμφερόντων με τον ρόλο τους ως επικεφαλής κυβέρνησης, χάρη στις τεράστιες επιχειρηματικές αυτοκρατορίες τους.
Ο Μπερλουσκόνι, όπως και ο Τραμπ, κατάφερε να παρουσιάσει τον εαυτό του ως πλούσιο και ως λαϊκιστή. Προτίμησε να επικοινωνεί απευθείας με τον κόσμο, προσπερνώντας τα παραδοσιακά μέσα και τις κομματικές δομές. Η ροπή του προς γοητευτικές γυναίκες και λαμπερά σπίτια με κάποιον τρόπο ενίσχυσε την απήχησή του στον κόσμο.
Η σύγκριση ανάμεσα στον Τραμπ και τον Μπερλουσκόνι δεν είναι σε καμία περίπτωση επιφανειακή. Μάλιστα, η εμπειρία της Ιταλίας με τον Μπερλουσκόνι – ή Il Cavaliere (ο Ιππότης), όπως είναι γνωστός στη χώρα του – προσφέρει έξι ξεκάθαρα μαθήματα για τους αμερικανούς και τον κόσμο για τι να περιμένουν από τον Τραμπ.
Πρώτον, κανείς δεν πρέπει να υποτιμήσει τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ. Ήδη, ο Τραμπ έχει ξεπεράσει τις προσδοκίες. Ελάχιστοι περίμεναν να κερδίσει ακόμη και την Ρεπουμπλικανική υποψηφιότητα. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί παρατηρητές συνεχίζουν να προβλέπουν την άμεση πτώση του, υποθέτοντας πως θα παραμείνει μόνο τέσσερα χρόνια στον Λευκό Οίκο, εάν δεν απομακρυνθεί νωρίτερα.
Η εμπειρία του Μπερλουσκόνι λέει μια διαφορετική ιστορία. Και ο Μπερλουσκόνι υποτιμήθηκε συστηματικά από τους αντιπάλους του. Σχολιαστές των θεωρούσαν πολύ αδαή και άπειρο για να αντέξει ως πρωθυπουργός, υποθέτοντας πως δε θα επιβίωνε στις αναταράξεις της πολιτικής ή τις πιέσεις της διακυβέρνησης.
Ωστόσο, ο Μπερλουσκόνι παραμένει ένα από τα βασικά πιόνια της ιταλικής πολιτικής. Τα τελευταία 22 χρόνια, έχει κερδίσει τρεις γενικές εκλογές και υπηρέτησε ως πρωθυπουργός για εννέα χρόνια. Κάθε φορά που δημοσιογράφοι ή αναλυτές προσπάθησαν να τον προκαλέσουν σε δημόσιο διάλογο, έχουν χάσει. Οι επικριτές του Τραμπ – δηλαδή όλοι οι παρατηρητές των ΗΠΑ – θα πρέπει να το έχουν αυτό στο μυαλό τους.
Το δεύτερο μάθημα είναι ότι ο Τραμπ θα επιδιώξει ουσιαστικά μια μόνιμη πολιτική εκστρατεία, παρεμβαίνοντας άμεσα σε συζητήσεις. Ο Μπερλουσκόνι έχει χρησιμοποιήσει συχνά την τηλεόραση, ιδιαίτερα τα δικά του εμπορικά κανάλια, με αυτόν τον σκοπό. Αντί να δίνει συνεντεύξεις που δεν μπορεί να ελέγξει, ο Μπερλουσκόνι έχει συνεργαστεί συχνά με ευνοούμενους ακολούθους, ή μιλούσε απλά απευθείας στην κάμερα. Όσο ήταν στην εξουσία, πολλά τηλεοπτικά talk show διακόπτονταν από τηλεφώνημα του πρωθυπουργού που ήθελε να πάρει τον λόγο.
Από τον Τραμπ, θα πρέπει να περιμένουμε όχι μόνο να συνεχίσει την επίθεση μέσω Twitter, αλλά και τη χρήση της τηλεόρασης, όπως και talk shows, αλλά και άλλα κανάλια άμεσης επικοινωνίας με το εκλογικό σώμα. Η απόφαση του Τραμπ να δημοσιεύσει βίντεο δυόμιση λεπτών στο YouTube, περιγράφοντας τις προτεραιότητές του, αντί για συνέντευξη τύπου, ενισχύει αυτήν την ερμηνεία. Παρ’ ότι η προσέγγιση μπορεί να μη μοιάζει ιδιαίτερα προεδρική, δουλεύει, ιδιαίτερα όταν πραγματοποιείται από έναν επίδοξο πωλητή που χειραγωγεί με ευκολία τα γεγονότα.
Το τρίτο μάθημα από την επιτυχία του Μπερλουσκόνι είναι πως ακόμη κι ένας πολύ πλούσιος και ισχυρός άνθρωπος μπορεί να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά το αφήγημα του θύματος. Μάλιστα, ακόμη κι όταν βρισκόταν στην εξουσία, ο Μπερλουσκόνι υποστήριζε συνεχώς πως δεχόταν επιθέσεις από τη δικαιοσύνη, από αντίπαλους επιχειρηματίες, από «κομμουνιστές», και από το πολιτικό κατεστημένο.
Όταν τα πράγματα μπουν στη θέση τους, περιμένετε από τον Τραμπ να κάνει το ίδιο. Δεν πειράζει που είναι δισεκατομμυριούχος, γεννημένος σε πλούσια οικογένεια ή που στις επόμενες εκλογές εκείνος θα είναι ο εν ενεργεία πρόεδρος. Θα συνεχίσει να παρουσιάζει τον εαυτό του ως κατατρεγμένο από ιδιοτελείς εχθρούς.
Το τέταρτο μάθημα είναι η λασπολογία που πρόκειται να ακολουθήσει. Ο Μπερλουσκόνι χρησιμοποίησε τους τηλεοπτικούς του σταθμούς και εφημερίδες τόσο ελεύθερα για να κακολογήσει τους αντιπάλους του, που ο συγγραφέας Ρομπέρτο Σαβιάνο τους αποκάλεσε macchina del fango, ή «μηχανή λάσπης».
Οι επιθέσεις του Τραμπ κατά του Τύπου, συχνά μέσω Twitter, είναι μια πρώτη γεύση αυτού, όπως και οι προεκλογικές εκστρατείες του να «ανοίξει» τους νόμους για τη συκοφαντία. Ο επικεφαλής λασπολόγος θα είναι πιθανότατα ο υπεύθυνος στρατηγικής του, Στίβεν Μπάνον, πρώην διευθυντή του υπερ-δεξιού Breitbart News.
Το πέμπτο μάθημα είναι ότι ο Τραμπ μάλλον θα συνεχίσει να εκτιμά την πίστη περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στην κυβέρνησή του, όπως έκανε και ο Μπερλουσκόνι. Ήδη, ο Τραμπ έχει κάνει τα τρία του παιδιά – που υποτίθεται να διαχειρίζονται τις επιχειρήσεις του κατά τη διάρκεια της προεδρίας του – βασικούς παίκτες στην εκστρατεία και τη μετάβασή του.
Ο ομοσπονδιακός νόμος μπορεί να απαγορεύει στον Τραμπ να αναθέσει στα παιδιά του θέσεις στην κυβέρνηση, όμως σίγουρα θα παραμείνουν στο επίκεντρο των λήψεων αποφάσεών του. Ήδη, η κόρη του Ιβάνκα Τραμπ και ο άντρας της Τζάρεντ Κούσνερ παραβρέθηκαν στην πρώτη συνάντηση του Τραμπ με ηγέτη κράτους, τον Σίνζο Άμπε της Ιαπωνίας. Ακόμη και οι εκτός οικογένειας επιλογές του Τραμπ – συχνά αμφιλεγόμενα ή ριζοσπαστικά πρόσωπο που δε θα είχαν θέση σε καμία κυβέρνηση εκτός από τη δική του – αντικατοπτρίζουν μια έμφση στην προσωπική αφοσίωση.
Το τελικό μάθημα από τον Μπερλουσκόνι είναι πως οι εκφράσεις θαυμασμού προς ισχυρούς άνδρες όπως ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν θα πρέπει σοβαρά. Ναρκισσιστές μοναχικοί ιππότες όπως ο Μπερλουσκόνι και ο Τραμπ έχουν συνηθίσει να κλείνουν προσωπικές συμφωνίες, και προτιμούν άλλους ισχυρούς άνδρες ως συνομιλητές τους. Οι αγαπημένες επισκέψεις του Μπερλουσκόνι στο εξωτερικό όσο ήταν στην εξουσία ήταν στη ντάτσα του Πούτιν και τη σκηνή του πρώην δικτάτορα της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι, όχι στις βαρετές συναντήσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή τις συνόδους των G20.
Εν τέλει, ωστόσο, υπ0άρχει μία βασική διαφορά ανάμεσα στον Σίλβιο Μπερλουσκόνι και τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο Μπερλουσκόνι δεν είχε πραγματική ατζέντα όσο βρισκόταν στην εξουσία, πέραν του να προωθήσει τις επιχειρήσεις και τα προσωπικά του συμφέροντα και να ενισχύσει τη δική του δύναμη προσφέροντας πόρους και χάρες στους υποστηρικτές του. Η μεγαλύτερη ζημιά που προκάλεσε για τους ιταλούς ήταν η απραξία του μπροστά στην οικονομική στασιμότητα, όμως τουλάχιστον δεν έκανε τα πράγματα χειρότερα. Ο Τραμπ, αντίθετα, έχει ατζέντα, όσο δύσκολο κι αν είναι να αναγνωσθεί. Το κατά πόσο θα κάνει τα πράγματα καλύτερα ή χειρότερα μένει να το δούμε.